Πλάκα: Η συνοικία των Θεών. Ένα τοπόσημο άμεσα συνδεδεμένο με τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης, που μοιραία έγινε ο απόλυτος προορισμός για έναν τουρίστα. Πέρα από τα χαρακτηριστικά της ταβερνάκια, η Πλάκα ήταν η γειτονιά που φιλοξένησε τις εμβληματικές μπουάτ, που πρόσφερε ένα άσυλο ελευθερίας και πλήρους αποδοχής, αφού εκεί εμφανίστηκαν τα πρώτα gay bar και που συνέδεσε το όνομά της με την εμφάνιση και λειτουργία των πρώτων θρυλικών ντισκοτέκ!
Στα στενά της ωστόσο, γραφόταν και μια άλλη ιστορία. Πρόκειται για την εκκόλαψη των πρώτων ροκ και πανκ live μαγαζιών. Έτσι, το περιβάλλον τοξικότητας που δημιούργησε η Χούντα, λειτούργησε σαν ένα εύφλεκτο υλικό για τους νεαρούς αμφισβητίες του δόγματος «ησυχία, τάξη και ασφάλεια». Στους χώρους αυτούς κυριαρχούσε η αντισυμβατικότητα στη μουσική και στο στυλ, οι μουσικοί πειραματισμοί, η επαφή των νέων με τους ήχους των μουσικών τους ειδώλων από το εξωτερικό, αλλά και η δημιουργία νέων μουσικών από τα ελληνικά συγκροτήματα που «άνθιζαν» στα underground μουσικά στέκια. Για τους νέους της εποχής (μέσα της δεκαετίας του ’70, αρχές του ’80) το Tiffany’s, το Skylab, η Αρετούσα, το 2001, η Σοφίτα, το Mad και πολλά άλλα όριζαν την έναρξη μιας νέας εμπειρίας μακριά από τα καθιερωμένα και κοινώς αποδεκτά πρότυπα μουσικής και διασκέδασης.
Οι λάτρεις της ροκ αρχικά και της πανκ στη συνέχεια, μετέτρεψαν την Πλάκα σε καταφύγιό τους, μακριά από τη συνηθισμένη για την εποχή κοινωνική κατακραυγή που έφτανε έως και τον χλευασμό πολλές φορές από τμήματα της κοινωνίας που αδυνατούσαν ή αρνούνταν να κατανοήσουν την αντισυμβατική στάση τους. Ίσως το πλήθος των τουριστών και τα ξενόφερτα μουσικά τους ακούσματα αλλά και η πραγματική υποβάθμιση της αθηναϊκής συνοικίας την εποχή εκείνη, να ήταν κάποιοι από τους λόγους που οι νέοι στέριωσαν για κάποια χρόνια τα δικά τους στέκια, χώρους έκφρασης, αυθεντικούς και απενοχοποιημένους, ανάμεσα στην πολύβουη Βαβέλ της Πλακιώτικης διασκέδασης.
Οι χώροι αυτοί όμως, μαζί και με άλλους, έπεσαν θύματα της προσπάθειας αναβάθμισης της συνοικίας λίγα χρόνια αργότερα μέσω της απαγόρευσης ηλεκτρικών μουσικών οργάνων στην επικράτεια της Πλάκας. Το ροκ και το πανκ βέβαια, μπορεί να μετεγκαταστάθηκαν σε άλλες γειτονιές της πόλης, το στίγμα τους ωστόσο και η μουσική τους δυναμική δεν έσβησε. Ακόμα παραπάνω, τα πρώτα αυτά στέκια παρέμειναν σταθερά στις αναμνήσεις και την καρδιά των ιδιοκτητών και των θαμώνων τους, που τους θυμούνται μέχρι σήμερα με τρυφερότητα και νοσταλγία.
Η περιήγησή μας στα άγνωστα σε πολλούς ροκ και πανκ στέκια της Πλάκας, θα πραγματοποιηθεί μέσα από τις αφηγήσεις ανθρώπων που μοιράζονται μαζί μας τις ιστορίες τους.
Συγκεκριμένα, στο ντοκιμαντέρ μιλούν (με αλφαβητική σειρά) οι: Μάκης Αθανασόπουλος (κάτοικος Πλάκας), Γιώργος Βανάκος (μουσικοσυνθέτης – εικαστικός), Θοδωρής Βλαχάκης (drummer Magic de Spell), Νικηφόρος Βουράκης (ιδιοκτήτης Trip – Mad), Γιάννης Δρόλαπας (μουσικός), Αθηνά Καλογήρου (Remember), Πέτρος Κοζάκος Floorfiller (μουσικός – DJ), Λούης Κοντούλης (μουσικός – Stress), Νίκος Σπυρόπουλος (μουσικός – Σπυριδούλα), Ηρακλής Τριανταφυλλίδης (μουσικοσυνθέτης, συγγραφέας), Ιωάννης Τσουανάτος (ιδιοκτήτης Athens Remember Fashion), Τόλης Φασόης (μουσικός – Sharp Ties), Johnny Vavouras (μουσικός, ηθοποιός), Frank Panx.
Σκηνοθεσία-σενάριο: Μαρίνα Δανέζη.
Διεύθυνση φωτογραφίας: Δημήτρης Κασιμάτης.
Μοντάζ: Χρήστος Γάκης.
Ηχοληψία: Κώστας Κουτελιδάκης.
Μίξη ήχου: Δημήτρης Μυγιάκης.
Αρχισυνταξία: Ηλιάνα Δανέζη.
Έρευνα αρχειακού υλικού: Ήρα Μαγαλιού.
Διεύθυνση παραγωγής: Τάσος Κορωνάκης.
Οργάνωση παραγωγής: Ήρα Μαγαλιού, Στέφανος Ελπιζιώτης.
Βοηθός διευθυντή φωτογραφίας: Δημήτρης Ζιβόπουλος.
Μουσική σήματος: Blaine L. Reininger.
Σχεδιασμός τίτλων αρχής / Motion Graphics: Κωνσταντίνα Στεφανοπούλου.
Εκτέλεση παραγωγής: Μαρίνα Ευαγγέλου Δανέζη για τη Laika Productions.