Ασταμάτητος χορός, ιαχές ενθουσιασμού, χειροκροτήματα, σφυρίγματα και καταιγιστικός ρυθμός. Αυτή ήταν η εικόνα στην όχι κατάμεστη μα οπωσδήποτε γεμάτη Τεχνόπολη το βράδυ της περασμένης Τετάρτης, από τις 10 και κάτι που εμφανίστηκαν στη σκηνή οι Dub Inc., ως λίγο πριν τα μεσάνυχτα που μας αποχαιρέτησαν, υποσχόμενοι να ξανάρθουν. Την ξέρω την καραμέλα και παλιότερα την πιπίλαγα κι εγώ: όλο τα ίδια βλέπουμε, ξανά-μανά τους ίδιους καλλιτέχνες, πού είναι τα καινούργια ονόματα, γιατί να πάω να δω τους Dub Inc. για έκτη φορά κτλ. Δεν κλείνω τα μάτια μου, συμφωνώ ότι το ελληνικό κοινό είναι συντηρητικό και καχύποπτο απέναντι στο νέο και διαφορετικό. Σας προτείνω όμως να ανοίξετε τα δικά σας στο γεγονός ότι οι περισσότεροι από όσους έρχονται και ξανάρχονται δίνουν live-δυναμίτες, χάρη στα οποία διατηρούν και ανανεώνουν την εμπιστοσύνη του κόσμου. Πρόκειται για ιστορία με δύο όψεις, εξίσου αληθείς.

Dub_2_support

Η βραδιά στην Τεχνόπολη ξεκίνησε με τους δικούς μας Fundracar. Δικαιολογημένη μεν ηχητική επιλογή για support σε μια τέτοια συναυλία, άνευρο όμως –όπως αποδείχθηκε– «ορεκτικό»: με το άνοιγμα κιόλας των Dub Inc. ένιωθες πόσο πίσω βρίσκονταν οι συμπατριώτες μας σε πλήθος πραγμάτων. Δεν την υποτιμώ την προσπάθεια που, εμφανώς, έχουν καταβάλει. Οι στιβαρές στιγμές της rhythm section φανέρωναν και τα συναυλιακά χιλιόμετρα που έχει διανύσει η κολεκτίβα και τη μελέτη που έχει ρίξει πάνω στο dub ιδίωμα και στα σχετικά fusion. Ωστόσο, δύσκολα απέφευγες το συμπέρασμα ότι είχες μπροστά σου κάτι αντίστοιχο με τα πρώτα ελληνικά ροκ συγκροτήματα: όλη η προσπάθεια των Fundracar εξαντλείται στο να μιμηθούν τα διεθνή κελεύσματα. Και, όπως σε εκείνα τα ροκ συγκροτήματα τη μεγαλύτερη ζημιά έκαναν συνήθως οι τραγουδιστές, έτσι συμβαίνει και στη δική τους περίπτωση: η άρθρωση του Mr. Muzz αποδείχθηκε τόσο κακή, ώστε με μεγάλη δυσκολία καταλάβαινα τι έλεγε, παρότι τραγουδούσε στα ελληνικά…

Στην άτυπη τώρα reggae κόντρα που έχουν, μέσω των γραπτών τους, οι συναβοπολίτες Κωνσταντίνος Α. Πετρόπουλος και Βαγγέλης Πούλιος –ο πρώτος θεωρεί τους Dub Inc. ως την «πιο φρέσκια και πολυσυλλεκτική άποψη πάνω στη reggae», ο δεύτερος προκρίνει τους Groundation σε μια τέτοια θέση– συντάσσομαι μάλλον με τον δεύτερο. Δεν θα με βρείτε να ακούω Dub Inc. στο σπίτι μου, δεν είμαι από όσους θεωρούν μεγάλο τραγούδι το “Rude Boy” (όπως πολλοί στην Τεχνόπολη, που το υποδέχτηκαν βασιλικά στο encore) και βρίσκω ότι, δισκογραφικά, οι Γάλλοι εξάντλησαν νωρίς όσα είχαν να μας πουν: κατοπινά άλμπουμ όπως το Hors Controle (2010) συντηρούν μεν κεφάτα ένα ευφυές υβρίδιο, το οποίο όμως γρήγορα έγινε μανιέρα και ευκολία –του στιλ λίγο γκρούβα, λίγο world fusion και η Αριστερά μου, κατά το λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και το αγόρι μου.

Dub_4 

Ωστόσο, επί σκηνής, οι Dub Inc. είναι ένα διαφορετικό συγκρότημα, είναι αυτό που λέμε «από άλλον πλανήτη». Είναι απλά καταπληκτικοί, με όλη τη σημασία την οποία μπορεί να έχει αυτή η τόσο φθαρμένη από τη χρήση λέξη. Η απόδοσή τους; Πιο ενεργητική δεν γίνεται. Μιλάμε για ιδρώτα και κοπάνημα, που μεταδόθηκε από τη σκηνή προς την πλατεία με ρυθμό πυρκαγιάς ήδη από το πρώτο τους track. Η επικοινωνία με το κοινό; Άριστη και με μια λογική μακριά από τις επικρατούσες αμερικανιές: συχνά έμπαινε, εντελώς αυτοσχεδιαστικά, μέσα στη ροή των τραγουδιών, γενόμενη ένα με τον παλμό τους χωρίς επιπλέον να χαλάει τη συνοχή της συναυλίας με λογύδρια. Το πολιτικό τους μήνυμα; Διατυπωμένο με σαφήνεια και με καθαρότητα, αλλά χωρίς πολλά-πολλά και δίχως αίσθηση προπαγάνδας: οι Dub Inc. είναι κόντρα στον Σαρκοζί, κόντρα στον ρατσισμό και κόντρα στα σύνορα μεταξύ ανθρώπων. Απλά –απλοϊκά, ίσως– μα σταράτα, χωρίς δακρύβρεχτους αριστερισμούς. Το στήσιμό τους στη σκηνή; Στρατηγικό. Ένας συμπαγής μουσικός «τοίχος», όπου ανακατεύονται επιτυχημένα το dub, η roots reggae, το αλγερινό rai (και η αραβική μουσική εν γένει) και ο Δυτικός ηλεκτρισμός, λειτουργεί ως θεμέλιο πάνω στο οποίο πατούν οι δύο τραγουδιστές της μπάντας. Ένα δίδυμο-φωτιά, το οποίο συνυπάρχει, αλληλοσυμπληρώνεται ή δρα αντιστικτικά, παρότι μιλάμε για δύο περσόνες με εντελώς διαφορετικούς άσσους στο μανίκι. Ο Komlan, ένας χαρισματικός MC με flow βουτηγμένο στο γρέζι και με μια κουλτούρα κατευθείαν βγαλμένη από τις λαμπρές στιγμές της γαλλικής hip hop στιγμές. Και ο –εμφανώς λεπτότερος, συγκριτικά με το παρελθόν– Bouchkour, ένας μεταμοντέρνος μουεζίνης, ο οποίος γεφυρώνει τα ανατολίτικα τσακίσματα του αμανέ με τον ρυθμό της reggae και της αφροαμερικάνικης κληρονομιάς.

Dub_3

Φεύγοντας από την Τεχνόπολη, συμμεριζόμουν στο ακέραιο τον ενθουσιασμό του πλήθους. Οι Dub Inc. είχαν κερδίσει κατά κράτος και είχαν ξεκουνήσει ακόμα και τους πιο αχόρευτους πισινούς. Δεν νομίζω ότι θα αλλάξω γνώμη για τις δισκογραφικές τους καταθέσεις, όμως θα πάω σίγουρα να τους ξαναδώ στην επόμενή τους συναυλία στην Αθήνα.

Dub_5

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured