Γιάννης Καγκελάρης

Τα βράδια της Παρασκευής είναι ιδανική περίσταση για συναυλιακές εξόδους, μιας και η πλειονότητα του κόσμου προτιμά να μην προσθέτει κόπωση στον καθημερινό εργασιακό μόχθο. Δεν είναι τυχαίο ότι οι περισσότερες σημαντικές συναυλίες λαμβάνουν χώρα τα Σαββατοκύριακα, μιας και οι συνθήκες μοιάζουν λίαν βολικές, σε μια εποχή που παραμένει οικονομικά δυσχερής προς άντληση οπαδικού ενδιαφέροντος. Από την άλλη, βέβαια, οι εμφανίσεις των Σουηδών Katatonia δεν υπολείπονται στο ελάχιστο τους όποιους κινδύνους αποδοχής, μιας και οι εγχώριες επισκέψεις τους δεν γίνονται με ανησυχητική συχνότητα. Αντιθέτως, κάθε συναυλία τους βρίθει άκρατης αναμονής, από τη στιγμή που η δισκογραφική τους ποιότητα παραμένει σε εξαίρετα επίπεδα.

Υπό καθ' όλα αντικειμενικά κριτήρια, καμία μπάντα του ευρύτερου gothic φάσματος δεν δικαιούταν περισσότερο να ανοίξει τη συγκεκριμένη βραδιά, από τους Αθηναίους On Thorns I Lay. Άλλωστε τα κατάστιχα της εγχώριας σκηνής τους θέτουν ως το μακροβιότερο ποιοτικό γκρουπ στον χώρο του εγχώριου gothic doom/death metal, μετρώντας πολυάριθμες ποιοτικές κυκλοφορίες υπό μια πληθώρα εναλλακτικών επιλογών. Βλέπετε, παρότι έχουν μείνει να ανήκουν –κατά κύριο λόγο– στον χώρο του ρομαντικού death/doom, η εξερεύνηση επιδραστικών αναλαμπών τους έφερε συχνά έξω από τα περιορισμένα στεγανά της 1990s αισθητικής. Το δε αρτιότερο έργο της αναφερθείσας περιόδου παραμένει έως και σήμερα το εμβληματικό Future Narcotic, του μακρινού πλέον 2000.

Παρ' όλα αυτά, η επαναδραστηριοποίησή τους έπειτα από παύση 2 ετών κατέληξε σε αρχετυπικά μοτίβα, καθ' όλα μεταλλικής φύσης. Όχι άδικα, μιας και το Aegean Sorrow (2018) αποτελεί μία από τις αρτιότερες δουλειές στον κατάλογο της μπάντας, υπενθυμίζοντας τη σθεναρή απλότητα της 1990s παρακαταθήκης. Στηριζόμενοι λοιπόν στην επιδραστικότητα μιας γοτθικής, doom νωχελικότητας, έπλεξαν ένα αραχνοΰφαντο πέπλο γύρω από την κοχλάζουσα πηγή μιας αύρας λίαν γκριζωπής. Τα δε βόρβορα φωνητικά του Στέφανου Κιντζόγλου ηχούσαν καθ' όλα αειθαλή, τη στιγμή που κάθε οργανικό μέλος συνηγορούσε στο διαστελλόμενο vibe, με τρόπο ώστε η αιώνια καταδίκη έμοιαζε ολοένα πιο βέβαιη. Ενδεχομένως, βέβαια, η προσθήκη μιας εναλλακτικής bonus επιλογής στο line-up της βραδιάς να ταίριαζε λόγω της τωρινής ταυτότητας των Σουηδών headliners, αλλά κάτι τέτοιο θα έστρεφε την προσοχή μακριά από το υλικό του ολόφρεσκου Threnos (2020) και ίσως και να έπληττε τη συνολική ροή της προδιαγεγραμμένης setlist.

Τιμώντας το ραντεβού με ωρολογιακή συνέπεια, οι Katatonia επιβιβάστηκαν στη σκηνή ενός αναβράζοντος Gagarin. Όπως μας ανακοίνωσαν, η όλη παρουσίαση έμελλε να διαχωριστεί σε δύο ισόποσα μέρη, σύμφωνα με τη στοχευμένη οπτική της πρόσφατης δισκογραφίας τους. Το πρώτο μέρος αφορούσε την απόδοση του Night Is The New Day (2009) στην ολότητά του, με μοναδική παράλειψη το bonus track "Ashen", το οποίο είχε αρχικά περιληφθεί στη digibook deluxe έκδοση. Έτσι, από τις άμετρες ρυθμικές κιθάρες του εναρκτήριου "Forsaken", οι Meshuggah επιρροές ανέσυραν πρόωρα την υποψία πως η τρεχούμενη διάρκεια θα διατηρούσε το πορφυρό τρίπτυχο συναισθημάτων που χαρακτηρίζει το έργο τους. Οι δε σφυρηλατημένες δομές του "Day And Then The Shade", οι αμαυρωμένες καταβολές του "Nefilim", όπως και η ρομαντική απόγνωση του "The Longest Year" κραταιά επικύρωναν το παρόν μιας ανάπλασης διχαλωτής σε διασταυρώσεις.

Το δεύτερο μέρος της setlist ομολογουμένως προκάλεσε και τις πιο ηχηρές αντιδράσεις, καθότι ουδέποτε διευκρινίστηκε ο μακροσκελής χαρακτήρας της όλης παρουσίασης. Ξεπερνώντας τα συνήθη στεγανά της διάρκειας των 90 λεπτών, οι Katatonia μας εξέπληξαν με 21 συνολικά επιλογές, οι οποίες κάλυψαν την πορεία τους από το Viva Emptiness (2003) έως σήμερα. Ως γενόμενο, φαντάζει τμηματικά αιτιολογημένο, καθώς η επετειακή ταυτότητα του Night Is The New Day εμπεριέχεται ως ουσία στη γενικότερη Τρίτη Δημιουργική Εποχή των πολυπράγμωνων Σουηδών. Και το Viva Emptiness ουσιαστικά λειτούργησε ως μεταβατικός γόρδιος σύνδεσμος από την παραδοσιακή gothic rock/metal ταυτότητα στην μετά-1990s πειραματική εποχή τους.

Ενδεχομένως να διαφαινόταν μια αμυδρή απορία για το ότι δεν καλύφθηκε παλαιότερο υλικό. Άλλωστε, τη λεόντεια μερίδα αποδοχής εξέλαβε το "Ghost Οf Τhe Sun", προερχόμενο από τον δίσκο που έφερε για πρώτη φορά τους Katatonia στην Ελλάδα, πίσω στο μακρινό 2003. Παρόλα αυτά, έχουν κυκλοφορήσει εξαιρετικές δουλειές τα τελευταία έτη, προσφέροντας πληθώρα ισχυρών ραδιοφωνικών hits προς εναλλαγή γλυκόπικρων συναισθημάτων. Η αναφερθείσα επιμέλεια, υπό την οποία κάθε τραγούδι έμοιαζε προσεκτικά διαλεγμένο, κατόρθωσε να διατηρήσει το vibe στα ζωηρότερα επίπεδα, παρά τον υποδόρια μελαγχολικό χαρακτήρα της μπάντας. Διατηρώντας έτσι τη συνοχή σφιχτή, δίχως fillers ή πιθανές απόπειρες προώθησης του επερχόμενου City Burials (2020), οι Σουηδοί διαφύλαξαν την αύρα της παρακαταθήκης τους ατόφια –αποτρέποντας παράλληλα τον κίνδυνο μιας ανεπιθύμητης «κοιλιάς» στην τρεχούμενη διάρκεια.

Σε γραμμική συμπόρευση, υποκινητής παρέμεινε πρωταρχικά η μεταδοτική τέρψη των μελών. Ο άκρατα εφηβικός ζήλος που επέδειξαν στην ίδια τη ζωτικότητα των εκτελέσεων επιβεβαίωσε την παραδοχή μιας υποθάλπτουσας φαντασίας, η οποία εξακολουθεί να διαφεύγει της φθοράς τριών εμπειρικών δεκαετιών. Έτσι, παρά τη χιλιομετρική πορεία της μπάντας, οι εργαστηριακοί πειραματισμοί, όπως και η δίψα την οποία διατηρούν για σκηνικές αποδόσεις, έμοιαζε αφύσικα ατόφια για ανθρώπους που πλησιάζουν το 45ο έτος της ηλικίας τους. Πώς αλλιώς άλλωστε θα εκλάμβανε κανείς τον περίσσιο αυθορμητισμό τους, ωσάν να μην παρουσίαζαν ένα προεπιλεμένο set, παρά να «τζάμαραν» ανέμελα υπό progressive dark metal φόρμες, ενώπιον των πιο καρδιακών φίλων και συγγενών;

Τη δεδομένη ευθυμία εξέφρασαν πολλάκις, μάλιστα, και οι ίδιοι, μπροστά στους συγκινημένους παρευρισκόμενους. Διότι δεν ήσαν λίγοι οι «περαστικοί» μουσικόφιλοι στο Gagarin, όσοι θέλησαν απλά να λάβουν μια πρόχειρη γεύση, χάριν της ιστορικής φήμης των Σουηδών. Διαπιστώνοντας μάλιστα πως ο δείκτης του ρολογιού είχε πλέον προσπεράσει τις 23.00, ορισμένοι αναζήτησαν την πόρτα της εξόδου, ώστε να συνεχίσουν τη νύχτα της Παρασκευής σε εναλλακτικά μονοπάτια. Εκεί σημειώθηκε και η απορία του Jonas Petter Renkse (και μάλιστα εις διπλούν), ο οποίος εξέφρασε την αμυδρή απογοήτευσή του, προβαίνοντας επιπροσθέτως σε σύντομες, μα εύστροφες χιουμοριστικές πινελιές. «Ελπίζω να περνάτε καλά...», ανέφερε συχνά-πυκνά κατά την διάρκεια της εμφάνισης, αναζητώντας αποσπασματικά την επικύρωση του κοινού, «διότι, άλλωστε, έχετε έρθει να ακούσετε μια μπάντα που ονομάζεται Katatonia».

Τα άνωθεν, φυσικά, δεν υπονοούν ότι η εμφάνιση ήταν παντελώς τέλεια. Ορισμένοι ηλικιακοί παράγοντες μοιραία επηρέασαν πτυχές της απόδοσης, όπως λ.χ. τα υψηλότερα, λεπτοραμμένα φωνητικά του Renkse. Δεν μοιάζει τυχαία, επίσης, η επιβεβλημένα δεκάλεπτη διακοπή μεταξύ των δύο setlist, χάριν μιας φυσικής ανάνηψης χορδών καταπονημένων από αλλεπάλληλες περιοδείες. Ο Renkse, παρ' όλα αυτά, διατήρησε την αντοχή του στο μέγιστο δυνατό, με τις μοναδικές αρρυθμίες να μοιάζουν περισσότερο πασιφανείς στο κλείσιμο του πρώτου μέρους με το εξαίσιο "Departer". Αν και αμελητέο πταίσμα ενώπιον του ολικού συναισθήματος, στάθηκε η μόνη στιγμή όπου ο Renkse εντυπώθηκε αρκετά καταβεβλημένος –τη στιγμή που τα διασκευασμένα πρόσθετα φωνητικά εκ πλευράς Roger Öjersson κατέληγαν λίαν ασύμβατα, σε σχέση με την πρωτότυπη εκδοχή.

Η απώλεια πάντως της δυνητικής τελειότητας των Σουηδών δεν αναιρεί την ποιότητα της δεύτερης απολαυστικότερης επίσκεψής τους, σε προσωπικές εντυπώσεις: ως μοναδική ανώτερη εμπειρία από μια δεξαμενή 8 (εγχώριων και μη) επιλογών, παραμένει η παρθενική εμφάνιση (2003) στην περιοδεία του Viva Emptiness –έστω και αν 700 άτομα είχαν τότε στοιβαχτεί σε έναν γεωμετρικά ασύμφορο χώρο. Η όλη ροή, μάλιστα, επέφερε τέτοια ηλεκτροφόρα συνοχή, σε σημείο που θα φάνταζε άκομψο να παρουσίαζαν αρχαιότερο υλικό (όσο και αν προτιμώ τις πρώτες τους Δημιουργικές Εποχές). Η τωρινή ιδιαιτερότητα ενός περίτεχνου κράματος περνούσε πλέον από την εναλλακτική θνησιμότητα στην ηλεκτρονική εκκένωση, αλλά και σε επιμεταλλωμένα ξεσπάσματα μιας αναλγητικής μαρτυρίας, δίχως να επιτρέπει ανάσα σε αναπολήσεις 1990s καταβολών. Ως γενόμενο ίσως να μένει άβολο, όπως και ιδιαίτερο, αλλά είναι γεγονός ότι οι Katatonia έχουν εξελίξει πια τον ήχο τους προς οδούς μη οριοθετικά τυποποιημένες.

Setlist

1o μέρος

Forsaker
The Longest Year
Idle Blood
Onward Into Battle
Liberation
The Promise of Deceit
Nephilim
New Night
Inheritance
Day and Then the Shade
Departer

2ο μέρος

Lethean
Deliberation
Serein
My Twin
Evidence
Old Heart Falls
Ghost of the Sun
Soil's Song

encore

July
Night Comes Down (Judas Priest cover)

{youtube}8qVTJwvphpA{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured