Η Λάρα στροβιλίζεται ισορροπώντας στις μύτες των ποδιών της. Οι πουέντ τη ματώνουν, όμως το βλέμμα της δεν προδίδει τίποτα –μόνο προσήλωση. Η Λάρα χορεύει, χορεύει ασταμάτητα, σαν καλοκουρδισμένη μπαλαρίνα μουσικού κουτιού, του οποίου το καπάκι ξεχάστηκε ανοιχτό. Κοφτές προσταγές αντί για μουσική δίνουν το τέμπο. Αυτό που θα έπρεπε να είναι αρμονία και χαρά, γίνεται μάχη με έναν μόνο πεσόντα.
Η Λάρα πέφτει, ξανά και ξανά, αλλά σηκώνεται πάντα, παλεύοντας χωρίς ανάσα και χωρίς παρέκκλιση. Και ο φακός την ακολουθεί πιστά, εμμονικά, σ' ένα σχεδόν αδιάκοπο close-up· στο διάφανο δέρμα, στα χρυσαφένια μαλλιά, στα τραύματα, στο επίπεδο στήθος, στους μύες των χεριών της, στο καλοσμιλεμένο της προφίλ. Είναι όμορφη η Λάρα κι έχει χάρη, αλλά όχι αρκετή. Το σπαγκάτ της δεν είναι τέλειο, οι στροφές της μένουν μισές. Δεν είναι αρκετά χορεύτρια ακόμα. Δεν είναι αρκετά γυναίκα.
Είναι μια έφηβη. Ένα κορίτσι με λάθος σώμα. Μια έφηβη τρανς που ονειρεύεται να γίνει μπαλαρίνα.
Το περιβάλλον στο οποίο ο σκηνοθέτης Λούκας Ντοντ τοποθετεί την ηρωίδα του δεν είναι ισοπεδωτικό, τουλάχιστον όχι σε πρώτη ματιά. Βρισκόμαστε στο Βέλγιο, σε μια κοινωνία Δυτική και (θεωρητικώς) εκπαιδευμένη πια στη διαφορετικότητα. Η οικογένειά της δεν περιλαμβάνει μητέρα, αλλά ο μικρός αδελφός της Λάρα τη λατρεύει και ο πατέρας της την περιβάλλει με τρυφερότητα, κατανόηση και όση διακριτικότητα του επιτρέπει η σιωπηλή του ανησυχία. Κάνει ό,τι μπορεί για να της ανοίξει διάπλατα τον δρόμο προς το όνειρό της: να χορέψει στην κορυφαία σχολή της πόλης και να αποκτήσει την ταυτότητα για την οποία νιώθει γεννημένη. «Δεν θέλω να γίνω παράδειγμα», λέει η Λάρα, φασκιώνοντας τα χαρακτηριστικά του φύλου της, ωθώντας το κορμί της στα όριά του, επιμένοντας. «Θέλω να γίνω κορίτσι».
Όλα δείχνουν να την οδηγούν στον στόχο της: μια ομάδα γιατρών παρακολουθεί στενά την ορμονοθεραπεία της και την προετοιμασία της για την εγχείρηση αλλαγής φύλου. Η μοναδική στιγμή που ο πατέρας της κάνει περισσότερες ερωτήσεις από όσες εκείνη του επιτρέπει, είναι όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με την εσωστρέφεια και τη μυστικότητα που χαρακτηρίζουν σχεδόν όλους τους εφήβους.
Όμως η Λάρα δεν είναι μια τυπική, μοναχική 15χρονη. Εκτός από το ίδιο της το σώμα, το οποίο αντιστέκεται στις ορμόνες και δεν αλλάζει, πρέπει να πολεμήσει με τη σεξουαλικότητα που αναδύεται απρόσκλητη και τη μπερδεύει, καθώς και με την ενοχή που της γεννούν όσοι δεν ανήκουν στον ασφαλή, περιορισμένο της κύκλο: όταν οι συμμαθήτριές της καταλάβουν ότι δεν είναι ένα κορίτσι σαν όλα τα άλλα, θα επιβεβαιώσουν ξανά ότι ο φόβος απέναντι στο διαφορετικό δεν έχει καθόλου ξεριζωθεί. Φωλιάζει ύπουλα μέσα μας, κρυμμένος κάτω από στρώματα πολιτικής ορθότητας και πλαστής, καταναγκαστικής ευγένειας· έτοιμος ανά πάσα στιγμή να ορθώσει τα τείχη που χωρίζουν «εμάς» από τους «άλλους».
Η ιστορία του Κοριτσιού (που κέρδισε Χρυσή Κάμερα, Βραβείο FIPRESCI και βραβείο Ερμηνείας για τον εκπληκτικό πρωταγωνιστή Βίκτορ Πόλστερ στις Κάνες, ενώ είναι η υποψηφιότητα του Βελγίου για το ξενόγλωσσο Όσκαρ) αποτυπώνεται απλή και δυνατή. Η ένταση, η μαγεία και ο πόνος της ηρωίδας συμπυκνώνονται στο βουβό, σχεδόν υπεράνθρωπο πείσμα της, το οποίο δίνει μάθημα δύναμης και αξιοπρέπειας σε όσους δεν έχουν ακόμα δεχτεί το δικαίωμα του καθενός να είναι αυτό που θέλει να είναι. Ο Ντοντ την ακολουθεί με θαυμασμό και, αποφεύγοντας το μελόδραμα και τον διδακτισμό, τυλίγει με άπλετο φως όχι μόνο την αφοσίωση στον στόχο της, αλλά και την ομορφιά και την απόλυτη καθαρότητά της.
Ακόμα και όταν η Λάρα φτάσει στα άκρα, θα παραμείνει μια ηρωίδα πεντακάθαρη, διάφανη σαν κρύσταλλο.
Βέλγιο/Ολλανδία 2018
Σκηνοθεσία: Λούκας Ντοντ
Πρωταγωνιστούν: Βίκτορ Πόλστερ,Άριελ Βολτχάλτερ,Όλιβερ Μπόνταρντ
Διανομή: Seven Films