Με αρκετή αμεσότητα, με προσωπική ματιά και με έξυπνους ελιγμούς, βρήκε τα τραγούδια με τα οποία μπορούσε να μιλήσει όχι μόνο για τα βιώματά της, αλλά και για τη ζωή μερικών ακόμα χιλιάδων κοριτσιών –παίζοντας συγχρόνως με τις φαντασιώσεις των αγοριών...
Είναι ασυνήθιστη. Θέλει να το δηλώσει ευθύς εξαρχής, ακόμη κι από τον τρόπο που γράφει το μικρό της όνομα, παίζοντας με τα φωνήεντα.
Κι έπειτα είναι κι αυτό το ντεμπούτο (1983), το οποίο μιλάει όχι μόνο λεκτικά, μέσα από τον τίτλο του, αλλά και εικονοκλαστικά –με το εξώφυλλό του. Με ένα κόκκινο, ελαφρώς παρδαλό φόρεμα, με τα πορτοκαλί, εκκεντρικά κομμένα μαλλιά της, με μια γενναία δόση από κοσμήματα, και με (πεταμένα στην άκρη) γοβάκια και λουλούδια, το κορίτσι από το Queens μοιάζει σαν ένα πανκ pin up girl που έχει καταληφθεί από τσιγγάνικο πνεύμα ελευθεριότητας.
Μοιάζει πράγματι ασυνήθιστη, αλλά συγχρόνως δεν είναι και τόσο.
Είναι βέβαια εκείνη η ευέλικτη τύπισσα, η λίγο (ή και πολύ) ξύπνια, η οποία επιδιώκει με παντός τύπου μηχανορραφίες να τραβήξει τα βλέμματα. Στην πραγματικότητα, όμως, μιλά για τα εργατικά στρώματα της Νέας Υόρκης από όπου προέρχεται. Και δεν το κρύβει: “Money Changes Everything”, λέει ανοίγοντας τον δίσκο· και μπορεί κανείς να βάψει τα σημαινόμενα με το πράσινο χρώμα του χρήματος ακόμη και παραπέρα από αυτήν την ιστορία χωρισμού για λόγους ...ταξικούς, που εκτυλίσσεται στους στίχους. Πρόκειται βέβαια για ένα κομμάτι των Brains από το 1978 –μιας new wave μπάντας από την Ατλάντα– σε μια διασκευή που δεν αλλάζει πάρα πολλά, αλλά κάνει πιο διακριτά τα μουσικά μέρη· τα οποία η Lauper καλογυαλίζει ελαφρώς, τραγουδώντας παράλληλα από τη σκοπιά μιας γυναίκας.
Όλα φαίνεται εδώ να καταλήγουν σε αυτοαναφορικότητα. «Τα χρήματα αλλάζουν τα πάντα», δια στόματος μιας νέας γυναίκας, η οποία έφυγε στα 17 από το σπίτι της. Που είδε το ένα και μοναδικό άλμπουμ της μπάντας της Blue Angel (1980) να πηγαίνει άπατο στις πωλήσεις. Είναι όμως εδώ και διεκδικεί την ανέλιξη. Πού να φανταζόταν ότι το She's So Unusual θα γινόταν ένας από τους πιο εμπορικούς δίσκους των 1980s, επιβεβαιώνοντας τον τίτλο του εναρκτήριου track;
Οι διασκευές, πάντως, δεν σταμάτησαν στο “Money Changes Everything”. Για την ακρίβεια, σε αυτό το άλμπουμ η Lauper επιδόθηκε κυρίως σε διασκευές, παρά έγραψε δικά της τραγούδια. Απογειώνει λοιπόν αμέσως μετά το “Girls Just Wanna Have Fun”, που πιθανότατα θα έμενε κρυμμένο στο σκονισμένο χρονοντούλαπο (το πρωτοείπε ο Robert Hazard το 1979) και το συνδέει άρρηκτα με το όνομά της.
{youtube}PIb6AZdTr-A{/youtube}
Και μοιάζει να βγάζει περισσότερο νόημα έτσι. «When the working day is done / Oh, girls—they wanna have fun», τραγουδά η Lauper με τη στεντόρεια, τεσσάρων οκτάβων έκτασης φωνή της. Αφήνοντας τη μελωδία να ξεδιπλωθεί περισσότερο (σε σχέση με το αυθεντικό κομμάτι) και συμπυκνώνοντας τη μικροαστική πίεση του ωραρίου 9-5, προσθέτοντας και έναν αφελή, μα επαρκή για τα όρια του ποπ μηνύματος της εποχής φεμινισμό. Στο δε «fun» χωράνε από ποτά και χορός μέχρι φυσικά (και κυρίως) σεξ. Καταρρίπτεται έτσι ένας μύθος (ή έστω υπογραμμίζεται και «λύνεται» μέσα σε περισσότερα εφηβικά δωμάτια): όχι, τα κορίτσια δεν καρτερούν τον πρίγκηπα καβάλα στο άλογο· καμιά φορά κυνηγούν κι αυτά λίγη ηδονή.
Αμέσως μετά δανείζεται ένα κομμάτι από τον Prince (1980), και αναπολεί τις στιγμές “When You Were Mine” –κρατώντας βέβαια κάπως ανορθόδοξα την αντρική οπτική του κομματιού, ίσως για να «παίξει» λίγο με τη διττή σεξουαλικότητα του δημιουργού του. Είναι όμως με τους στίχους του Prince «When you were mine I gave you all of my money / Time after time you done me wrong» που αφενώς επαναφέρει ξανά το μοτίβο των χρημάτων και αφετέρου προοικονομεί το επόμενο τραγούδι “Time After Time”.
Εκεί λοιπόν που έλεγες ότι ήξερε μόνο να κάνει κτήμα της δημιουργίες άλλων, έστω και με εντυπωσιακό τρόπο, η Lauper κλείνει την πρώτη πλευρά του δίσκου με το δικό της “Time After Time”, μια new wave μπαλάντα· ρίχνοντας τους ρυθμούς, αλλά όχι και την ποιότητα. Γίνεται πιο συναισθηματική, παρουσιάζεται σαν σανίδα σωτηρίας που «θα είναι εκεί» για τον άλλο και γράφει την καλύτερή της σύνθεση. Δεν είναι μάλιστα τυχαίο ότι το τραγούδι «έπιασε» μέχρι και το αυτί του Miles Davis, ο οποίος και το διασκεύασε 2 χρόνια αργότερα. Για την ακρίβεια, δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι με τις τελευταίες νότες αυτού του κομματιού ολοκληρώνουμε και το βίωμα της ακρόασης μίας από τις πιο άψογες πλευρές ποπ δίσκου ηχογραφημένου με όρους βινυλίου.
{youtube}VdQY7BusJNU{/youtube}
Η Lauper θα συνεχίσει πάντως να χτίζει το προφίλ του ακομπλεξάριστου και χωρίς ταμπού θηλυκού και στη συνέχεια, «αναποδογυρίζοντας» πανέξυπνα το άλμπουμ. Και αν τον αντρικό αυνανισμό πολλοί ετίμησαν (μουσικά μιλώντας), από τους Who και το “Pictures Οf Lilly” μέχρι τους Buzzcocks και το “Orgasm Addict”, ο γυναικείος έμενε λίγο παραπονεμένος. Όμως στο “She Bop” η Lauper επιστρατεύει μια άτακτη μελωδία στο μπάσο και αφήνει τους χτύπους του hi hat να δίνουν ρυθμό στους δικούς της ...χτύπους –κι αυτή δεν μπορεί παρά να λαχανιάζει πού και πού. Και όχι μόνο, αφού ξέρει να χρησιμοποιεί και ευφυείς υπαινιγμούς: ο ίδιος ο τίτλος, καταρχάς, καθώς και ο στίχος «I'm picking up the good vibrations». Κάπως έτσι, δίνει το απαιτούμενο αλατοπίπερο που δεν γευτήκαμε στο “Good Vibrations” των Beach Boys, δείχνοντας ότι εκείνη ξέρει πώς ακριβώς να το γευτεί με τα ...σχετικά βοηθήματα.
Σε ένα δεύτερο στάδιο, έχουμε μάλιστα εδώ έναν ακόμη ανοιχτό διάλογο με τον Prince. Αν δηλαδή νωρίτερα χρησιμοποιούσε τους «αντρικούς» του στίχους, το “She Bop” βρίσκεται να συνομιλεί με το ελαφρώς μεταγενέστερο “Darling Nikki”, από το Purple Rain (1984). Στο οποίο ο «Πρίγκιπας» μπορεί να μιλάει για τον γυναικείο αυνανισμό, αλλά όπως αυτός βιώνεται από μια ανδρική σκοπιά. Ενώ η Lauper ανοίγει το Blueboy Magazine (γκέι πορνό περιοδικό), κανιβαλίζοντας με χιούμορ τον αστικό μύθο: «They say I better stop or I'll go blind».
Κανιβαλίζει όμως και γενικότερα τον καθωσπρεπισμό όταν στο “I’ll Kiss You” λέει «My mother used to tell me not to kiss on this first date / This time when I see you, you know I ain't gonna wait!». Εισάγει δηλαδή το στοιχείο της «απαγόρευσης», απλά και μόνο για να φανεί τελικά μια πιο σέξυ γατούλα –μοτίβο διαχρονικά διεγερτικό.
Οι κεραίες της μοιάζουν πάντως να μην εφησυχάζουν καθόλου, κάνοντάς την να καιροφυλαχτεί για το τι μπορεί να «τσιμπήσει». Επανεκτελεί έτσι το “All Through The Night” του Jules Shear λίγους μόλις μήνες μετά την κυκλοφορία του και κλέβει κανονικά τη δόξα, αναδεικνύοντας την ελαφρώς cheesy μα κολλητική μελωδία. Και, τελικά, θέλει να αποδείξει ότι το «κανονικό είναι το νέο unusual». Πώς; Παίρνοντας το τραγούδι που στη δεκαετία του 1920 στάθηκε έμπνευση για τον animation χαρακτήρα της σεξοβόμβας Betty Boop, “He’s So Unusual”. Για να παρουσιάσει «το καλό παιδί» που πάει στο κολέγιο και μοιάζει ατσαλάκωτο σε όλα, ως τον πλέον βαρετό και παράξενο τύπο.
Η Cyndi Lauper δεν θέλει ωστόσο να βαριέται. Είναι συνεχώς αεικίνητη. Ακόμη κι αν εγείρει προβλήματα που απασχολούν νυν και αεί την ποπ, ήξερε το 1983 να κάνει όλες εκείνες τις κομβικές κινήσεις που θα την οδηγούσαν σε έναν δίσκο όχι εξεζητημένο, αλλά πλήρως έξυπνο για το πλαίσιό του. Δεν θα σας κακίσει βέβαια κανείς αν θεωρήσετε το She's So Unusual άλμπουμ διασκευών. Αρκεί να λάβετε υπόψη ότι ήταν επίτευγμα να κάνει αυτά τα κομμάτια «δικά της».
Με αρκετή αμεσότητα, με προσωπική ματιά και με έξυπνους ελιγμούς, η Ποπ Βασίλισσα του Queens βρήκε λοιπόν τα τραγούδια με τα οποία μπορούσε να μιλήσει όχι μόνο για τα βιώματά της, αλλά και για τη ζωή μερικών ακόμα χιλιάδων κοριτσιών, παίζοντας συγχρόνως με τις φαντασιώσεις των αγοριών. Και μάλιστα από τη θέση μιας δυναμικής νέας γυναίκας, όχι μιας εύθραυστης σταρλέτας. Στο μεταξύ, άφησε πίσω της και μια αράδα κλασικών χιτς. Αυτό δεν πρέπει να κάνει η καλή ποπ;
{youtube}KFq4E9XTueY{/youtube}