«…Θ’ αναρωτιέστε, φαντάζομαι, για την παιδική μου ηλικία. Την εκλαϊκευμένη ψυχολογία μου μέσα. Διαβάζει η κάθε ευαισθητοποιημένη κυράτσα καναδυό βιβλία και μόνο που δεν αγοράζει ανάκλιντρο. Πώς κατάντησε έτσι το παιδί; Σκέτο αιμοδιψές γουρούνι! Η οικογένεια…το περιβάλλον…η κοινωνία. Σας πληροφορώ πως ο πατέρας μου ποτέ του δεν σήκωσε χέρι πάνω μου. Το πόδι σήκωσε μια φορά, γιατί με κάποιον βρωμογλείφτη είχε γίνει μπίλιες στη δουλειά κι εγώ δεν είχα προετοιμαστεί καταλλήλως για τα θρησκευτικά της επομένης. Κάτι παπαριές για τον Ιησού του Ναυή ή κάποια άλλη παρόμοια μαλακία της εβραϊκής μυθολογίας, που έχει σβηστεί πια απ’ το μυαλό μου. Λέτε εκείνο το περιστατικό – ξεκαρδιστικό αν το καλοσκεφτείς, μιας και κατέληξα να τις αρπάζω κατακέφαλα με το βιβλίο των θρησκευτικών, αμήν – να επηρέασε τόσο βαθειά τον ψυχισμό μου; Κοίτα να δεις που πάλι στους Εβραίους πέφτει το ανάθεμα – είναι και της μοδός. Για να μην τα πολυλογώ, μεγάλωσα σ’ ένα περιβάλλον αγάπης και ασφάλειας. Με όλες τις ηθικο-πλαστικοποιημένες, χριστιανικές πίπες στην ημερήσια διάταξη. Αγάπα τον πλησίον αλλά και μακριά απ’ τον κώλο μας, δεν θα βγάλουμε εμείς το φίδι απ’ την τρύπα, κάτσε στ’ αυγά σου και δεν συμμαζεύεται. Καλύτερα εκεί που χέζουνε παρά εκεί που πελεκάνε, παιδί μου – εγώ, όμως, με τα σκατά ποτέ μου δεν τα βρήκα…».
Διονύσης Κοτταρίδης