Πρόκειται για ένα καλά δομημένο, ποιητικό υβρεολόγιο θυμού, βρετανικής αναρχίας, υγιούς μισανθρωπισμού και αγανάκτησης, βασισμένο σε μια λεκτική σημειολογία η οποία βρίθει από «bollocks», «pricks», «bastards» και «cunts».
All gone quiet on the wanker front
“Bronx In A Six”
Τώρα που τα μουσικά παράγωγα του punk έχουν εξαντλήσει κάθε περιθώριο γραφικότητας, τώρα που ο John Lydon εξαργυρώνει τα ένσημα της reality/καρτουνίστικης εικόνας του σαν Αμερικάνος πολίτης, τώρα που οι Jack De LaRocha & Tom Morello βρίσκονται σε καλλιτεχνική απόσταση μεταξύ τους και τώρα που οι πρεσβευτές του επαναστατικού rap (κάποτε υπήρχε τέτοιο) έχουν στερέψει ή έχουν γεράσει, ο τίτλος του «πιο επικίνδυνου συγκροτήματος στον κόσμο» περιέρχεται δικαιωματικά στο ντουέτο των Sleaford Mods.
Το concept του συγκροτήματος είναι το εξής: o Andrew Fearn πατάει το play και πέφτει η τραχιά και «γκρουβάτη» λούπα με μπάσο και drum beat, που ντύνει το κομμάτι. Όσο αυτό παίζει, ο Andrew απολαμβάνει τη μπύρα του, ενώ ο Jason Williamson επιδίδεται σε ένα ξέσπασμα από λεκτικά πυρά στο μικρόφωνο, που στάζει οργή. Οι cockney, τοξικοί του στίχοι αγγίζουν νιχιλιστικό ζενίθ σε κομμάτια όπως το "Face To Faces", ενώ εκσφενδονίζουν βιτριόλι προς πάσα κατεύθυνση –όποια θυμίζει «εχθρό» της εργατικής τάξης, έχει πανωφόρι κατεστημένου, ή στέκει απλώς σαν «εμπόδιο».
Πρόκειται για ένα καλά δομημένο, ποιητικό υβρεολόγιο θυμού, βρετανικής αναρχίας, υγιούς μισανθρωπισμού και αγανάκτησης, βασισμένο σε μια λεκτική σημειολογία η οποία βρίθει από «bollocks», «pricks», «bastards» και «cunts». To "Νο One's Bothered" θα υπέγραφαν οι Buzzcocks, ενώ το "Silly Me" υποκλίνεται στο εικόνισμα του αγίου Joe Strummer. Επίσης, δεν θέλει μεν κανείς να βρεθεί στο στόχαστρο του "In Quiet Streets" ή του "Cunt Make It Up", αλλά νομίζω πως όλοι είμαστε εκεί, με τον έναν τρόπο ή τον άλλον. Ο Jason Williamson είναι πάντως ο τύπος που θα του πεις ότι έχεις καλή γνώμη για τον δίσκο του και θα σου απαντήσει «Piss off, cunt!» ή θα φτύσει στα κρεμασμένα περιοδικά με τη φάτσα του στην πρώτη σελίδα.
Μη γελιέστε όμως, αυτή η απολαυστικά πυρακτωμένη οργή δεν πρόσκειται σε μανιέρα και δεν εξυπηρετεί ένα στυλ που «πουλάει» αντισυμβατικό attitude. Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια γνήσια μηχανή αντιστασιακού λόγου, η οποία σε αφήνει σύξυλο με την ακατέργαστη ευφυΐα και με την αυθεντικότητά της. Μια ισχυρή φωνή, στις παρυφές του mainstream, από δύο παρίες που κυκλοφόρησαν το τρίτο μέρος μιας δισκογραφίας-σιδηρογροθιάς, που εξαπολύεται κατευθείαν στα δόντια της κοινωνίας (sic) και του περιβάλλοντος κόσμου.
Βέβαια, το Key Markets ηχεί ελαφρώς κατευνασμένο σε ιδέες συγκριτικά με τον οδοστρωτήρα του Divide And Exit (2014) και λιγότερο «μετωπικό» σε ορέξεις από το Austerity Dogs (2013). Όμως η γενναιότητα στη βαθμολογία του έγκειται στη φρεσκάδα και στην αυθεντική φωνή, σε μια εποχή που όλα τα νέα συγκροτήματα θέλουν να σε πάρουν από το χέρι, αλλά κανένα δεν έχει σκοπό να σε αρπάξει από τον γιακά.
{youtube}E-gvxxhcS8s{/youtube}