φωτογραφίες: Δημήτρης Καπάνταης (2,5), Χριστίνα Αλώση (3), Χάρης Σφακιανάκης (7)

Τα 3 τελευταία χρόνια δουλεύατε πάνω στο 8ο άλμπουμ σας Great Hallucinations, που κυκλοφόρησε τελικά τον Οκτώβρη του 2019. Ποιες ήταν οι προκλήσεις αυτού του δίσκου και πώς αλλάζουν τέτοιου είδους προκλήσεις, όσο μεγαλώνετε;

Η πρόκληση είναι μία: να κάνεις όσο καλύτερη μουσική μπορείς να κάνεις. Από 'κει και πέρα, κάθε άλμπουμ το δουλεύουμε χωρίς να υπάρχει συγκεκριμένο πλαίσιο. Η βασικότερη πρόκληση είναι η έμπνευση, η οποία, όσο μεγαλώνεις, τόσο πιο δύσκολα έρχεται. Κάθε φορά προσπαθούμε να κάνουμε κάτι όσο διαφορετικό γίνεται –πρωτότυπο δεν υπάρχει– ώστε να μην έχει σχέση με τα προηγούμενα.

Η έμπνευση στον συγκεκριμένο δίσκο, από πού ήρθε τελικά;

Η έμπνευση έρχεται από το κάθε τι. Μπορεί να είναι μια ιδέα, κάτι που είδες το πρωί και το βράδυ σου σκάει σαν στίχος ή σαν μελωδία. Η έμπνευση υπάρχει παντού. Το θέμα είναι να μπορείς να την αναγνωρίσεις και να τη συλλάβεις εκείνη τη στιγμή, ώστε να προκύψει κάτι στη συνέχεια.

Με το κλείσιμο του χρόνου ολοκληρώθηκε και η περιοδεία για τον νέο δίσκο στο εξωτερικό. Ποια «γεύση» σας άφησαν οι πόλεις που επισκεφθήκατε;

Ήταν 40 μέρες και για εμένα ήταν το πιο άνετο και το πιο δυνατό tour, με τη μεγαλύτερη ανταπόκριση από τον κόσμο. Προσωπικά βλέπω την περιοδεία σαν να ήταν μία μέρα ολόκληρη. Δεν προλαβαίνεις δηλαδή να καταλάβεις αν είναι Δευτέρα, Τρίτη ή Τετάρτη. Βρίσκεσαι σε ένα βαν, βγαίνεις, παίζεις, μαζεύεις, φεύγεις. Είναι σαν ένα τσίρκο.

Πάντα τα tour είναι ωραία, γιατί είσαι με τους φίλους σου –τώρα πια– και παίζεις μουσική. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν σε έχουν ξαναδεί, άνθρωποι οι οποίοι σε έχουν ξαναδεί και γουστάρουν που σε ξαναβλέπουν. Όσο να 'ναι έχει κούραση, όμως· και το πιο απαιτητικό κομμάτι είναι το ταξίδι. Από 'κει και πέρα είναι πολύ ζωτικής σημασίας το tour για μια μπάντα. Και ειδικά για rock μπάντες, σαν κι εμάς.

Γιατί ειδικά για αυτές;

Γιατί έχεις πιο άμεση σχέση με τον κόσμο. Γιατί συνήθως οι rock μπάντες παίζουν για να παίξουν μουσική. Δεν είναι όπως η Rihanna, που είναι όλο στημένο, ένα εμπορικό προϊόν. Για εμάς είναι ακόμα συναρπαστικό να βγαίνουμε στη σκηνή και να κάνουμε περιοδεία, να γουστάρει ο κόσμος από κάτω, να γουστάρουμε κι εμείς. Αισθανόμαστε σαν παιδιά.

Ποια ήταν η πιο χαρακτηριστική στιγμή αυτού του tour;

Θυμάμαι πολύ χαρακτηριστικά τον Δούναβη, τον οποίον είδαμε σε πολλά σημεία του. Και μου άρεσε πάρα πολύ το Βερολίνο σαν πόλη. Δεν έχει καμία σχέση με την υπόλοιπη Γερμανία. Και η Ρουμανία μου έκανε προσωπικά εντύπωση, γιατί μοιάζουμε πολύ σαν κουλτούρα. Μου έκανε επίσης εντύπωση και η Βουδαπέστη, όπου δεν δουλεύουν οι νταλαβεριτζήδες τις Κυριακές!

Φροντίζετε λοιπόν να αφουγκράζεστε τις πόλεις που επισκέπτεστε…

Εάν έχουμε 1-2 μέρες off, φροντίζουμε να κάνουμε καμία βόλτα μες την πόλη, ακόμα και κοντά στο χώρο του live, ή να φάμε κάποιο φαγητό της περιοχής.

Παραμένει ωστόσο η Ελλάδα το βασικό σημείο εστίασης –εάν υπάρχει κάτι τέτοιο για τους Nightstalker;

Ναι, μένουμε εδώ, αλλά δεν υπάρχει κάτι τέτοιο ακριβώς. Η μουσική περνάει σύνορα. Το ότι μένουμε εδώ, είναι τυχαίο. Αλλά επειδή έχουμε τους φίλους και το στούντιό μας εδώ, είναι το μέρος μας.

Το διήμερο στο Gagarin (17 & 18 Ιανουαρίου) θα είναι ουσιαστικά και το τέλος αυτού του tour;

Θα μπορούσε, ναι. Αλλά, κατά κάποιον τρόπο, εμείς νιώθουμε ότι είμαστε συνέχεια σε ένα tour.

Σε συνέντευξή της στο ogdoo.gr, η Εύα Κολόμβου ανέφερε ότι «ζούμε στην εποχή του stoner και του hiphop». Πώς θα το σχολιάζατε;

Έτσι δεν είναι; Πριν 20 χρόνια ήταν το alternative, το grunge και το rap. Τώρα είναι το stoner και το χιπ χοπ. Απλώς οι ονομασίες αλλάζουν. Για εμένα, οι σύγχρονοι rock stars βρίσκονται στο χιπ χοπ.

Και στη rock μουσική, τι γίνεται τότε;

Το rock υπάρχει εκεί, πάντα. Βγαίνουν συνέχεια καινούρια πράγματα, δεν τελειώνει ποτέ. Και πιστεύω ο άνθρωπος θα έχει πάντα ανάγκη να κάνει μουσική, ανεξαρτήτως ετικέτας. Οι ετικέτες είναι χρήσιμες για να μπορείς να το υλοποιήσεις αυτό το πράγμα, να το περιγράψεις, να πεις «αυτό το CD έχει τέτοια μουσική μέσα».

Με αφορμή τον τίτλο του νέου σας δίσκου και το concept της παραίσθησης και της ψυχεδέλειας που κυριαρχεί, θα λέγατε ότι η παραίσθηση είναι μέσο, απάντηση ή αυτοσκοπός;

Η παραίσθηση δεν είναι μόνο ότι εμείς παίρνουμε μανιτάρια και τριπάκια και βλέπουμε δράκους. Παραισθήσεις υπάρχουν παντού. Τώρα περιμέναμε ότι θα έρθει ο Άγιος Βασίλης, ότι θα κατέβει από την καμινάδα, και μετά πηγαίνουμε στην εκκλησία. Αυτά δεν είναι παραισθήσεις; Ότι υπάρχει ένας τύπος με άσπρα μαλλιά στον ουρανό και μας φροντίζει όλους και μας αγαπάει, δεν είναι παραίσθηση; Η παραίσθηση λοιπόν δεν γεννιέται μόνο μέσω ουσιών. Ο ίδιος ο κόσμος έχει κατασκευαστεί σαν μία παραίσθηση.

Οι δικές σας παραισθήσεις, ποιες είναι;

Έχω δει τον Θεό δύο φορές, είναι μαύρη! Κοίτα, και η ίδια η μουσική που παίζουμε, παραισθήσεις μάς δημιουργεί.

Ακούγοντας το "Sad Side Οf Τhe City", μπορεί να πει κανείς ότι στιχουργικά είναι μια ερωτική μπαλάντα. Πώς κατέληξε ωστόσο να έχει αυτόν τον τίτλο;

Ο χωρισμός, είναι ένα μέρος λυπηρό. Επίσης το κομμάτι λέει για εκείνον που φεύγει. Συνήθως, άμα είσαι αλκοολικός, σε παρατάνε. Και μετά βγάζεις blues, γιατί σε παρατήσανε.

Κάτι παρόμοιο, από την άλλη πλευρά ίσως, συμβαίνει και στην πρωταγωνίστρια του "Sweet Knife"…

Αυτό το κομμάτι είναι πιο πολύ «για εσένα»: μπορείς δηλαδή να αυτοχαρακτηριστείς, δεν είναι ερωτικό. Είναι για τις δικές σου αϋπνίες.

Την πρωταγωνίστρια αυτή, παρεμπιπτόντως, τη βλέπουμε σε αρκετά γνώριμα στέκια της Αθήνας, στο συνοδευτικό βιντεοκλίπ. Ποια σημεία της νύχτας σάς γοητεύουν σε αυτήν την πόλη;

Πλέον δεν πολυβγαίνω στην Αθήνα. Όταν έβγαινα, μου άρεσε η περιοχή κάτω από την Ακρόπολη. Πηγαίναμε το πρωί και αράζαμε. Παλιά μου άρεσαν και τα Εξάρχεια, έμενα μάλιστα χρόνια εκεί. Διαφορετικά θα διάλεγα μεμονωμένα bars, όχι περιοχές –όπως π.χ. το Chelsea στο Παγκράτι. Είναι πολύ απλωμένη η Αθήνα και σαν πόλη δεν έχει μια ομορφιά· ίσως κατά περιοχές να μπορείς να βρεις.

Πλέον αποφεύγω πάντως να βγαίνω στην Αθήνα χωρίς λόγο. Πρώτα από όλα δεν έχεις πεζοδρόμιο να περπατήσεις. Κι αυτό είναι ένα άλλο θέμα που μου έκανε εντύπωση στη Γερμανία: βγαίνεις να περπατήσεις και έχει πάρκα ή πεζοδρόμια τεράστια, όπου δεν πρόκειται να σε πατήσει κανένας. Οι πόλεις είναι φιλικές για τον πεζό, για όποιον θέλει απλά να περπατήσει ή να κάνει μια βόλτα τον σκύλο του.

Την Αθήνα μπορείτε να τη φανταστείτε έτσι για τους κατοίκους ή τους επισκέπτες της; Γιατί ακόμα και οι τουρίστες, εδώ που τα λέμε, δεν είμαι σίγουρη ότι περνάνε «ξεκούραστα» στις επισκέψεις τους…

Ναι, η αλήθεια είναι ότι τους έχω δει και στην Πλάκα και στο Μοναστηράκι να περνάνε πολύ γρήγορα και βιαστικά. Και παράλληλα έχουν τον νου τους γύρω τους, γιατί τόσα χρόνια τους λένε να προσέχουν, ότι στην Αθήνα είναι επικίνδυνα. Φιλική μπορώ να τη φανταστώ, όμως, γιατί είναι οι άνθρωποι φιλικοί στις γειτονιές. Αν τους πεις καλημέρα, μπορεί κάποιοι να σε κοιτάξουν περίεργα, βλέπεις όμως και άλλους που χαμογελούν –ειδικά μεγαλύτερης ηλικίας, επειδή μπορεί να μην τους έχει μιλήσει άνθρωπος για μια βδομάδα. Και δεν είναι τίποτα να είσαι φιλικός με τον άλλον.

Τι πιστεύετε ότι έχει κάνει τον κόσμο τόσο καχύποπτο, ακόμα και απέναντι σε μια χαμογελαστή καλημέρα;

Ο φόβος είναι ένα εργαλείο για να μπορείς να ελέγξεις το πλήθος. Δεν σε αφήνει να σκεφτείς λίγο παραπάνω. Είσαι μέχρι εκεί που φοβάσαι. Φοβάσαι τι θα γίνουν τα παιδιά σου, τι θα γίνει το σπίτι σου, τα λεφτά σου. Σου δημιουργούν φόβο ότι θα μπουν οι ξένοι και θα μας γαμήσουν, θα μας κάνουν πουτάνες, θα μας διώξουν από την Ελλάδα, ότι μας βιάζουν, μας σκοτώνουν. Παντού υπάρχουν αυτά. Μετά όμως ο φόβος δίνει κονδύλια στους μπάτσους και στα συρματοπλέγματα. Ξέρεις, ο φόβος είναι εμπόριο. Άμα σου έλεγαν να μη φοβάσαι τίποτα, θα πήγαινες στη δουλειά σου; Στην ταράτσα θα ήσουν και θα έκανες ηλιοθεραπεία.

Θα έλεγε κανείς ότι το "Children Οf The Sun” μοιάζει να έχει αναδειχθεί τα τελευταία χρόνια κάτι σαν ύμνος μιας ολόκληρης γενιάς. Πώς νιώθετε για αυτό;

Έχω αναρωτηθεί πάρα πολλές φορές γιατί συμβαίνει. Έχουμε μείνει κι εμείς πολλές φορές έκπληκτοι με τον κόσμο που ουρλιάζει, που θέλει να ακούγεται πιο πολύ από τη μουσική. Κατέληξα ότι είναι το τραγούδι, δεν είναι κάτι άλλο. Μάλιστα αυτό το τραγούδι το είχαμε χρόνια και δεν το βγάζαμε. Πιστεύω ότι βοήθησε και το βιντεοκλίπ, το οποίο είναι αληθινό, με τους φίλους που καλέσαμε να παίξουν στο συγκεκριμένο κομμάτι. Από 'κει και πέρα, μου κάνει κι εμένα εντύπωση. Ακόμα ανατριχιάζω κάθε φορά που το παίζουμε ζωντανά και τραγουδάει όλος ο κόσμος. Και δεν γίνεται μόνο στην Ελλάδα αυτό, γίνεται και έξω. Αισθάνεσαι ότι κάτι έχεις κάνει.

{youtube}fclmGZrnvzk{/youtube}

Γιατί αργήσατε να το κυκλοφορήσετε;

Δεν είχαμε ρεφραίν. Με τα χρόνια το παίζαμε, το ξαναφήναμε. Και μόλις βρήκαμε το ρεφραίν, το βγάλαμε αμέσως.

Έπειτα από 30 χρόνια, πού θα λέγατε ότι βρίσκονται οι Nightstalker στο ταξίδι τους;

Δεν το βλέπουμε έτσι. Έχουμε κάνει ό,τι έχουμε κάνει, έχουμε γράψει ό,τι τραγούδια έχουμε γράψει, και το μόνο που σκεφτόμαστε είναι τι θα κάνουμε μετά· ποιο είναι το επόμενο βήμα, πότε είναι το επόμενο live ή η επόμενη πρόβα. Τα 30 χρόνια τα καταλαβαίνεις ύστερα, όταν περνάνε.

Άρα ήταν πάντα έτσι;

Ναι, κι αυτό είναι το καλό. Άμα σκέφτεσαι «πωπω, πώς περνάνε τα χρόνια» σημαίνει ότι κουράζεσαι. Κι αν σε κουράζει αυτό που κάνεις, δεν υπάρχει λόγος να το κάνεις.

Δεν είναι εύκολο όμως, από την άλλη…

Δεν είναι, αλλά δεν το βλέπουμε σαν δουλειά. Δε λέμε «πωπω, δεν βγάλαμε λεφτά σήμερα». Το βλέπουμε σαν μουσική. Αν δεν έχουμε λεφτά, θα κάτσουμε να παίξουμε μουσική και θα είναι σαν να έχουμε πάει στα καλύτερα. Είναι ένας τρόπος ζωής αυτό.

Τι αλλαγές ωστόσο έχει φέρει το πέρασμα αυτών των 30 χρόνων;

Μόνο στο σώμα, γιατί τα μυαλά ακόμα πιο παιδικά γίνονται.

Συνήθως συμβαίνει το αντίστροφο…

Η μουσική για μένα είναι κάτι που έχω κρατήσει από μικρός. Το μόνο πράγμα που έχω κρατήσει από πιτσιρικάς. Κι έτσι είναι και οι υπόλοιποι στο γκρουπ. Βγάζουμε λοιπόν έναν εαυτό που δεν υπάρχει πια. Είναι echo από τις παιδικές μας ηλικίες. Κι αυτό γιατί η μουσική, πιστεύω, είναι από τα πιο αγνά πράγματα. Κάθεσαι με τους φίλους σου και γρατζουνάς και παίζεις και το ευχαριστιέσαι κιόλας, ακόμα κι όταν παίζεις φάλτσα. Και θες κι άλλο.

Θα έπρεπε άραγε η μουσική να αντιμετωπίζεται πάντα έτσι, αθώα;

Πιστεύω ότι η βάση της, έτσι είναι. Βάζεις ένα κομμάτι και σου αρέσει. Εκτός του ότι παίζω, εμένα αυτή είναι η σχέση μου με τη μουσική. Είναι αθώα, δεν έχει να κάνει με κάτι άλλο πέραν του «μου αρέσει». Υπάρχουν κι άλλοι που λένε «α ωραίο κομμάτι, θα το βάλω στην προεκλογική συγκέντρωσή μου» ή «σε αυτήν τη διαφήμιση». Εμείς όμως πιστεύω την αντιμετωπίζουμε σαν μικρά παιδιά.

Υπάρχει κάποιο τραγούδι, είτε από τον καινούριο, είτε από κάποιον παλαιότερο δίσκο, που θα επιλέγατε για να πείτε «αυτό είναι Nightstalker»;

Από τον τελευταίο δίσκο θα έβαζα το "Sweet Knife". Θα έβαζα επίσης το "Children Οf Τhe Sun", γιατί είναι αυτό που είναι. Και θα έβαζα κι από το πρώτο δίσκο, το Side FX (1994), το "Mad Prophet".

{youtube}os6rmrSL9AA{/youtube}

Με αφορμή όλες αυτές τις συναυλίες στις οποίες έχετε συμμετάσχει, από δικά σας live, μέχρι φεστιβάλ και άλλες πρωτοβουλίες, υπάρχει κάτι που παραμένει αδιαπραγμάτευτο, ώστε να ανεβείτε σε μια σκηνή;

Όσο περνούν τα χρόνια, σίγουρα έχεις κάποιες παραπάνω απαιτήσεις στον ήχο και στα τεχνικά μέσα που χρειάζεσαι σε κάθε live. Για να μην παίξουμε κάπου, πάντως, θα έπρεπε να το διοργανώνει κάποια Δεξιά πολιτική νεολαία ή κάποια ιδεολογία που δεν μας εκφράζει ή κάποιο φεστιβάλ που θα ήταν τελείως άσχετο με εμάς. Συνήθως όμως γουστάρουμε όπου παίζουμε. Κι επειδή γουστάρουμε να παίζουμε γενικότερα, συνήθως πάμε όπου μας καλούν· ακόμα και σε free festivals ή συναυλίες που θα παίξουμε έστω και για μισή ώρα. Όπου μπορούμε να βοηθήσουμε, το κάνουμε.

Θα λέγατε ότι η εξέλιξη της διανομής και της προώθησης της μουσικής μέσω του διαδικτύου είναι κατά κάποιον τρόπο ένας είδος εκδίκησης του rock για το παλαιότερο σαμποτάρισμά του από τις ελληνικές δισκογραφικές και τους μάνατζερ, με τη δικαιολογία ότι «δεν πουλάει»;

To rock πάντα πούλαγε. Απλά το διαδίκτυο απέδειξε ότι, αν κάτι είναι να φτάσει στο κοινό, θα φτάσει έτσι κι αλλιώς. Από την άλλη είναι σαν δίκοπο μαχαίρι, γιατί τώρα υπάρχει μια ατελείωτη ροή πληροφορίας και δεν ξέρεις τι να πρωτοακούσεις και τι θα πρωτοπρολάβεις να ακούσεις. Είναι όμως καλό, γιατί πλέον μπορείς κι εσύ να φτιάξεις ένα κομμάτι ή να γυρίσεις ένα βίντεο και να γίνει κάτι.

Αυτό που έκανε το ίντερνετ, είναι ότι το έφερε σε πάρα πολύ κόσμο. Όσοι ακούγαμε rock, ακούγαμε rock και πριν το ίντερνετ. Ξέρεις, κλέβαμε κιόλας, γιατί γράφαμε κασέτες. Το ίδιο πράγμα γίνεται και τώρα, τσάμπα μουσική. Και πάλι, όμως: το θέμα μας δεν ήταν να κλέψουμε μουσική για να πουλήσουμε τις κασέτες. Δεν θεωρούσαμε ότι κλέβουμε τον καλλιτέχνη, θέλαμε απλά να ακούσουμε μουσική. Και τώρα, αν το καλοσκεφτείς, εάν δεν υπήρχε το ίντερνετ, δεν θα μας άκουγαν από την Ινδονησία ή δεν θα έρχονταν στα live μας. Μας συμφέρει επομένως, κι ας «χάνουμε» οικονομικά.

Κι εδώ που τα λέμε, οι εταιρείες δεν βοηθούσαν ποτέ τα συγκροτήματα. Βοηθούσαν την πάρτη τους. Μόλις έβλεπαν ότι έπεφταν οι πωλήσεις από τις 500 στις 200 χιλιάδες, δεν σε ξέρανε. Τώρα υπάρχει πολύ το DIY, γιατί όλες οι μπάντες για πάρτη τους τα κάνουν. Εκείνοι πρέπει να το προωθήσουν. Και ξέρεις, έτσι είναι και το rock 'n' roll.

Τι ενώνει επομένως όλους αυτούς τους ανθρώπους που ακούνε Nightstalker, από την Ινδονησία μέχρι τη Γερμανία;

Πάλι, η μουσική. Ένας άνθρωπος που με ακούει από τη Γερμανία ούτε ξέρει ποιος είμαι, ούτε τι κάνω. Κι αν με γνωρίσει, μπορεί να μη με γουστάρει. Γουστάρει τη μουσική μου, όμως –και αυτό είναι αρκετό. Η μουσική σου, βέβαια, είναι σίγουρα ένα μέρος του χαρακτήρα σου και της ζωής σου.

Διαχωρίζεται ωστόσο σε κάποιο σημείο ο καλλιτέχνης από τον άνθρωπο;

Όχι. Αν είσαι μαλάκας στο βουνό, είσαι και στη θάλασσα. Κάπως έτσι πάει. Είσαι καλλιτέχνης και γυρνάς σπίτι και πέφτουν όλα, γιατί είσαι καλλιτέχνης. Δεν είμαι καλλιτέχνης κι όταν γυρνάω σπίτι γίνομαι κάτι άλλο. Είμαι 24 ώρες το 24άωρο. Και 3 η ώρα το βράδυ μεθυσμένο να με δουν, θα με ρωτήσουν «Ε, Αργύρη, τι γίνεται;».

Μπορεί ένας καλλιτέχνης να πει ψέματα για το ποιος είναι μέσα από την τέχνη του;

Μα η τέχνη δεν είναι μια μορφή υποκρισίας; Δεν είναι κάτι πραγματικό. Δεν υπάρχει. Το ψέμα, όμως, θέλει κάποια αλήθεια μέσα. Θέλει 80% αλήθεια για να υπάρξει. Η τέχνη θέλει φαντασία, που κι αυτή δεν είναι αλήθεια. Αλλά δεν είναι και ψέμα.

Ανεβαίνεις στη σκηνή και κάνεις ένα σόου, όσο αυθόρμητο κι αν είναι. Ας αφήσουμε τη μουσική κι ας σκεφτούμε έναν ηθοποιό. Για να ανέβει στη σκηνή, πρέπει να είναι αληθινός με τον εαυτό του, για να μπορεί να υποκριθεί κάποιον άλλον.

Τι έχετε ετοιμάσει για το επερχόμενο διήμερο στο Gagarin, την Παρασκευή 17 και το Σάββατο 18 Ιανουαρίου;

Επεξεργαζόμαστε πολύ προσεκτικά τις tracklists, γιατί θέλουμε να είναι διαφορετικά. Δεν θέλουμε να είναι κονσέρβα.

Υπάρχει λόγος δηλαδή κάποιος να έρθει και τις 2 μέρες;

Κάποιοι θα έρθουν σίγουρα!

{youtube}ktVvt9xQfoI{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured