Όσοι αγαπούν το σινεμά του Woody Allen, έχουν το προνόμιο να απολαμβάνουν ένα ετήσιο κινηματογραφικό ραντεβού μαζί του. Ξέρουν ότι, κάποια στιγμή, μέσα στη χρονιά, θα πάνε σε μια αίθουσα, τα φώτα θα χαμηλώσουν, θα πέσουν τα θρυλικά ασπρόμαυρα ζενερίκ (που δεν άλλαξαν ποτέ) με κάποιο swing τραγούδι από τα 30s και για μιάμιση ώρα θα βρίσκονται σε καλά χέρια. Η ταινία είναι άλλες φορές σπουδαία και άλλες μέτρια. Δεν έχει σημασία. Το ραντεβού είναι μια ιεροτελεστία που πρέπει να τηρείται ευλαβικά, όπως θα έλεγαν και οι καλύτεροι ψυχαναλυτές της Νέας Υόρκης. 

Αυτό το ραντεβού έσπασε το 2018, όταν η 47η μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας που σκηνοθέτησε ο Allen, με τίτλο A Rainy Day in New York έμεινε στο συρτάρι. Ένα νέο κύμα εκδικητικής υστερίας στράφηκε ξανά στο πρόσωπό του πριν τρία χρόνια, με αποτέλεσμα το συμβόλαιό του με την Amazon να ακυρωθεί. Ο Woody Allen, στα 84 του χρόνια, ένιωσε κουρασμένος και προδομένος. Θεώρησε ότι αυτό το χρονικό κενό ήταν ιδανικό για να καταγράψει την ιστορία του. Άλλωστε, ξέρει ότι δεν έχει πολύ χρόνο μπροστά του. 

Μέσα στις σελίδες του Apropos of Nothing, ο Woody Allen προσπαθεί να χωρέσει όλη τη ζωή του και να αφηγηθεί τα πιο σημαντικά περιστατικά που τον διαμόρφωσαν. Τα κεφάλαια ρέουν απολαυστικά. Στην αρχή η αφήγηση κάνει ένα σλάλομ στα παιδικά χρόνια του, μέσα από την οικογένειά του, την ενασχόληση με την κωμωδία, το πέρασμα στον κινηματογράφο στα τέλη του '60, τον ήσυχο πρώτο γάμο του με την Harlene Rosen και την εκρηκτική συμβίωση με την μανιοκαταθλιπτική Louise Lasser. Σε αυτό το κομμάτι, οι περιγραφές του Allen είναι γάργαρες και ζωντανές. Αν θυμάστε το voice over στο Radio Days, το συναίσθημα είναι ίδιο. Μέσα από τις περιγραφές του, ξεπηδούν απίστευτοι χαρακτήρες, όπως κομπιναδόροι της γειτονιάς, γραφικοί συγγενείς και ιδιόρρυθμοι φίλοι, σε ιστορίες όπως αυτές που συζητούν οι ήρωες του Broadway Danny Rose. Σε αυτές τις σελίδες διέκρινα πάνω από δέκα «γουντιαλενικά» σενάρια και διηγήματα που δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ. Οι πληροφορίες για τον καλλιτεχνικό κόσμο της Νέας Υόρκης της δεκαετίας του '50 είναι πολύτιμες. Όλα περνάνε μέσα από τον αμίμητο σχολιασμό του αφηγητή: οι δουλειές σε στέκια κωμωδίας, τα πρώτα stand ups, οι θεατρικές δουλειές off-Broadway, τα σκετς στο ραδιόφωνο, τα πρώτα γραψίματα για τηλεοπτικά σόου, οι δουλειές στα καταγώγια του Μανχάταν και οι επιτυχίες στο πλευρό του Johnny Carson. Μέσα σε αυτές τις σελίδες, ο Allen ευχαριστεί με αξιοθαύμαστο τρόπο τους ανθρώπους που του στάθηκαν, μιλάει με τρυφερότητα και αγάπη για την Diane Keaton και ξεκαθαρίζει κάποιες παρανοήσεις γύρω από την περσόνα του, όπως ότι δεν υπήρξε ποτέ διανοούμενος και πως ήταν ιδιαίτερα αθλητικός τύπος. 

Στις πρώτες σελίδες, ο αναγνώστης αισθάνεται σαν τον ψυχαναλυτή που έχει τον Woody Allen στο ντιβάνι να αναλύει με νευρωτικό στυλ, ιστορίες από την εβραϊκή του οικογένεια και να του περιγράφει τις αποτυχίες και τις επιτυχίες του σαν κωμικός. Στη συνέχεια, μαθαίνουμε παρασκηνιακές πληροφορίες για την, τραυματική σχεδόν, συμμετοχή του Allen στο σενάριο του What's New Pussycat (1965) και του Casino Royale (1967), τις οποίες ο ίδιος απεχθάνεται μέχρι και σήμερα.Μιλάει και για την εμπλοκή του στο θέατρο, με τα έργα Play It Again, Sam (έγινε ταινία το 1972 από τον Herbert Ross) και το Don't Drink the Water (το διασκεύασε ο ίδιος για την τηλεόραση, πολλά χρόνια αργότερα). Κάπου εκεί αλλάζει ο τόνος των αφηγήσεων και περνάμε στα πρώτα δημιουργικά χρόνια του ιδιοφυούς κωμικού auteur, ο οποίος τραβάει τον δικό του μοναχικό δρόμο, με απόλυτο δημιουργικό έλεγχο και με ξεχωριστή φωνή. Οι σελίδες ρίχνουν φως σε μια αξεπέραστη δημιουργικά εποχή, ανάμεσα σε δυο ψευδοντοκιμαντέρ: το παρανοϊκό Take the Money and Run (1969) και το κοινωνιολογικό μανιφέστο του Zelig (1983). Ο δημιουργός τους, αφηγείται ιστορίες πίσω από την έμπνευση της extreme παρωδίας Bananas (1971) και του παραληρηματικού Love and Death (1975). Μέχρι, φυσικά, το αριστούργημα Annie Hall (1977), που άλλαξε μια για πάντα το genre της ρομαντικής κομεντί, αλλά και το σινεφίλ επίτευγμα του Manhattan (1979). Ο Woody Allen μας αναλύει με χάρη και αποστασιοποίηση, τους λόγους που παρεξηγήθηκε, μεταξύ άλλων, το μπεργκμανικό Interiors (1978) και το αυτοβιογραφικό Stardust Memories (1980) και μιλάει για την jazz, το κλαρινέτο, τα Όσκαρ και άλλα θέματα που δεν θες να εξαντληθούν ποτέ. Κάπου εκεί, έρχεται η Mia Farrow στη ζωή του και κάπως έτσι, αλλάζει ξανά το ύφος του βιβλίου. 

Ο Allen είναι αξιοπρεπής και δεν έχει καμία σχέση με την cancel culture που στήνει καθημερινό πανηγύρι πάνω σε ακραίο κουτσομπολιό. Περιγράφει, λοιπόν, το ξεκίνημα της σχέσης του με την Mia Farrow, με την τρυφερότητα και την φροντίδα που του αρμόζει. Μας εξηγεί τι τον γοήτευσε σε αυτό το όμορφο και λαμπερό κορίτσι και τον τρόπο που η σαγηνευτική της αύρα, τον έκανε να μη δώσει σημασία σε «κόκκινες σημαίες» που ήταν εκεί από την πρώτη μέρα και έπρεπε να τον κάνουν να τρέξει μακριά και να πάρει ασφαλιστικά μέτρα. Ο σκηνοθέτης αφιερώνει ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου στο να παραθέσει, με λογικό και ψύχραιμο τρόπο, όλα τα εξωπραγματικά ψέματα που εξαπέλυε η Mia Farrow επί σειρά ετών με στόχο να τον εξοντώσει. Ο ίδιος απορεί (όπως και όλοι οι νοήμονες άνθρωποι) που ακόμη υπάρχει κόσμος που θεωρεί ότι είναι «παιδεραστής» (!) που «βίασε» (!) την «ανήλικη» (!) «κόρη του» (!!!) – πόσα λάθη σε λίγες λέξεις. Μάλιστα, ο ίδιος αισθάνεται ντροπή που το στρατόπεδο της Farrow εκμεταλλεύτηκε το hype ενός δίκαιου νεοφεμινιστικού ρεύματος (#metoo) για να εξαπολύσει ένα νέο κύμα συκοφαντικού μίσους. 

Μετά το νοσηρό κλίμα υστερίας και παραπληροφόρησης, ο Allen αφιερώνει μερικά κεφάλαια και μας εξηγεί τα αυτονόητα. Με την Farrow δεν παντρεύτηκαν ποτέ. Σε όλη τη διάρκεια της 12ετούς επαφής τους, ουδέποτε έζησαν στο ίδιο σπίτι και κοιμήθηκαν μαζί μόνο μερικές νύχτες, τα πρώτα δυο χρόνια της σχέσης τους. Μέχρι το 1990, η επαφή τους είχε γίνει απολύτως τυπική και είχε περιοριστεί στις κινηματογραφικές συνεργασίες τους. Άλλωστε, η Mia Farrow συμμετείχε σε 12 ταινίες του σκηνοθέτη που κατάφερε να γυρίσει σε ισάριθμα χρόνια, μέχρι το 1992 και το υπέροχο Husbands and Wives. Ο Allen έδειξε αφοσίωση μόνο στην Dylan Farrow, την οποία δέχτηκε να υιοθετήσει, αλλά και τον Moses Farrow. Με τα υπόλοιπα παιδιά, δεν είχε καμία επαφή. Η πρώτη ουσιαστική επαφή του με την 20χρονη, τότε, Soon-Yi Previn, έγινε μόλις το 1990. Στη δεκαετία του '80, ο Γούντι Άλεν δεν βρέθηκε ποτέ μόνος του μαζί της. Το 1992 η Mia ανακάλυψε ότι ο 56χρονος, τότε, Allen και η υιοθετημένη κόρη της είχαν ξεκινήσει μια ρομαντική σχέση μερικούς μήνες πριν. Η οργή της Farrow ήταν μεγάλη. Έλεγε στα υπόλοιπα παιδιά ότι ο μπαμπάς τους είναι ανώμαλος και ότι βίαζε την «νοητικά καθυστερημένη» αδερφή τους. Το σπίτι γέμισε με χαρτιά και σημειώσεις σε πόρτες και τοίχους, που έγραφαν ότι ο παιδόφιλος είναι ανεπιθύμητος, μιας και αφού αποπλάνησε τη μία αδερφή, τώρα είχε βάλει στο μάτι και τη μικρή, που ήταν 7 χρονών. Η Mia Farrow υπήρξε βάναυση και ασκούσε σωματική βία στα παιδιά της και οι κατηγορίες της χαρακτηρίστηκαν παρανοϊκές σε δυο ξεχωριστές έρευνες, προτού αποσυρθούν ως ανυπόστατες. 

Σύμφωνα με το φανταστικό σενάριο, ενώ  ο Woody Allen ζούσε ένα δραματικό και δυσβάστακτο δικαστικά διαζύγιο, με όλα τα ΜΜΕ να τον καταδιώκουν και πάνω που ξεκινούσε μια ρομαντική σχέση με την 22χρονη Soon-Yi (η οποία δεν ήταν προϊόν φετιχισμού προς νεαρότερες γυναίκες, καθώς μετράει 30 χρόνια πλέον, με τα 23 από αυτά, σε έναν ευτυχισμένο γάμο), βρήκε τρόπο να απομονώσει για λίγα λεπτά την Dylan και να την κακοποιήσει σεξουαλικά, σε μια επίσκεψη στο σπίτι με παρούσες νταντάδες και αστυνομικούς. Ο Allen πέρασε ανιχνευτή ψεύδους, τον οποίο η Farrow αρνήθηκε να περάσει. Η Dylan αναγκάστηκε με το ζόρι να ομολογήσει στην κάμερα ότι ο μπαμπάς της έκανε κάτι κακό, μετά από τρεις μέρες γυρισμάτων και μοντάζ. Όσες νταντάδες αρνήθηκαν να ενισχύσουν τα ψέματα, απολύθηκαν αμέσως. Όσον αφορά τη ζωή της Farrow, ο πατέρας της κακοποιούσε τους αδερφούς της, ενώ, ο αγαπημένος αδερφός της πήγε στη φυλακή, καθώς κρίθηκε ένοχος για βιασμό αγοριών. Η ίδια παντρεύτηκε τον Frank Sinatra όταν ήταν 21 ετών. Ο Frank ήταν 50 όταν άρχισαν να βγαίνουν. Αν οι κατηγορίες για «ανήθικη» σχέση ευσταθούν για τον Allen, τότε θα πρέπει να «καίνε» και τον πρώτο σύζυγό της. Πολλά από τα παιδιά που υιοθέτησε, αυτοκτόνησαν από κατάθλιψη. Κανείς δεν κατηγόρησε για παιδεραστία τον Allen πριν ή μετά τη Farrow, ενώ δεν είχε ποτέ σχέσεις με νεαρότερες γυναίκες. Ο άλλος γιος της, ο Moses, βγήκε πριν μερικά χρόνια και είπε την αλήθεια στο blog του, ομολογώντας ότι η μητέρα τους ήταν περίπου ψυχοπαθής και τους έκανε πλύση εγκεφάλου, ενώ τους χτυπούσε συστηματικά. Ο Allen δίνει απίστευτες λεπτομέρειες πάνω σε πολλά ζητήματα που αφορούν τα παραπάνω περιστατικά. Τα λέει με αγάπη για τα κακοποιημένα παιδιά, με πικρία για τις τσακισμένες σχέσεις και με την στεναχώρια ενός ανθρώπου που δεν έχει πολύ χρόνο μπροστά του και έχει να αντικρίσει την κόρη που αγάπησε πάνω από 25 χρόνια. 

Όσο για την καριέρα του, ο Allen υμνεί τις ερμηνείες της Farrow στο Alice (1990) και το Another Woman (1988). Eκτιμάει ότι έπρεπε να κόψει την ιστορία που έπαιζε ο ίδιος και να αφήσει χώρο στην ιστορία του Martin Landau στο Crimes and Misdemeanors (κάνεις λάθος Woody, η μια συμπληρώνει την άλλη ιδανικά). Θαυμάζει την ακατέργαστη ενέργεια του Husbands and Wives (1992), την ομορφιά του Bullets Over Broadway (1994) και την ανεμελιά του Everyone Says I Love You (1996), ενώ βαριέται το Small Time Crooks (2000). Δεν εμβαθύνει πολύ στη φιλμογραφία του των δύο τελευταίων δεκαετιών και προτιμά να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του στους ηθοποιούς με τους οποίους συνεργάστηκε και αυτούς που τον στήριξαν. Εκφράζει τον θαυμασμό του για την Scarlett Johansson (Match Point) και την Emma Stone (Magic in the Moonlight). Μιλάει για τη λατρεία του στον Tennessee Williams και το πώς προσπάθησε να τον μιμηθεί σε ταινίες του όπως το Blue Jasmine και το Wonder Wheel. Μιλάει για πολλά και με μπόλικη γενναιοδωρία. 

Το πότε θα προβληθεί η 48η σκηνοθετική δουλειά του Woody Allen, με τίτλο Rifkin's Festival είναι άγνωστο. To πόσες ταινίες έχει ακόμη μέσα του, επίσης είναι άγνωστο. Μπορεί να είναι πολλές, μπορεί και καμία. Το σίγουρο είναι ότι ο σκηνοθέτης αισθάνεται τυχερός που πέτυχε όσα πέτυχε, αλλά και ότι δεν θαυμάζει τη δουλειά του όσο εμείς, Πλησιάζοντας τα 85, νιώθει μια πίκρα για το ότι υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που έχουν μια θολή ιδέα περί «αποπλάνησης της ανήλικης κόρης του». Η αυτοβιογραφία του, Apropos of Nothing, αφήνει μια πικρή γεύση στο τέλος. Τουλάχιστον, όμως, ο ίδιος έχει βρει την αγάπη στο πλευρό της πιστής συντρόφου του, την οποία δεν έχει αποχωριστεί ποτέ και μαζί βλέπουν τα παιδιά τους να μεγαλώνουν και να σπουδάζουν σε υγιές και ασφαλές περιβάλλον. Ακόμη και οι εκδοτικοί οίκοι αρνήθηκαν να εκδώσουν το βιβλίο του γιατί υπέκυψαν στις εκβιαστικές πρακτικές που εφαρμόζει η αυλή του Ronan Farrow. Δεν το κατάφεραν. Οι ταινίες του, τα βιβλία του και τα έργα του θα είναι για πάντα εκεί. Οι υπόλοιποι που τον έβλαψαν, ας ψυχορραγούν μέσα από κίτρινα clickbait, ας οργανώνουν εκστρατείες μίσους, ας καπηλεύονται ανθρωπιστικά κινήματα για τα πάθη τους και ας τρώνε τις σάρκες του για να νιώσουν σημαντικοί. 

 

Η αυτοβιογραφία του Woody Allen, Apropos of Nothing, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Arcade Publishing.

{youtube}psyn31Nmxww{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured

Best of Network

Δεν υπάρχουν άρθρα για προβολή