Μουσική χορευτική, αλλά όχι αμιγώς σωματική. Αφηγηματική, μα όχι φλύαρη. Με αναφορές επαρκώς κεκαλυμμένες, αλλά και αναγνωρίσιμες, με βάση τις οποίες ο Γάλλος παραγωγός κοίταξε 14 χρόνια πριν πέρα από τον μέσο ηλεκτρονικό δίσκο...
Δεκαέξι τσάτσικα χτυπήματα της μπότας, που, ακόμη κι αν δεν έχουν την ενδιάμεση «τρίλια», θέλουν με σαφήνεια να μιμηθούν μπλε, δευτεριάτικες αποχρώσεις. Αυτό είναι το “La Rock 01”, το οποίο φροντίζει να δηλώσει τη γαλλική του καταγωγή από το άρθρο του, μα και να τιμήσει το εξώφυλλο του δίσκου που το περιλαμβάνει με την ελικοειδή του πορεία προς την κορύφωση. Μια κορύφωση που νιώθεις πως ποτέ δεν έρχεται, χαϊδεύει όμως συνεχώς ξώφαλτσα το αυτί σου με το ξέσπασμα του (ας-το-πούμε) ρεφρέν.
{youtube}XGOaXphpT7w{/youtube}
Για τον Pascal Arbez (τον Vitalic, δηλαδή), το “La Rock 01” ήταν μια απόπειρα κατασκευής πανκ μουσικής μόνο με synths εν έτει 2001 –το κομμάτι κυκλοφόρησε τότε στο ΕΡ Poney και συμπεριλήφθηκε μαζί με τα υπόλοιπα αυτού στο ντεμπούτο OK Cowboy το 2005 (βγήκε από τη Citizen). Το λέει μάλιστα και στο “No Fun”, με λίγη ποιητική αδεία από τον Iggy Pop: «No guitars / No strobes / No leather / No fun». Για να αποφύγουμε όμως τις παρεξηγήσεις, δεν έχουμε να κάνουμε με κιθαριστικό δίσκο. Κάθε άλλο. Και ο ίδιος άλλωστε ο Vitalic έχει εξηγήσει ότι χρησιμοποίησε ένα τελείως βασικό στήσιμο στο στούντιο, του είδους που κάποιος θα βάφτιζε «πανκ». Εδώ έχουμε λοιπόν το αντίπαλο γαλλικό δέος, για το οποίο οι Daft Punk μάλλον θα έκαναν μορφασμούς ζήλειας κάτω από τα κράνη τους, την ίδια χρονιά που φώναζαν «Buy it, use it, break it, fix it» στο μετριοπαθέστατο άλμπουμ Human After All.
Περπατώντας στα πλήκτρα του synthesizer, ο Arbez διανύει την απόσταση από το electroclash παρελθόν του προς το french house παρόν του. Κι έχει ολιστικές αξιώσεις, οι οποίες κοιτούν πέρα από τον μέσο ηλεκτρονικό δίσκο. Δεν είναι δηλαδή μόνο η εσωμουσική αφήγηση της συχνής-πυκνής εμφάνισης στίχων, αλλά και το εξωμουσικό αφηγηματικό ντύσιμο που κάνει στον δίσκο. Δηλώνει έτσι ευθαρσώς και ποιος είναι και πώς ήρθε ως εδώ.
Είναι για αρχή ένας νέος πατέρας, κι έτσι επιλέγει να ανοίξει τον δίσκο: με ένα ...νανούρισμα για τον γιο του (“Polkamatic”), στο οποίο αναλαμβάνουν δράση τα φουγκοειδή πλήκτρα. Να αναφερθούμε φυσικά και στο κρυφό, αυτοσαρκαστικό "One Billion Dollar Studio" που προηγείται (αν και εφόσον κάνετε τα σχετικά μαστορέματα στην CD κόπια σας, καθώς απαιτείται χειροκίνητο rewind). Για να δώσει αμέσως μετά την απάντηση στην υποψία «Από κάπου σε ξέρω» με το ομώνυμο πρώτο μέρος του “Poney”, από το ΕΡ που τον έφερε μέχρι τα αυτιά και τα χέρια του Aphex Twin και της αδηφάγου sample μηχανής που ακούει στο όνομα Girl Talk. Δεν ξέφυγε μάλιστα ούτε από το undercover alter-ego σχήμα των Soulwax, τους 2ManyDJs, οι οποίοι σάμπλαραν το "La Rock 01" στο As Heard Οn Radio Soulwax Pt. 2 (2003).
Το παρελθόν όμως το λοξοκοιτάει ευρύτερα και σχεδόν δικαιώνει την υπόθεση πως τα 1970s υπήρξαν το ήμισυ του παντός. Πέρα δηλαδή από τη σπιτική πανκ συνταγή με την οποία μαγείρεψε τον δίσκο, ο Arbez κάνει και μια ευθεία αναφορά σε έναν καλλιτέχνη τον οποίον δεν ακούς, αν και «ακούς» στη μουσική του. Και με τη βούλα, λοιπόν, ο Γάλλος παραγωγός τιμά στο “The Past” το νεφελώδες σύμπαν του Jean-Michel Jarre.
Στο μεταξύ ο Arbez δεν έχει κανένα πρόβλημα να πετάξει με χαρακτηριστική άνεση ένα σχεδόν ποπ χιτάκι όπως το “My Friend Dario”, αλλά και το συγγενικό του “No Fun”, και να προ(σ)καλέσει χημικές αντιδράσεις στο “La Rock 01” και στο «αδερφάκι» του “Newman”. Και παρά την έντονη σωματικότητα και τη ρομποτική μεταλλικότητα των ρυθμικών του ριπών , το άλμπουμ μοιάζει να λειτουργεί με επαρκές αίσθημα. Θέλετε η μελωδικότητα; Θέλετε αυτή η συνεχής μινιμαλιστική αίσθηση, που είναι λες και κρατάει τον εσωτερικό μαξιμαλισμό για να μην ξεχειλίσει; Ή εκείνη η αμυδρή παιδικότητα, η οποία επιστρέφει στο κλείσιμο με το «εμπρός, μαρς» που σημαίνουν τα τύμπανα του “Valetta Fanfares”, επηρεασμένο από ένα ταξίδι στη Μάλτα, καθώς και από παιδικές εμπειρίες από τα μαθήματα στο τρομπόνι;
Τόσο απροσδιόριστα οικείο είναι το ΟΚ Cowboy, μα και τόσο φρέσκο, ακόμη και 14 χρόνια μετά την κυκλοφορία του. Γι' αυτό μπορεί και στέκεται (το λιγότερο) αξιοπρεπώς κάτω από τον χιλιοειπωμένο όρο του ρετροφουτουρισμού που μερικά χρόνια μετά την κυκλοφορία του θα κέρδιζε εύκολα και στον ύπνο τις (τρυφερής ηλικίας) μάζες με τις φιξ μουσικές συνταγές που θα συνόδευαν τον Ryan Gosling πίσω από το τιμόνι του επί της μεγάλης οθόνης.
Μουσική χορευτική, αλλά όχι αμιγώς σωματική. Αφηγηματική, μα όχι φλύαρη. Με αναφορές επαρκώς κεκαλυμμένες, αλλά και αναγνωρίσιμες. Μουσική που ανεβαίνει στη σκάλα του εξωφύλλου και γυρίζει, γυρίζει, ανεβαίνει στην κορυφή του “La Rock 01” και κλείνει με τυμπανοκρουσίες (που παρομοίως θα μπορούσαν και να την ανοίγουν)· και ξανά στη δίνη των synths, πάμε ακόμα μία φορά...
Για μισό λεπτό. Vitalic, τι λες;
- «Some people call me the space cowboy».
- «OK, Cowboy».
{youtube}NOtmWxqN1fY{/youtube}