Ακόμα και για όσους γνωρίζουν την ιστορία της ζωής και της καριέρας της Tina Turner, είναι συναρπαστικό να βλέπεις ξανά της εξέλιξή της και τα γεγονότα της ταραγμένης ζωής της. Το φετινό ντοκιμαντέρ του HBO με τίτλο Tina πετυχαίνει πολλά πράγματα. Το κυριότερο από αυτά είναι να φέρει στην επιφάνεια τη γοητεία και το υποτιμημένο χάρισμα αυτής της soul τραγουδίστριας, που παρόλη την εμπορική επιτυχία και την παγκόσμια φήμη που απέκτησε, δεν έφτασε ποτέ τις πραγματικές δυνατότητές της. Το φιλμ τεκμηρίωσης γύρω από την χαρισματική rhythm and blues βοκαλίστρια, αξιοποιεί μερικές εκρηκτικές ζωντανές εμφανίσεις της από την δεκαετία του '60, μέχρι πολύ προσωπικές της οικογενειακές στιγμές αργότερα, πάντα κάτω από την σκιά του Ike που στάθηκε σαν μέντορας και σαν δυνάστης.
Το ντοκιμαντέρ για τη ζωή της Tina Turner δεν έχει τον σπαραγμό που είχε το Amy (2015) το οποίο φιλοτέχνησε με χειρουργική ακρίβεια τη βασανισμένη ψυχή της βρετανίδας Amy Winehouse και προσέγγισε με τρυφερότητα το διαστημικό ταλέντο της στο μικρόφωνο. Δεν έχει καν το αφηγηματικό βάρος του Whitney (2018) το οποίο ξετύλιξε την τραγικότητα της ζωής και του θανάτου της σούπερσταρ, Whitney Houston. Όμως το Tina είναι εξομολογητικό και τίμιο για να καθηλώσει ακόμα και τους θεατές που δεν τους συγκινεί η μουσική της Tina Turner. Η ταινία δεν σπαταλά πολύ χρόνο σε talking heads που τους αρέσει να φλυαρούν με αναμνήσεις και «εντυπώσεις», αλλά καταγράφει την αλήθεια μιας φωταγωγημένης γυναίκας που βίωνε την κακοποίηση καθημερινά από έναν σύντροφο και συνεργάτη που λειτουργούσε με όρους pimp. Ο Ike ήταν ικανός οργανοπαίχτης και καλός γνώστης της r’n’b, αλλά ήθελε μια φωνή να υπηρετεί την παραδοσιακή, χαμηλοτάβανη μουσική αντίληψή του. Έβαζε λοιπόν την Tina να εξοντώνεται σαν ωρομίσθια σε κλαμπ περιορισμένης χωρητικότητας για το φτηνό νυχτοκάματο, «καίγοντάς» την σε εκτεταμένες τουρνέ και ψαλιδίζοντας έτσι την όποια φιλοδοξία για αληθινή δισκογραφία αυτού του λαϊκού και ευκολόπιστου κοριτσιού.
Η Tina Turner ήταν ένα ακατέργαστο αγρίμι της σκηνής, που τραγουδούσε με τη σαρωτική δύναμη που θα είχαν 10 big mamas μαζί, αλλά και με τη λεπτότητα των κοριτσιών της Motown όποτε το ήθελε. Συνδύαζε μάλιστα την πηγαία σωματική κίνηση και τον οργιώδη χορό ενός Mick Jagger με τη φινέτσα θα είχε κάθε soul ντίβα στα 70s. Δυστυχώς, όμως, δεν είχε τη δισκογραφία που θα της άξιζε. Η Turner άξιζε να μείνει στην ιστορία σαν κάτι παραπάνω από τον θηλυκό Joe Cocker.
H τίμια, μα αποτυχημένη συνεργασία με τον Phil Spector, δεν επέτρεψε στην Turner να κάνει solo καριέρα μια ώρα αρχύτερα. Η μακροχρόνια κακοποίηση, ο απόλυτος έλεγχος και η ψυχολογική φθορά που η υπέστη κάτω από τα κόμπλεξ και τις αυτοκατστροφικές καταχρήσεις του Ike Turner περιγράφονται με ενδιαφέρον τρόπο σε τούτο το βιογραφικό ντοκιμαντέρ. Το μεγάλο πρόβλημα ωστόσο είναι η έλλειψη μουσικής. Λες και οι δημιουργοί δεν είχαν τα δικαιώματα και περιορίστηκαν στο “What's Love Got to Do with It”. Καμία αναφορά στα 90s, στην επιστροφή με το τραγούδι του James Bond, ενώ πολλές επιτυχίες (από το OST του Mad Max μέχρι το Private Dancer) δεν ακούγονται καν. Ενώ λοιπόν το φιλμ ξεκινάει ζωηρά, κλείνει την ιστορία βιαστικά και προσπερνάει ολόκληρες δεκαετίας περιληπτικά, για να κλείσει την ιστορία με ένα βολικό happy end για μια γυναίκα που κατάφερε να αγαπηθεί. Κακό πράγμα τελικά να έχουν οι ίδιοι οι καλλιτέχνες τον τελικό έλεγχο της βιογραφίας τους.