«Ναι καλησπέρα, είμαι εκείνος ο χιπστεράς που απορρίπτει ασυζητητί τα βραβεία Όσκαρ γιατί, εχμ, είναι πολύ mainstream, είμαι γενικά αντιδραστικός, βλέπω μόνο ό,τι βγάζει το Locarno και το San Sebastian κλπ.»
Κάπως έτσι θα μπορούσε κάλλιστα να ακούγεται το ποιόν του παρόντος άρθρου σε κάποιον ο οποίος θα διαβάσει τον τίτλο και θα «καταλάβει» περί τίνος πρόκειται. Χωρίς φυσικά να έχει διαβάσει καν το κείμενο ή έστω να σκεφτεί όλα αυτά που μας έχει «προσφέρει» ο θεάρεστος αυτός θεσμός, από ένα σημείο και ύστερα τουλάχιστον. Στην προχθεσινή τελετή (την οποία ουδέποτε παρακολούθησα φυσικά) το ποτήρι ξεχείλισε για μερικούς σημειολογικά ασήμαντους με τον κινηματογράφο per se λόγους, ωστόσο προσέφερε καλό timing να κοιτάξουμε την αλήθεια κατάματα.
Δύο τα προαναφερθέντα σημειολογικά τινά για αρχή: αφενός το διαβόητο (και σίγουρα unscripted) πλέον χαστούκι του Will Smith (ένα όνομα που ειλικρινά έχει να με απασχολήσει από το δεύτερο Men In Black που, ακόμα και εκεί, περισσότερο νόημα είχε να ασχοληθείς με την κινούμενη διαφήμιση της Victoria’s Secret που άκουγε στο όνομα Lara Flynn Boyle), αφετέρου την έκκληση του ακτιβιστή (και μετά ηθοποιού, τη σήμερον ημέρα) Sean Penn προς την Ακαδημία να ασχοληθεί ενεργά με το ουκρανικό ζήτημα καλώντας με κάποιον τρόπο τον πρόεδρο Ζελένσκι να δώσει μια ομιλία, αξιοποιώντας την αχανή έκταση (τηλεοπτικής) δημοσιότητας που προσφέρει η τελετή. Υπογράμμισε δε, ότι εάν δεν γίνει κάτι τέτοιο, αυτή η έλλειψη θα αποτελέσει «την πλέον πρόστυχη στιγμή στην ιστορία του θεσμού» ενώ δεν παρέλειψε να απειλήσει ότι θα λιώσει σε κοινή θέα τα δύο χρυσά του αγαλματίδια.
Το αριστουργηματικό “Dune” έφυγε με 6 βραβεία, κάτι που θα μπορούσε άνετα να προκαλέσει την εξής στιχομυθία:
- Μα καλά, πώς το έπαθαν και του τα έδωσαν; Αφού είναι όντως καλή ταινία!
- Στις τεχνικές κατηγορίες βρε.
- Α.
Σαφέστατα και είναι (εν μέρει) θεμιτό να βραβεύεις ταινίες που διέπονται από μια κάποια κοινωνικής φύσεως ευαισθησία: βλέπε το φετινό θρίαμβο του Coda, μια ταινία που ασχολείται με ανθρώπους με έλλειψη ακοής ή το προ πενταετίας Moonlight, το οποίο έθετε στο επίκεντρο ομοφυλόφιλη σχέση μεταξύ δύο Αφροαμερικανών – ασχέτως αν ο τρόπος με τον οποίο βραβεύτηκε χαρακτηρίστηκε από οργανωσιακό τραγέλαφο που κόντεψε για μια νύχτα να τινάξει στον αέρα το λογιστικό κολοσσό PricewaterhouseCoopers, όντας ο υπεύθυνος για το μοίρασμα των φακέλων με τα ονόματα των νικητών. Μάλλον όμως κοντεύουμε να ξεχάσουμε (αν δεν έχουμε ξεχάσει ήδη) το γεγονός ότι τα Όσκαρ είναι βραβεία που απονέμονται στην τέχνη του κινηματογράφου και όχι η Διεθνής Αμνηστία. Για κάθε Coda θα υπάρχει πάντα ένα Dune, αντίστοιχα για κάθε Moonlight θα υπάρχει πάντα ένα La La Land -που, όπως και να το κάνουμε, τουλάχιστον κατά τον γράφοντα, είναι εξόφθαλμα ανώτερα σε καθαρά καλλιτεχνική αποτίμηση. Συν του ότι είναι βαθύτατα και απροκάλυπτα ρατσιστικό να βραβεύεις καλλιτέχνημα με βάση φυλετικά/κοινωνικά κριτήρια – σαν να το κάνεις χαριστικά, υπερθεματίζοντας έτσι την ιδιαιτερότητά του («κατωτερότητα», κατά τους ρατσιστές) - αγνοώντας πλήρως την αποτίμηση μέσω καθαρά καλλιτεχνικών κριτηρίων, στερώντας του έτσι μια αδέκαστη κούρσα στα μάτια όλων των κοινωνών που επιθυμούν να έρθουν αντιμέτωποι με τέχνη (και ουχί με ντεμέκ ανθρωπιστικό διδακτισμό, που στο κάτω κάτω ούτε καν αυτά τα ίδια τα προς συζήτηση καλλιτεχνήματα δεν επιθυμούν).
Να μην παραλείψουμε φυσικά ότι φέτος, τα βραβεία των τεχνικών κατηγοριών (ναι, αυτά που κέρδισε το Dune πάνω - κάτω) παραγκωνίστηκαν στην live αναμετάδοση «για να αφήσουν περισσότερο χρόνο στην κωμωδία και στα μουσικά νούμερα», χαρακτηριζόμενα de facto ως «υποδεέστερα». Γιατί φυσικά ποιος νοιάζεται σε μια τελετή βραβείων για ποταπές αναγνωρίσεις στους τομείς της φωτογραφίας και του make up όταν μπορείς να απολαύσεις κωμικό να κάνει επί προσωπικού χοντροκομμένο αστείο και υπερφίαλο σταρ (και εν τέλει νικητή της βραδιάς σε «σημαντική» κατηγορία) να ορμά στη σκηνή πλακώνοντάς τον στο ξύλο; Για ποιο λόγο να σε νοιάξει ποιος διακρίθηκε στο κομμάτι του art direction όταν η Μαμά Αμερική αποκτά το δικό της “Thitis Mpounidia” – αδημονώ για τη στιγμή που κάποιος ευφάνταστος uploader θα ανεβάσει το επίμαχο βίντεο ονοματίζοντάς το “Will Smith Xastoukia”.
Χωρίς καν να γίνει σχετική έρευνα, άπαντες μνημονεύουν δύο χαρακτηριστικές στιγμές όποτε και η Ακαδημία αποφάσισε γελοιωδώς να είναι η μοναδική οντότητα που δεν παραδέχεται τον πραγματικά σπουδαίο Μάρτιν Σκορσέζε: το Rocky κερδίζει το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας αντί του Ταξιτζή και το Χορεύοντας Με Τους Λύκους αντί του Τα Καλά Παιδιά το 1976 και 1990 αντίστοιχα. Ακόμα και η γελοιότητα της αντίστοιχης νίκης του Ερωτευμένος Σαίξπηρ το 1998 ωχριά μπροστά στο 2008, το έτος που (θα έπρεπε να) αποτελεί το πραγματικό σημείο καμπής ως προς τη σοβαρότητα με την οποία το κοινό αντιμετωπίζει το θεσμό: σε μια χρονιά με κυκλοφορίες όπως Ο Παλαιστής, Gran Torino, Ο Σκοτεινός Ιππότης, Η Απίστευτη Ιστορία του Μπέντζαμιν Μπάτον και η (ομολογουμένως δυσκοίλια προς οποιαδήποτε mainstream βράβευση) Συνεκδοχή της Νέας Υόρκης, η Ακαδημία έχει τη φαεινή ιδέα να χαρίσει 8 αγαλματίδια στο προβληματικά μέτριο ηθικοπλαστικό κατασκεύασμα Slumdog Millionaire. Μια ταινία για την οποία κανείς ποτέ δεν (ξανα)μίλησε από την επόμενη εκείνης της τελετής απονομής. Ούτε καν πώς λέγεται το ομολογουμένως catchy (και βραβευμένο) τραγούδι της δεν θυμάστε. Μην γκουγκλάρετε, σας βλέπω.
(Εντάξει, οκ, προφανώς έχω πολλούς λόγους να είμαι τσακωμένος με το θεσμό, you get it. Ακόμα κι αν δεν έχω υπάρξει ποτέ φαν της σειράς Lord of the Rings, θεωρώ ότι η πρώτη ταινία είναι με διαφορά η ανώτερη. Η οποία, αν θυμάστε, το 2001 έχασε από την by-the-books βιογραφία A Beautiful Mind του Ron Howard, ή αλλιώς το απόλυτο poster boy της κινηματογραφικής μετριότητας, όπως αλλιώς είναι παγκοσμίως γνωστός.)
Από το 2008 και ύστερα έχω πιάσει τον εαυτό μου να ρίχνει, ανεξήγητα ηδονοβλεπτικά και ξεκάθαρα μαζοχιστικά, κλεφτές ματιές στις υποψηφιότητες (σχεδόν) κάθε χρόνο, μόνο και μόνο για να συνεχίσει να αναπαράγεται το μοτίβο που θέλει τις αγαπημένες ταινίες του γράφοντα (για να μην πω σχεδόν όλων) να απέχουν εντελώς από της υποψηφιότητές των Όσκαρ ή απλά να είναι υποψήφιες σε κάποιες κατηγορίες χωρίς ποτέ εν τέλει να παίρνουν παραμάσχαλα κάποιο («σοβαρό») βραβείο. Μετά από το φετινό καρναβάλι (ακόμα μίας) κοινωνικοπολιτικής υποκρισίας και λαϊκίζοντος παροξυσμού – άραγε θυμάται κανείς ότι η φετινή καινοτομία ήταν η κατηγορία “Most Popular Film” στην οποία υποτίθεται ψήφιζε το κοινό τις πιο «αγαπημένες» του ταινίες και εν τέλει απώτερο σκοπό είχε μάλλον να ευνοήσει την αυτοκρατορία της Disney και δη το τελευταίο Spider-Man - , έφτασε και επίσημα το τέλος ακόμα και της πιο επιφανειακής μου περιέργειας για το συγκεκριμένο θεσμό.
Αν μη τι άλλο, οι κατά τ’ άλλα χαριτωμένες (και τίποτα παραπάνω) Χρυσές Σφαίρες είχαν μια κάποια οξυδέρκεια να μετατρέψουν 4-5 φορές την τελετή τους σε stand-up comedy show του επίγειου θεού Ricky Gervais. Κάτι είναι κι αυτό.
https://www.youtube.com/watch?v=sR6UeVptzRg