Όταν το 1998 κυκλοφόρησε το live album των Swans με τίτλο Swans Are Dead, με ζωντανές ηχογραφήσεις από την τελευταία διετία ζωντανών εμφανίσεών τους πριν το hiatus του group ακόμα και οι πιο αισιόδοξοι μεταξύ των ακόμα περιορισμένων εκείνη την εποχή ακολούθων τους δεν θα μπορούσαν να διαβλέψουν την εκπληκτική δεύτερη ζωή που θα είχε το συγκρότημα του Michael Gira την αμέσως επόμενη δεκαετία.
Όχι για πρώτη φορά στην ιστορία του και στην ιστορία της μπάντας η δημιουργική ιδιοφυία του Michael Gira διέψευσε προφητείες, οιωνούς και προγνωστικά όταν το 2010 κατέβασε στο μουσικό τερέν ένα νέο σχήμα κύκνων και το πρώτο album της νέας εποχής των Swans, My Father Will Guide me up a Rope to the Sky – μια εισαγωγή για τις back-to-back κορυφές που θα έπιανε το συγκρότημα με τα αμέσως επόμενα βήματά του. Δίσκο τον δίσκο πλήθαιναν οι ακροατές των οποίων η χρονολογία γέννησης έπεφτε σε οποιαδήποτε χρονιά της πρώτης δεκαπενταετίας των Swans οι οποίοι έσπευδαν να ανακαλύψουν με ενθουσιασμό τους πρώτους δέκα δίσκους που είχε κυκλοφορήσει η μπάντα στα σκοτάδια μιας άλλης εποχής, μια άλλης ζωής. Θα είχε μεγάλο ενδιαφέρον μια μέτρηση της απήχησης εκείνων των ωμά και ανατριχιαστικά σκοτεινών, οριακά βίαιων πρώτων δίσκων των Swans μεταξύ του νεόκοπου κοινού τους, το αποτέλεσμα πάντως δείχνει ότι το παρελθόν της μπάντας αγκαλιάστηκε ακούσια ή εκούσια από το ευρύτερο «εναλλακτικό» ροκ κοινό του 21ου αιώνα που πίνει νερό στο όνομα δίσκων όπως το The Seer και το To Be Kind. Κάπως έτσι δεκαετία των ‘10s μεταφράστηκε σε έναν μίνι χρυσό αιώνα για τον Michael Gira και τους νέους Swans καθώς κατάφεραν να σπάσουν τα όρια του μυστικού μιας χούφτας «περίεργων» τύπων που ακούν «περίεργες» πειραματικές μαυρίλες και να επανασυστήσουν τους εαυτούς τους με έναν δημιουργικά ασυμβίβαστο αλλά εξαιρετικά δημοφιλή -για τα δεδομένα του ήχου τους- τρόπο, έναν επίτευγμα με ποιότητες για τις οποίες ελάχιστοι γουεϊβάδες των ‘80s μπορούν να καυχηθούν. Ένας υπαρξιακός μουσικός μύθος γεννήθηκε στις εποχές της απομυθοποίησης και με τις ακούραστες πλάτες του Michael Gira συνεχίζεται μέχρι και σήμερα κυρίως μέσα από τις συλλεκτικές εμφανίσεις των Swans που κάθε φορά αποδεικνύονται απόλυτα ικανοί για απόλυτες live εμπειρίες.
Για μια, για την ακρίβεια δύο τέτοιες live εμπειρίες επιστρέφουν οι Swans και στην Ελλάδα, την Κυριακή 11 Ιουνίου στο Θέατρο Βράχων στον Βύρωνα και την Τρίτη 13 Ιουνίου στη Μονή Λαζαριστών στη Θεσσαλονίκη φιλοδοξώντας να αποδείξουν ότι το επερχόμενο 16ο album τους, The Beggar, που κυκλοφορεί στις 23 Ιουνίου είναι ικανό να συντηρήσει αυτόν τον μύθο που έχτισαν την προηγούμενη δεκαετία. Ιδανική ευκαιρία για να ξαναπαίξουμε 10 + 1 δίσκους από το timeline των Swans που κρύβουν στα αυλάκια τους όλους τους λόγους για τους οποίους η μπάντα αυτή είναι το απόλυτο re-discovery της σύγχρονης ροκ εποποιίας, γιατί αξίζει να τους ανακαλύπτουμε ξανά και ξανά.
Filth (Neutral, 1983)
Εν αρχή ην το Filth και όποιος ξέρει ξέρει. Μπορεί να μην είναι ο «αντικειμενικά» «καλύτερος» δίσκος των Swans αλλά αδιαμφισβήτητα είναι το σημείο Α, εκεί (σχεδόν) από όπου ξεκινάνε όλα. Ένα τοπίο αρχέγονων φόβων και no wave θορύβου που παγώνει σε πολλές στιγμές το αίμα και δίνει μια πλούσια γεύση του βασικού υλικού της οριακής Swans συναυλιακής εμπειρίας που έμελλε να εξελιχθεί στα επόμενα χρόνια και να καταφέρει να επιβιώσει -έστω και θραυσματικά- στα ταξίδια της κατά μήκος της γραμμής αίματος μέχρι τους Swans του σήμερα.
Cop (K.422, 1984)
Λίγα albums εκεί έξω έχουν φτάσει στα όρια της δημιουργικής ενόχλησης του ακροατή με τον τρόπο που το έκανε το δεύτερο album των Swans που κυκλοφόρησε το 1984 έναν μόλις χρόνο μετά το ντεμπούτο τους. Βαρύ κι ασήκωτο, πήχτρα σκοτάδι, πιάνει το νήμα -για την ακρίβεια το χοντρό σχοινί- του Filth και το ακολουθεί μέχρι μια καθηλωτική θηλιά όπου ο ανθεκτικός ακροατής θα ανακαλύψει την καθηλωτική δύναμη ενός δίσκου χωρίς το παραμικρό «καλολογικό» στοιχείο και πιθανότατα θα υποκλιθεί σε αυτήν.
Children of God (Caroline, 1987)
Ένας σημαντικός δίσκος στη Swans εποποιία καθώς βάζει τα θεμέλια για τον ήχο που ο Michael Gira θα ενστερνιζόταν σε επόμενα επεισόδια και σίγουρα στη δεύτερη πιο “mainstream” -αν μπορούν βεβαίως ποτέ οι Swans να μπουν κάτω από έναν τέτοιο χαρακτηρισμό- φάση της μπάντας. Ο ήχος λειαίνει αισθητά, η μελωδικότητα φαίνεται να αναδύεται με αξιώσεις πάνω από τα blocks του θορύβου, η προσθήκη της κιμπορντίστριας Jarboe εκτρέπει μονοπάτια προς πειραματικές εστέτ κατευθύνσεις, οι συνθέσεις ακολουθούν μια «συμβατικότερη οδό», η αλλαγή των Swans έχει αρχίσει να συμβαίνει, μέσα από μια διαδικασία αντίστροφου πειραματισμού από την άκρη προς το κέντρο, από το ανοίκειο στο οικείο.
Και δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος να περιγραφεί αυτή η στροφή από τα λόγια του ίδιου του Michael Gira “Mέχρι το 1986/7 οι Swans είχαν κάνει τον κύκλο τους ως «επιτιθέμενοι» στον ήχο ένα στιλ το οποίο είχαμε χρησιμοποιήσει ως επί το πλείστον μέχρι τότε. Ήθελα να προχωρήσω σε άλλα πράγματα, δεν ήθελα να κολλήσω σε αυτό το στιλ που αν συνεχίζαμε σε αυτήν την κατεύθυνση, κινδύνευε να γίνει γραφικό. Έτσι, έσπρωξα τη μουσική μου σε ανοίκεια εδάφη».
White Light from the Mouth of Infinity (Young God, 1991)
Για άλλους υπερεκτιμημένο για αρκετούς περισσότερους ίσως ένα από τα καλύτερα albums των Swans το Love of Live έχει σίγουρα κατοχυρώσει μία θέση σε κάθε λίστα με τους σημαντικότερους δίσκους του συγκροτήματος με τους σκοτεινούς folk πειραματισμούς του The Burning World να αποδίδουν εδώ απρόσμενα πετυχημένους καρπούς, την ενορχήστρωση να πλαταίνει για να αγκαλιάσει παραδοσιακά έγχορδα που δεν θα φανταζόταν τόσο εύκολα κάποιος εκείνη την εποχή σε ένα βιομηχανικό, σκληρό περιβάλλον και τη σύνθεση να προσεγγίζει ακόμα πιο συστηματικά και δημιουργικά τις παραδοσιακές δομές για να δώσει ένα από τα πιο ενδιαφέροντα παντρέματα στη δισκογραφία των Swans – και όχι μόνο.
Love of Life (Young God, 1992)
Το «αδελφάκι» του White Light from the Mouth of Infinity, Love of Live κυκλοφόρησε στο αμέσως επόμενο καρέ, το 1992 διπλασιάζοντας τα horror κουνελάκια στο εξώφυλλο και ολοκληρώνοντας το εν στενή εννοία neofolk δίπτυχο της Swans ιστορίας (που προοιωνίζεται την dark Americana solo φάση του Michael Gira που κοντοζυγώνει). Ένα καθρέφτισμα του προκάτοχου του είναι για πολλούς ένα bullet στο timeline της μπάντας που έχει απορροφηθεί από τον πριν και το μετά αλλά για άλλους ένα παραγνωρισμένο διαμαντάκι. Πρόκειται ίσως για το πιο ήπιο και προσιτό album των Swans με μερικές πιο τυπικές -καθόλου τυπικές για τον ήχο των Swans βέβαια- μπαλάντες που σχηματίζουν μια παράξενα ευφορική παρένθεση μέσα στα σκοτεινά λημέρια των κύκνων και κλείνουν το μάτι σε στιγμές από το μακρινό μέλλον της μπάντας.
The Great Annihilator (Young God, 1995)
Ένα album που διέψευσε όσους έγραψαν στον μουσικό Τύπο της εποχής ότι θα ξεχαστεί από τους fans της μπάντας μιας και κάτι λιγότερο από τριάντα χρόνια μετά φιγουράρει στη συντριπτική πλειοψηφία των top 10 των οπαδών της μπάντας, τουλάχιστον όπως αυτά απειεκονίζονται σε fora και δίκτυα όπως το Reddit. Δίσκος μεταβατικός και ενωτικός που συγχωνεύει διαφορετικές πτυχές των Swans σε ένα από τα καλύτερα δείγματα συγχρονισμού της συμβατικής συνθετικής δομής με τη σκοτεινή ατμόσφαιρα των κλασσικών Swans. Και εκ των πραγμάτων δίσκος προθάλαμος για το αριστούργημα που ακολουθεί στο αμέσως επόμενο καρέ, την αμέσως επόμενη χρονιά.
Soundtracks for the Blind (Young God, 1996)
Κατά κοινή ομολογία ένα πραγματικό beast που ξεχωρίζει με κάθε δυνατό τρόπο στην δισκογραφία των Swans, υποδειγματικό μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια και φτιαγμένο από το υλικό των μεγάλων οροσήμων, των ογκόλιθων. Το Soundtrack of the Blind είναι ένα post – industrial έπος, μια κορυφαία εμπειρία ακρόασης για την οποία ό, τι και να γραφτεί θα είναι φτωχό και λίγο, είναι ένα βουνό που πρέπει να ανέβει μόνος του ο κάθε αφοσιωμένος ακροατής με τον τρόπο του και να απολαύσει τη θέα που τον περιμένει. Το σίγουρο είναι ότι η εξωγενής προστιθέμενη αξία του δίσκου έρχεται από την ιδιότητα του κύκνειου άσματος της πρώτης περιόδου των Swans καθώς η μπάντα του Michael Gira πλησιάζει την πρώτη της τελεία.
My Father Will Guide me up a Rope to the Sky (Young God, 2010)
Αν το Soundtracks for the Bind κερδίζει πόντους που δεν χρειάζεται λόγω της κατακλείδας που έβαλε στην πρώτη 15ετία των Swans το My Father Will Guide me up a Rope to the Sky κερδίζει όλα τα credits που χρειάζεται λόγω του boost που έδωσε στη δεύτερη και ασύγκριτα πιο επιτυχημένη «εμπορικά» ζωή του Michael Gira και των Swans. Με αυτόν τον αρκετά καθαρόαιμο post-rock δίσκο ο Gira «ανασταίνει» τους Swans και με τη νέα σύνθεση του συγκροτήματος εισέρχεται δυναμικά σε μια re-discovery εποχή που θα τους καταστήσει ευρύτερα γνωστούς και θα κάνει γενιές και γενιές ακροατών να τους μπαίνει στη διαδικασία να τους ανακαλύπτει ξανά και ξανά.
The Seer (Young God, 2012)
To δωδέκατο album των Swans είναι ίσως το πιο φιλόδοξο εγχείρημα της μπάντας που ευτύχησε να δει την τόλμη του να θριαμβεύει. Ιδιοφυώς ερεβώδες, αποκαλυπτικό και λυτρωτικό, τόσο εγκεφαλικό που καταλήγει βαθιά ανθρώπινο, το The Seer ο επόμενο magnus opus στον κατάλογο της μπάντας που με καθόλα εντυπωσιακό αν όχι αριστουργηματικό τρόπο συνοψίζει την μέχρι τότε ιστορία τους. Ενώ συγχρόνως επεκτείνει τον ήχο τους προς νέες σκοτεινές αιχμές με μια τρέλλα ακριβείας να καλπάζει μεταξύ φλεγόμενων, οργιαστικών πειραματισμών προς το ξέφωτο της Ιθάκης μιας σπουδαίας μπάντας, στον προορισμό που της πήρε τριάντα χρόνια να φτάσει. Much louder. Much louder. Much louder. Yes
To Be Kind (Young God/Mute, 2014)
Ποιος είπε ότι μετά από ένα αριστούργημα δεν μπορεί να ακολουθήσει ακόμα ένα; Το To Be Kind είναι η τρανταχτή απόδειξη του momentum ενός άοκνου Michael Gira με απόθεμα άσων στο μανίκι ακόμα και μετά από ένα album όπως το The Seer που θα είχε εξαντλήσει πολλούς στη θέση του. Κι όμως οι Swans εδώ φαίνεται να ασπάζονται το δόγμα του «ο εχθρός του καλού είναι το καλύτερο» και παραδίδουν αν όχι έναν καλύτερο σίγουρα έναν ισάξιο δίσκο του The Seer -κάτι που αποτελεί από μόνο του κατόρθωμα- ξεκλειδώνοντας μιας ακόμα crossover πίστα στις τάξεις του απανταχού ροκ κοινού. Για πολλούς Swans πιστούς στο To Be Kind έχουν αποτυπωθεί οι καλύτεροι Swans που ακούσαμε ποτέ σε κάθε περίπτωση ενώ δύσκολα θα βρεθεί ένα fan των Swans που να μην απολαμβάνει αυτόν τον τόσο σπουδαίο για τα ροκ χρονικά του αιώνα δίσκο με κάθε ευκαιρία.
The Glowing Man (Young God/Mute, 2016)
Ένας ακόμα πολύ καλός δίσκος της όψιμης περιόδου των Swans με την αξία του να βρίσκεται στο πώς η μπάντα έχει κατακτήσει πια τις νέες διαστάσεις του ήχου της και πειραματίζεται πλέον με διαφορετικές γωνίες λήψης κάνοντας τες να λάμπουν κάθε φορά με διαφορετικούς τρόπους. Το The Glowing Man είναι ένας δίσκος που συντηρεί τον μύθο που έχουν δημιουργήσει οι Swans σε τρεις δεκαετίες και δύο διαφορετικές ζωές χωρίς να απογοητεύει στο ελάχιστο. Αν μη τι άλλο μετά από ένα τέτοιο σερί οι Swans έχουν γίνει πια η ανακάλυψη που έγινε λατρεία.
Οι Swans εμφανίζονται την Κυριακή 11 Ιουνίου στο Θέατρο Βράχων και την Τρίτη 13 Ιουνίου στη Μονή Λαζαριστών . Περισσότερα για το live της Αθήνας εδώ και για το live της Θεσσαλονίκης εδώ.