10 άλμπουμ και ένα soundtrack, ως προθέρμανση για το live τους στο Release Athens την Πέμπτη 27 Ιουλίου. Του Θανάση Μήνα.
“If what you say is true, the Shaolin and the Wu-Tang could be dangerous.”
“Do you think your Shaolin shadowboxing can defeat my Wu-Tang sword style?”
Ο παραπάνω διάλογος από την ταινία Shaolin and Wu Tang, παραγωγή του Χονγκ-Κονγκ σε σκηνοθεσία του Gordon Liu (1983), εμπερικλείει ένα μεγάλο μέρος από την αισθητική και την κοσμοθεωρία των Wu-Tang Clan. Αρκετά χρόνια πριν ο Quentin Tarantino ενσωματώσει (με απαράμιλλη μαεστρία στα “Kill Bill”) στην κινηματογραφική του αφήγηση το ύφος των φτηνών, cult ταινιών με πολεμικές τέχνες της Άπω Ανατολής, οι τελευταίες είχαν προκαταλάβει το φαντασιακό της κολεκτίβας από το Staten Island της Νέας Υόρκης: ήδη το 1993 κυκλοφόρησε το πρώτο τους album Enter the Wu-Tang (36 Chambers). Η ονομασία καταρχάς Wu-Tang προέρχεται από τον ομώνυμο ταοϊστικό ναό της Κίνας, που αποτελεί το αντίπαλο δέος στον βουδιστικό ναό των Σαολίν και έχει αναπτύξει το δικό του στυλ πολεμικών τεχνών. Ο υπότιλος του album (36 Chambers) αντιστοιχεί στα «μυητικά στάδια» προκειμένου να χριστεί κανείς master. Με μια άλλη ανάγνωση, προσιδιάζει στα δωμάτια των ορόφων που ανεβαίνει ο Bruce Lee, αντιμετωπίζοντας τον έναν δάσκαλο-δολοφόνο μετά τον άλλον (με τρομερότερο τον Kareem Abdul-Jabbar), στην ταινία Game of Death (1978).
Γαλουχημένοι με αυτή την αισθητική από τις ταινίες και τα κόμικ, οι Wu-Tang Clan την φίλτραραν μέσα από την urban φιλοσοφία του δρόμου. Διαθέτοντας γερές δισκοθήκες, στέρεα γνώση της soul/funk/hip hop δισκογραφίας, ζηλευτή τεχνική στο sampling και στο μιξάζ, ευφάνταστες ρίμες και πολλές φρέσκιες ιδέες, κατόρθωσαν να τα χτυπήσουν όλα μαζί στο σέικερ της κονσόλας τους, και δημιούργησαν έναν ήχο και ένα στυλ που ανανέωσε όσο κανείς άλλος την τεχνοτροπία του hip hop από την εποχή των Public Enemy και μετά.
Πολλοί χαρακτηρίζουν τους Wu-Tang Clan «κολεκτίβα» για να εξάρουν το συλλογικό ήθος των μελών της μπάντας. Η αρχική τους σύνθεση ήταν εξάλλου εννιαμελής (RZA, GZA, Ol' Dirty Bastard, Method Man, Raekwon, Ghostface Killah, Inspectah Deck, U-God, Masta Killa, Cappadonna), ενώ στην πορεία και άλλοι καλιτέχνες, παραγωγοί και ράπερς ανέπτυξαν μια πιο περιφερειακή σχέση μαζί τους. Ανάμεσά τους, πάντως, ο αεικίνητος σε ιδέες RZA (Robert Fitzgerald Diggs) θα πρέπει να λογίζεται primus inter pares, «πρώτος μεταξύ ίσων».
Εκτός από τα άλμπουμ που κυκλοφορούν ως συλλογικότητα, τα μέλη των Wu-Tang Clan έχουν να επιδείξουν ουκ ολίγες προσωπικές δουλειές (οι οποίες όμως, με τους συνδυασμούς των άλλων μελών που συμμετέχουν, και πάλι αναδεικνύουν το συντροφικό attitude). Ενόψει της εμφάνισής τους στο φεστιβάλ Release Athens, στις 27 Ιουλίου στην Πλατεία Νερού, επιλέξαμε δέκα από αυτά τα album ως πιο ενδεικτικά ή αξιόλογα, μαζί με ένα soundtrack:
Wu-Tang Clan: Enter the Wu-Tang [36 Chambers] (Loud Records, 1993)
Με τον RZA να έχει το γενικό πρόσταγμα, αλλά και με τους GZA και Method Man να συνεισφέρουν εξίσου, το πρώτο album της κολεκτίβας που έσκασε ως κεραυνός εν αιθρία το 1993, αφουγκράζεται το jazzy-hip hop των A Tribe Called Quest, τις ηχητικές-λεκτικές βόμβες των Public Enemy, το άνετο ραπάρισμα του Rakim και το πιο soulful gangsta style της Ανατολικής Ακτής. Τα samples ακούγονται υπαινικτικά, σαν επεξεργασμένα μακρινά echo, ενώ το συνολικό αποτέλεσμα είναι ηθελημένα «θολό», σαν να πρόκειται για αναλογικές ηχογραφήσεις. Στους στίχους επανέρχονται οι προσφιλείς τους αναφορές: οι ταινίες πολεμικών τεχνών, τα κόμικ, η street culture, το ganja. Highlights: το "Da Mystery of Chessboxin'" σε συμπαραγωγή του Ol' Dirty Bastard, το "Wu-Tang Clan Ain't Nuthing ta F' Wit" του Method Man, το “Clan in da Front" του GZA, και το "C.R.E.A.M." των Raekwon και Inspectah Deck, που σαμπλάρουν το "As Long As I've Got You", hit για τις Charmels το 1967.
Genius/GZA: Liquid Swords (Geffen, 1995)
Ηχογραφημένο στο στούντιο του RZA στο Staten Island, το δεύτερο προσωπικό album του GZA (Gary Eldridge Grice) είναι ένα χαρμάνι από τα πιο εκλεκτικά beats & samples. Στους στίχους γίνονται αναφορές στο οργανωμένο έγκλημα, σε serial killers όπως ο διαβόητος Zodiac, στη φιλοσοφία της Άπω Ανατολής αλλά και στο σκάκι, ενώ αφειδώς χρησιμοποιούνται διάλογοι από την cult ταινία “Shogun Assassin” του Robert Houston (1980). Τέσσερα singles ξεχώρισαν από εδώ: το ομώνυμο κομμάτι, το "I Gotcha Back", το "Cold World" και, προπάντων, το παντοδύναμο "Shadowboxin'" / "4th Chamber".
Ghostface Killah: Supreme Clientele (Epic, 2000)
Αν ο RZA και ο GZA είναι οι πιο πολυμήχανοι παραγωγοί, τότε ο Ghostface Killah (Dennis David Coles) είναι ο πιο χαρισματικός αφηγητής της κολεκτίβας. Στο δεύτερο προσωπικό του album, οι απροσδόκητες ρίμες του συνθέτουν μικρές street gang εποποιίες σε κομμάτια όπως το “Nutmeg”, το “One”, το “Apollo Kids” (όπου σαμπλάρει Solomon Burke) και το “Cherchez La Ghost”. Το "Clyde Smith", από την άλλη, στάθηκε με τις στιουργικές αναφορές του η αιτία για να ανοίξει βεντέτα ανάμεσα στον Killah και στον φαιδρό σφίχτη 50 Cent.
Gravediggaz: 6 Feet Deep (Gee Street, 1994)
Μολονότι κυκλοφόρησε το 1994, περιλαμβάνει κυρίως ηχογραφήσεις που έγιναν στις αρχές της δεκαετίας. Οι Gravediggaz αποτέλεσαν έναν εφήμερο σχηματισμό με τις συμμετοχές του RZA, του Frukwan, του Poetic και του Prince Paul. Ο τελευταίος ειδικά αξίζει ξεχωριστής μνείας: υπήρξε μέλος των εκπληκτικών Stetsasonic (από τις πρώτες μπάντες που επιχείρησαν να παντρέψουν το hip hop με την jazz), ενώ είχε σημαντικό ρόλο στις ενορχηστρώσεις του “3 Feet High and Rising” των De La Soul. Οι προηγούμενες αναφορές εμφανίζονται ως ηχητικές νύξεις στους Gravediggaz, που όμως έχουν πιο σκοτεινή και υποχθόνια αισθητική. Εξάλλου, στιχουργικά, κομμάτια όπως το "Diary of a Madman", το "Nowhere to Run, Nowhere to Hide" και το "1-800 Suicide" πραγματεύονται τον τρόμο, την τρέλα, το υπερφυσικό και το μυστήριο. Αν ο Έντγκαρ Άλαν Πόε είχε ξεπηδήσει από την υποκουλτούρα του γκέτο, ίσως κάπως έτσι θα έγραφε.
Raekwon: Only Built for Cuban Linx (Loud, 1995)
Στη σύλληψη του Raekwon (Corey Woods), το “Only Built for Cuban Linx” ήταν ένα υποθετικό γκανγκστερικό φιλμ με πρωταγωνιστή τον ίδιο (και δευτεραγωνιστή τον Ghostface Killah) και με σκηνοθέτη τον RZA – που εύλογα έχει αναλάβει την παραγωγή. Ενδεχομένως το πιο mafia-rap από όλα τα album της συμμορίας, στις πιο στυλιζαρισμένες εκφάνσεις του ("Heaven & Hell", "Criminology", "Ice Cream", "Rainy Dayz") ακούγεται σαν ένα απόσταγμα από τις καλύτερες στιγμές του Snoop Doggy Dogg.
Wu-Tang Clan: Wu-Tang Forever (Loud, 1997)
Θεωρήθηκε από ορισμένους απογοήτευση σε σχέση με το ντεμπούτο τους, όμως θα συνιστούσα μια νέα, προσεκτική ακρόαση/ανάγνωση. Είναι σίγουρα πολύ φιλόδοξο, καθότι διπλό, και περιλαμβάνει περίπου 30, όχι ακριβώς κομμάτια, αλλά περισσότερο ασκήσεις ύφους. Μπορεί να μη διαθέτει την ατμοσφαιρικότητα του “Enter the Wu…”, όμως είναι πιο πολυρυθμικό και πιο πολυδαίδαλο στη μίξη και την επεξεργασία των samples – όπως καταδεικνύουν τα "Reunited", "Triumph", "It's Yourz", “Dog Shit”, "Impossible" (όπου ο Ghostface Killah δίνει τα ρέστα του) κ.ά. Θα ήταν εξαιρετικό αν ήταν μονό; Ενδιαφέρουσα και γόνιμη υπόθεση, το ίδιο έχει ειπωθεί και για το “Sandinista” των Clash.
Ol’ Dirty Bastard: Return to the 36 Chambers (Elektra, 1995)
Στις ταινίες πολεμικών τεχνών της Άπω Ανατολής, επανέρχεται συχνά το αφηγηματικό μοτίβο του δάσκαλου που είναι αθυρόστομος και μέθυσος, όμως, παρόλα αυτά, παραμένει όποτε χρειαστεί ασυναγώνιστος στο κουνγκ-φου (ή όποιο άλλο μαχητικό στυλ). Τον ρόλο αυτό στους Wu-Tang Clan έπαιξε ο Ol’ Dirty Bastard, κατά κόσμον Russell Tyrone Jones (1968 – 2004). Ο Bastard έζησε γρήγορα, πέθανε γρήγορα και μπορούσε να ραπάρει πιο γρήγορα κι από τη σκιά του. Προκειμένου να χωρέσει τις ακόρεστες ρίμες του, μασούσε λόγια, έκοβε συλλαβές, έμπλεκε λέξεις και τελικά επινόησε μια δικιά του ιδιόλεκτο. Και όταν αυτή η slang αναμειγνύεται με τα πανίσχυρα αλχημιστικά breakbeat που δημιουργούν εδώ κυρίως ο RZA και ο Method Man, προκύπτουν δυναμίτες όπως το "Shimmy Shimmy Ya", το "Brooklyn Zoo", το “Raw Hide" και το "Hippa To Da Hoppa".
Ghostface Killah: Ironman (Epic, 1996)
Το πρώτο album του Ghostface Killah (με την πολύτιμη συνεισφορά του Raekwon) συνιστά μια αποθέωση της soul-funk του ’60-’70 και των blaxploitation soundtrack. Πίσω από τις ρίμες, ο Killah σαμπλάρει Al Green (στο “Iron Maiden”), Persuaders (στο “The Faster Blade"), Jackson Five (στο "Wu-Will Survive"), Otis Redding (στο “Fish”), Teddy Pendergrass (στο "Camay"), O.V. Wright (στο “Motherless Child”), Blackbyrds (στο "Black Jesus"). Στο closing track "The Soul Controller" σαμπλάρει το "A Change Is Gonna Come" του Sam Cooke και εγκολπώνει διαλόγους από το “Carlito's Way” του Brian De Palma και το “The Usual Suspects” του Bryan Singer.
Method Man: Tical (Def Jam, 1994)
Το ντεμπούτο του Method Man (Clifford Smith Jr.) ήταν συγχρόνως το πρώτο σόλο album από μέλος των Wu. Θα μπορούσε να θεωρηθεί το πιο πιασάρικο και χορευτικό δημιούργημα της κολεκτίβας (στην παραγωγή και πάλι ο RZA), το οποίο φλερτάρει με το σύγχρονο R ‘n’ B (ή και με το deep house) σε κομμάτια όπως τα "Bring the Pain", "Release Yo' Delf", "I'll Be There for You / You're All I Need to Get By" (με τη συμμετοχή της Mary J. Blige) κλπ. Μεγάλη επιτυχία στην εποχή του, παίχτηκε πολύ στο ραδιόφωνο αλλά και στις χορευτικές πίστες, ειδικά τα remix των τραγουδιών από τους Puff Daddy, Carlos Bess και Chemical Brothers.
Inspectah Deck: Uncontrolled Substance (Loud, 1999)
Σε δική του παραγωγή (μαζί φυσικά με τον RZA) και με τις συμμετοχές των U-God και Masta Killa στα φωνητικά, το πρώτο σόλο album του Inspectah Deck (Jason Richard Hunter) εντάσσεται στη γενική θεματολογία/αισθητική των Wu και φιλοξενεί τέσσερις-πέντε πολύ δυνατές στιγμές: "Word on the Street", "The Grand Prix", "Friction", "Movas & Shakers" και, βεβαίως, το "Trouble Man", όπου σαμπλάρει το ομώνυμο κομμάτι του Marvin Gaye.
RZA: Ghost Dog: The Way of the Samurai OST (JVC Records, 1999)
O σεσημασμένος μουσικόφιλος Jim Jarmusch έκανε διάνα με την επιλογή του: δεν θα μπορούσε να υπάρξει πιο κατάλληλος συνθέτης/παραγωγός για να ντύσει με τη μουσική του την καθημερινότητα ενός urban samurai του γκέτο, μιας αντιστροφής του “Δολοφόνου με το Αγγελικό Πρόσωπο” (“Le Samurai” στον πρωτότυπο τίτλο) του Jean-Pierre Melville. Τα ευφυέστατα και «εύγλωττα» breakbeat του RZA συντροφεύουν τις περιπλανήσεις και τους διαλογισμούς (και καλύπτουν τις σιωπές) του ανέκφραστου Forest Whitaker, ο οποίος μάλιστα συναπαντά τον παραγωγό σε μια χαρακτηριστική σκηνή. Το “Ghost Dog” ανέδειξε σπουδαία κομμάτια όπως το "Strange Eyes", το "Stay With Me", το "Walk The Dogs" και το “Walking Through the Darkness" (με την υπέροχη φωνή της Tekitha): το “Superfly” της εποχής του hip hop! (σημ: ανάμεσα στις διάφορες εκδόσεις που κυκλοφορούν, η ιαπωνική, σε διπλό βινύλιο από την Victor το 1999, είναι κομψοτέχνημα).
Οι Wu-Tang Clan εμφανίζονται στην Πλατεία Νερού την Πέμπτη 27 Ιουλίου, στο πλαίσιο του Release Athens Festival, μαζί με τον Ocean Wisdom.
Η προπώληση συνεχίζεται στα 50€.
Επίσης, διατίθενται περιορισμένα VIP εισιτήρια. Στη συγκεκριμένη κατηγορία περιλαμβάνονται οι εξής προνομιακές παροχές: Ξεχωριστή υπερυψωμένη περιοχή διαμορφωμένη με stands & stools για όλους, οpen-bar, προτεραιότητα πρόσβασης στο χώρο, ιδιωτικό parking, ξεχωριστές τουαλέτες, αναμνηστικό δώρο.
Ταυτόχρονα, είναι διαθέσιμο ένα διήμερο εισιτήριο, για όσους επιθυμούν να παρακολουθήσουν δύο ημέρες του φεστιβάλ επωφελούμενοι από μία σημαντική έκπτωση:
Release Athens 2023: Προσφορά διημέρου / Prodigy + Wu-Tang Clan
Διάθεση εισιτηρίων:
Τηλεφωνικά στο 11876
Online στα www.releaseathens.gr / www.viva.gr
Φυσικά σημεία: Καταστήματα Nova, Public, Media Markt, Ευριπίδης, Yoleni’s και Viva Spot Τεχνόπολης
Όλες οι πληροφορίες (τιμές, πρόγραμμα, πρόσβαση) στο releaseathens.gr