Κυκλοφόρησες πρόσφατα το προσωπικό σου ντεμπούτο Comfort Food. Ξεδίπλωσε μας την ιστορία πίσω από τη δημιουργία του. Πού το έγραψες; Ποιοι συμμετέχουν; Πού συνέλαβες τις ιδέες;

Ένα πρωί κάλεσα τον King Elephant στο τηλέφωνο και του είπα πως τον είχα δει στον ύπνο μου. Μου απάντησε πως και εκείνος με είχε δει στον ύπνο του. Τον είχα καλέσει γιατί ένιωθα την ανάγκη να ξαναμπώ στο στούντιο. Ήταν άνοιξη του 2016 και ήταν μια χρονιά εσωτερικής ανάρρωσης. Με τον Γιάννη έχουμε μια κοινή γλώσσα, που έχει ως βάση το σκοτεινό μας τoπίο και τη σχέση μας με το φαΐ, φυσικά. Ξεκινήσαμε και μέσα σε μια εβδομάδα είχαμε ολοκληρώσει τους οδηγούς, κάτι που ήταν από την αρχή το ζητούμενο, μιας και το όλο vibe του δίσκου έπρεπε να βγει άμεσο και χωρίς ιδιαίτερα τεχνάσματα. Στην αρχή μόνοι μας και έπειτα με δύο κοντινούς μου φίλους, τον Άξιο και τον Βασίλη. Θεματολογικά είναι εμπνευσμένος από αυτά τα 3 χρόνια απουσίας, αλλά και από μια όμορφη και νοσηρή σχέση με έναν σημαντικό άνθρωπο.

Σε πυροδότησε κάτι συγκεκριμένο για να γράψεις μόνος σου μουσική; Γιατί αποφάσισες να βάλεις στην άκρη τους Egg Hell για να αρχίσεις μία σόλο καριέρα;

Οι Egg Hell ήταν μια προσπάθειά μου να κάνω μουσική σε ένα πιο γυαλισμένο και ομαδικό πλαίσιο. Δυστυχώς δεν προλάβαμε να εξελιχθούμε, αλλά νομίζω πως αυτή η αλλαγή ήταν κάτι που είχα ανάγκη για να μπορέσω να αισθανθώ άνετα με το καινούργιο υλικό.

46zzzMarw_2.jpg

Μέσα από το άλμπουμ αφηγείσαι ιστορίες όπως αυτή του Reverend Jones και της άτυχης Omayra. Τι σε έκανε να τις «απαθανατίσεις» μέσα από τα τραγούδια σου;

Αυτό έχει να κάνει πολύ με τη επαφή την οποία έχω με τη folk μουσική. Μου αρέσει πολύ να εκφράζω τα δικά μου ψυχικά τοπία έχοντας ως φίλτρο μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Πολλές φορές ανακαλύπτω τον εαυτό μου μέσα σε εκείνες, μετά από καιρό. Και αυτό είναι πάντα ένα μεγάλο δώρο.

Καθόλη τη διάρκεια του Comfort Food ακούω την ηχώ  του Bonnie "Prince" Billy. Πώς έχει επηρεάσει το έργο του τον ψυχισμό σου, αλλά και τις δικές σου δουλειές;

Η πρώτη φορά που άκουσα το "A Minor Place" ήταν μία από τις μεγάλες μουσικές μου στιγμές. Η πρώτη φορά που άκουσα Nirvana, η πρώτη φορά που πρόσεξα τους στίχους του Chico Buarque. Ο Bonnie "Prince" Billy είναι από τους μεγάλους μου έρωτες και πολύ συχνά η μουσική του με έχει συγκινήσει σε τέτοιον βαθμό, ώστε δημιουργήθηκε μέσα μου η επιθυμία να μπορέσω να κάνω κάποτε κάποιον να αισθανθεί το ίδιο. Προφανώς έχω πολύ δρόμο μπροστά μου.

46zzzMarw_3.jpg

Σε ποια πτυχή της δημιουργικότητάς σου θεωρείς πως διοχετεύεις τα ερεθίσματα, τις εικόνες και τις αναμνήσεις από τις βραζιλιάνικες καταβολές και εμπειρίες σου;

Νομίζω πως η Βραζιλία, λόγω της σχέσης μου μαζί της, εκφράζει ένα ξεχωριστό αλλά και τεράστιο κομμάτι της επιθυμίας. Μεγάλωσα πολύ μπερδεμένος από άποψη εθνικής ταυτότητας: ένα μεγάλο δώρο, αλλά ταυτόχρονα και μια ιδιαίτερη ψυχική ταλαιπωρία, κάτι που τοποθέτησε τους ανθρώπους, τα τοπία και τη σχέση μου μαζί τους σε ένα κλειστό σύνολο, προσβάσιμο κυρίως με φίλτρο την υποκειμενικότητα, την οποία έχει ως αποτέλεσμα η νοσταλγία. Νομίζω λοιπόν πως το ανεκπλήρωτο αυτής μου της σχέσης με τη Βραζιλία βγαίνει πολύ συχνά στην επιφάνεια όταν γράφω μουσική.

Πέρα από τη μουσική, ασχολείσαι και με το θέατρο. Παραμένεις δραστήριος στον χώρο; Αφήνεις ποτέ τη μία τέχνη να τροφοδοτήσει την άλλη;

Η επαφή μου με το θέατρο έχει διαμορφωθεί σε μια επαγγελματική σχέση, αλλά δυστυχώς μέχρι σήμερα λίγες φορές κατάφερα να τη συνδυάσω με την καλλιτεχνική έκφραση. Μου αρέσει πάντως να είναι χωριστά, κάτι που ίσως είναι και λίγο counter intuitive, όμως απολαμβάνω τον χώρο που βρίσκω στη μουσική να είμαι ο εαυτός μου.

46zzzMarw_4.jpg

Πες μας μία συναρπαστική ιστορία από τη Βραζιλία που δεν έχεις ποτέ σε κανέναν. Τουλάχιστον δημόσια...

Το να μην την έχω πει σε κανέναν είναι λίγο δύσκολο, κυρίως αν ήταν συναρπαστική! Έχω την εντύπωση πως μεγαλύτερη ποσότητα λευκών τριχών έβγαλα κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων του βιντεοκλίπ του "Forest". Ήμασταν στο Salto de Pirapora, σε μια αγροτική περιοχή κοντά στο Σάο Πάολο. Μέναμε στο εξοχικό των γονιών του Danilo, ο οποίος είναι καταπληκτικός φωτογράφος και φίλος από παλιά. O Danilo μεγάλωσε σε εκείνα τα μέρη, ουσιαστικά έχοντας μεγάλη επαφή με τη φύση. Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψιν την επιθυμία του να γυρίσει κάτι για πρώτη φορά εκεί, αποφασίσαμε να κάνουμε μια προσπάθεια για το κλιπ μας.

Πήγαμε έτσι σε καταρράκτες, ποτάμια, εκτάσεις με σόγια και καλαμπόκι, πηδήξαμε φράχτες με συρματόπλεγμα, αλλά το πιο τρομαχτικό πράγμα που μας έτυχε συνέβη νωρίς. Για την ακρίβεια, τα πρώτα μας γυρίσματα τα κάναμε σε μια τεράστια έκταση με ευκαλύπτους. Ο Danilo ήθελε οπωσδήποτε να υπάρχει καπνός κι έτσι έβαλε φωτιά σε λίγο ξηρό γρασίδι, με εντυπωσιακή ακρίβεια και άνεση. Σβήνοντας τη φωτιά συνεχίσαμε πιο βαθιά στο δάσος και γυρίσαμε μερικές ακόμα σκηνές. Μια ώρα περίπου μετά, ενώ επιστρέφαμε –νομίζω δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος να το πει κανείς– απλώς είδαμε πως είχαμε βάλει φωτιά στους ευκαλύπτους.

Ήταν καλοκαίρι οπότε η φωτιά ήταν τοπική και είχε περιοριστεί στα χόρτα κάτω από τα δέντρα, αλλά είχε προχωρήσει εντυπωσιακά πολύ. Το πρώτο πράγμα που αποφάσισα να κάνω για να βοηθήσω, ήταν να πάθω μια κρίση πανικού. Εν τέλει, όμως, με ρίσκο να φάμε πολύ ξύλο αν μας έπιαναν, καταφέραμε να σβήσουμε τη φωτιά μόνοι μας, με κλαριά και με τα πόδια μας. Μας πήρε περίπου 1 ώρα να το κάνουμε. Επιστρέψαμε έπειτα δύο-τρεις φορές στο μέρος για να σιγουρευτούμε πως όλα ήταν εντάξει. Την επόμενη μέρα γυρίσαμε μάλιστα και μερικά πλάνα στα καμένα. Από τότε οι ικανότητες επιβίωσης του κολλητού μου έπεσαν λιγάκι στα μάτια μου.

{youtube}1UwjnEX8m9M{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured