Το φετινό καλοκαίρι είναι ίσως το πιο δύσκολο και σκληρό που έχει γνωρίσει η παγκόσμια κινηματογραφία. Εξαιτίας του ολέθρου που έφερε στον κλάδο ο φόβος της διάδοσης του Covid-19, έπρεπε να πέσουν στο τραπέζι δραστικές προτάσεις για να συντηρηθεί η «ιερή» σχέση του θεατή με τη μεγάλη οθόνη, όσο οι κινηματογράφοι έμεναν σε αναστολή λειτουργίας. Ανάμεσα στις επιχειρηματικές λύσεις που δόθηκαν ήταν η αναβίωση των drive-in, καθώς ο ανοιχτός χώρος και η ασφάλεια του αυτοκινήτου εξυπηρετεί τον ψυχαναγκασμό της κοινωνικής αποστασιοποίησης. Βέβαια, πολλοί θεατές ίσως να μη γνωρίζουν κάποια πράγματα γύρω από τη μυθολογία της συγκεκριμένης αμερικάνικης παράδοσης και θεωρούμε πως μια μικρή αναδρομή στην παράξενη συνήθεια που μεσουράνησε στην Αμερική στα 50s και τα 60s, θα είναι χρήσιμη.
Η ιστορία των drive-in κινηματογράφων τοποθετείται γύρω στο 1933 και εμπνευστής τους φημολογείται πως ήταν ένας τύπος με το όνομα Richard Hollingshead. Η ιστορία λέει πως η ιδέα μπήκε σε εφαρμογή συμπτωματικά και χωρίς σοβαρές φιλοδοξίες, καθώς ο Hollingshead έβρισκε άβολα τα καθίσματα στις αίθουσες και δύσκολα αποχωρίζονταν την ασφάλεια του αυτοκινήτου του. Αυτή η συνθήκη δημιούργησε το πειραματικό Park-In Theater στο Νιου Τζέρσεϊ, ένα αξιοπερίεργο που δεν άργησε να δημιουργήσει μόδα και σε άλλες πολιτείες των Η.Π.Α. με περισσότερους από 20 κινηματογράφους τέτοιου είδους, με εισιτήριο που έφτανε τα 25 σεντς. Ωστόσο, το πέρασμά των drive-in στην νεανική κουλτούρα θα έρθει κάποια χρόνια αργότερα και η απογείωσή τους θα συμβεί ταυτόχρονα με την έκρηξη του rock’n’roll στα μέσα της δεκαετίας του ’50. Ήταν η εποχή που οι λεγόμενοι baby boomers, οι οποίοι αποτελούσαν το εργατικό δυναμικό της μεταπολεμικής εποχής, σχημάτιζαν τις πρώτες νεόπλουτες οικογένειες που είχαν τη δυνατότητα να μετακομίσουν στα καθαρά προάστια και που μπορούσαν να αγοράσουν στα παιδιά τους εντυπωσιακά, ευρύχωρα αυτοκίνητα. Τα drive-in όπως και οι δίσκοι 45 στροφών ήταν κάποια από τα πρώιμα βήματα που συνέβαλαν στην νομιμοποίηση του διαχωρισμού εφήβων και ενηλίκων σε επίπεδο ψυχαγωγίας. Είναι η εποχή που η ψυχαγωγία των «νέων» έχει διαχωριστεί για πρώτη φορά στην ιστορία από την ψυχαγωγία των «μεγάλων» και αυτά τα στέκια αποτελούν το πιο μοντέρνο σημείο συνάντησης.
Αυτή είναι η επιδερμική προσέγγιση που έχει καταγραφεί στις επίσημες (και ενοχικές) σελίδες της ιστορίας της δυτικής pop κουλτούρας, όπως αυτή έχει μυθοποιηθεί σε ταινίες όπως το American Graffiti (1973) με τα πρώιμα rockabilly μαλλιά και το ντύσιμο των αγοριών και την ζαχαρωμένη συμπεριφορά των κοριτσιών που έπαιρναν τον ρόλο της ποθητής μαζορέτας και έπιναν μιλκ σέικ στα ραντεβού. Η θεσμοθέτηση του εφηβικού ραδιοφώνου ενίσχυσε την κουλτούρα του drive-in, καθώς οι rock μπαλάντες στα ηχεία του αυτοκινήτου προσέδιδαν κάτι στην πρωτόγνωρη εμπειρία θέασης ταινιών.
Όλα τα παραπάνω, ασφαλώς, και βασίζονται σε αληθινές μνήμες, όμως, υπάρχει και μια αθέατη ιστορία των drive-in που αποτελούσε στην ουσία το καύσιμο για την μακροημέρευσή τους. Διαφορετικά, θα είχαν κι αυτά εξαλειφθεί σαν πρόσκαιρη μόδα των ξεσαλωμένων πιτσιρικάδων που ήταν ενθουσιασμένοι πίσω απ’ το τιμόνι και ένιωθαν επαναστάτες σαν τον James Dean. Στην πραγματικότητα, οι ταινίες που έβρισκαν το δρόμο τους στις προβολές των υπαίθριων drive-in ήταν σχεδόν πάντα εκτός κυκλώματος διανομής. Ποτέ οι κινηματογράφοι αυτοί δεν έπαιζαν ταινίες πρώτης προβολής, ούτε καν επαναλήψεις των περασμένων σεζόν. Οι σκαπανείς της underground σινε-κουλτούρας, αυτοί που αργότερα θα δόξαζαν την grindhouse διανομή, έβρισκαν αυτό που ζητούσαν στις αίθουσες που έπαιζαν όσα οι κεντρικοί κινηματογράφοι δεν έπαιρναν το ρίσκο να δείξουν. Μάλιστα, δεκάδες ταινίες του περιθωρίου όπως το The Blob ή το Beach Blanket Bingo σημείωσαν επιτυχία κυρίως στα drive-in. Οι ρακοσυλλέκτες των b-movies θα ανακάλυπταν χαμένα διαμάντια με ήρωες μηχανόβιους, exploitation με βρώμικους μπάτσους, trashy ταινίες με καράτε, blaxploitation με groovy soundtrack, b-movies με τέρατα, γοτθικό horror με μπόλικο αίμα και φυσικά πολλές ταινίες πορνό.
Το drive-in προσέφερε την ασφάλεια του αυτοκινήτου για τους θεατές που ήθελαν να κάνουν σεξ κατά τη θέαση της ταινίας ή να κάνουν ελεύθερα χρήση ναρκωτικών χωρίς τον φόβο της αστυνομίας. Ιδιαίτερα η κρυφή gay κοινότητα των προαστίων έβρισκε μια σωτήρια διέξοδο για ραντεβού στις πίσω σειρές των drive-in. Αυτή η αντικουλτούρα που άνθισε μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '70, θα έσβηνε οριστικά με την έλευση του βίντεο και με την mainstream επιτυχία ορισμένων ταινιών πορνό, που άνοιξαν το δρόμο σε αίθουσες που ειδικεύονταν σε αυτό το ρεπερτόριο, με ολονύχτιες προβολές και χωρίς να έχουν «εχθρό» το ξημέρωμα. Ακόμη και στην Ελλάδα έχει καταγραφεί ένα μικρό πέρασμα των drive-in κινηματογράφων στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, κυρίως ανάμεσα στις χρονιές 1975 και 1985, σχεδόν αποκλειστικά με ακατάλληλες ταινίες.
Από τη δεκαετία του '80 και μετά η ανάγκη για low-budget b-movies καλύπτεται από την άνθηση των underground κινηματογράφων και το home cinema μέσω των VHS καλύπτει την ανάγκη για ιδιωτικότητα κατά την θέαση ταινιών εκτός του mainstream αλλά και εκτός του φεστιβαλικού κυκλώματος. Σήμερα, όσα venues από τα 4.000 συνολικά που λειτούργησαν ως drive-in δεν έχουν βάλει λουκέτο ως αίθουσες, έχουν μετατραπεί σε multiplex. Επιπλέον, τα αυτοκίνητα που κυκλοφορούν στους δρόμους δεν είναι πια Chevrolet Convertible ούτε Buick για να ανεβαίνει η οροφή.
Τίποτα από τα παραπάνω δεν βρίσκει ζωτικό έδαφος στο πονεμένο κινηματογραφικό καλοκαίρι του 2020. Ωστόσο πολλοί είναι αυτοί που πιστεύουν ότι η ιδέα του drive-in μπορεί να αναβιώσει ως trend. Προφανώς και κάθε γενιά έχει τις δικές της ανάγκες να καλύψει. Ωστόσο, καλό είναι να γνωρίζουμε την ιστορία και τις ειδικές συνθήκες που έθρεψαν στο παρελθόν αυτά τα ιδιαίτερα φαινόμενα λαϊκής ψυχαγωγίας, προτού τα ανασκευάσουμε στη δική μας καθημερινότητα.