Μπορείτε να μας πείτε δυο λόγια για τη φιλία σας και τη συνεργασία σας μέσα στον χρόνο;
Robin: Γνωριζόμαστε από το 2004, περίπου. Κάναμε πολύ παρέα λόγω skate, από αυτό ξεκινήσαμε έπειτα να φτιάχνουμε και μουσική. Δεν ξέρω τι περισσότερο μπορώ να πω γι’ αυτόν, πέραν του ότι τον αγαπώ και είναι φίλος μου! (γέλια)
Harry: Εγώ τον αγαπώ ακόμη περισσότερο! Αρχικά γνωριστήκαμε μέσα από την κολλητή μας, την Ky Witney, η οποία ήταν και ντράμερ στο πρώτο μας συγκρότημα The Naturals. Έχουμε περάσει από όλες τις φάσεις μαζί. Από τη λατρεία για το shoegaze, μέχρι το σνομπάρισμα του techno, όλα μαζί τα ζήσαμε.
Πειραματίζεστε πολύ με πετάλια και ιδιαίτερους ήχους, με τα σκληρά φωνητικά και τους industrial techno ρυθμούς. Πού αποσκοπείτε; Ίσως στο να φέρετε μια νέα αίσθηση ηδονισμού στην πίστα;
Robin: Η πειραματική χρήση πεταλιών και φωνητικών πηγάζει από τις διάφορες τεχνικές που χρησιμοποιούσαμε από όταν ξεκινήσαμε το project, γύρω στο 2010 –γινόταν βέβαια και πιο πριν, με τους Naturals. Ο στόχος ήταν να κάνουμε τις κιθάρες να ακούγονται σαν synths. Πάντα είχαμε αυτήν τη φιλοδοξία και μας φαινόταν και λογικό, να προσπαθούμε δηλαδή να εφαρμόζουμε τις μεθόδους με τις οποίες αναπλάθαμε τα φωνητικά πάνω στους χορευτικούς ρυθμούς. Δεν υπάρχει άλλος συγκεκριμένος στόχος, παρά μόνο να κάνουμε προσβάσιμη τη μουσική μας στους ακροατές μέσα από γνώριμες αρμονίες και ρυθμούς και στη συνέχεια να τους πάρουμε μαζί μας σε αχαρτογράφητα νερά.
Harry: Όπως λέει ο Rob, ένα μεγάλο μέρος της ηχητικής μας παλέτας και της τεχνικής μας αναπτύχθηκε εντελώς φυσιολογικά, σαν αποτέλεσμα της δουλειάς μας στους Naturals. Νομίζω πάντως ότι η αλλαγή του κοινωνικού πλαισίου μέσα στο οποίο καταναλώνεται η μουσική μας –μέσα δηλαδή σε clubs γεμάτα μεθυσμένους θαμώνες, στις 3 το πρωί– μας έκανε να γίνουμε πιο διαλλακτικοί στο πώς θέλουμε να τη σερβίρουμε, αλλά και στο πώς να συνδεθούμε με άτομα που απλώς θέλουν να διασκεδάσουν και δεν τα ενδιαφέρει να μας δουν να εκφράζουμε την ψυχή μας πάνω στην κονσόλα. Άλλωστε, παίζουμε τις ώρες της νύχτας που οι άνθρωποι είναι πιο κοινωνικοί και δεν μας χρωστάνε τίποτα. Και καλά κάνουν.
Όλο αυτό που περιγράφω βοήθησε στους πειραματισμούς μας, καθώς και στην εξέλιξη του τρόπου με τον οποίον γράφουμε μουσική για νυχτερινά club. Το να προσεγγίσουμε από την αρχή τα δικαιώματα και τον ρόλο του ακροατηρίου, είναι πολύ σημαντικό για εμάς: πιστεύω ότι η τέχνη οφείλει να είναι ένας διάλογος, ένα αλισβερίσι, μια συνεχής συζήτηση ανάμεσα στον καλλιτέχνη και στο κοινό. Η τέχνη, η μουσική (ή το «industrial techno», στην περίπτωσή μας) δεν έχει τελειώσει και δεν αποτελεί τετελεσμένη πρόταση. Από τη στιγμή που βγαίνει εκεί έξω, ανήκει στον κόσμο· και όλοι συνεχίζουν το ταξίδι.
Βρίσκω ότι η προσέγγισή σας στο techno και γενικά στη χορευτική μουσική βασίζεται σε hardcore punk ρίζες. Και αναρωτιέμαι έτσι, τι είδους μουσική απολαμβάνετε εσείς σαν ακροατές;
Robin: Δεν ακούμε πραγματικά hardcore punk, ούτε και οτιδήποτε σχετίζεται με punx ή κάτι ανάλογο. Αγαπάμε τους Locust και τέτοια πράγματα. Αλλόκοτο industrial sludge metal, επίσης, και ολίγον από grindcore. Ακούμε βασικά πολλή μη-hardcore μουσική, ως ακροατές. Ο Harry ακούει χιπ χοπ και pop, όπως Travis Scott και Future. Εγώ είμαι αφοσιωμένος στη dub. Δεν πάμε να μπλέξουμε την αγάπη μας για ένα είδος μουσικής με τη φύση κάποιου άλλου είδους.
Harry: Η αγαπημένη μου μουσική είναι ο χτύπος της ίδιας μου της καρδιάς, όταν σταδιακά κοπάζει καθώς πνίγεται κάτω από το αφόρητο βάρος των ανώφελων αντικαπιταλιστικών ενεργειών των μικρο-καταναλωτών, στην ύστατη προσπάθειά τους να σώσουν την Ανθρωπότητα από τη δική τους απληστία… Α, και οι Paramore!
Μπορείτε να μας βοηθήσετε να καταλάβουμε τον τρόπο δουλειάς σας στο στούντιο;
Robin: Όλα γίνονται πολύ αυθόρμητα. Συνήθως γράφουμε μουσική ξεχωριστά και μετά βρισκόμαστε για να μιξάρουμε τα αποτελέσματα και να συνδυάσουμε τις ιδέες μας. Είναι μια μέθοδος που προϋποθέτει πολύ διάλογο. Απολαμβάνουμε να συζητάμε τι ακούσαμε και να πειραματιζόμαστε πάνω στη δουλειά μας. Συνήθως λοιπόν παίρνουμε τον χρόνο μας.
Harry: Όλα προκύπτουν τις στιγμές που ακούμε ο ένας τον άλλον, είτε πρόκειται για τις μουσικές μας ιδέες, είτε για κάτι που ακούσαμε, είτε για κάτι που είδαμε. Μερικές φορές η δουλειά για το μισό κομμάτι έχει ήδη γίνει από τις συζητήσεις μεταξύ μας.
Θεωρείτε ότι η μουσική σας είναι πολιτική; Ή ενδιαφέρεστε περισσότερο για την αποδραστική της δύναμη, παρά για τον ρεαλισμό τριγύρω μας;
Robin: Αυτό είναι δύσκολο να απαντηθεί, γιατί από τη μία δεν προσπαθούμε συνειδητά να προωθήσουμε μια συγκεκριμένη ιδεολογία, ενώ από την άλλη εργαζόμαστε σε μια βιομηχανία της οποίας η γέννηση βασίζεται στην κοινωνικοπολιτική αφύπνιση των μειονοτήτων. Προσπαθούμε πάντως να είμαστε σε επαφή με τη μουσική βιομηχανία. Προωθούμε τους φίλους και τους συνοδοιπόρους μας και προσπαθούμε να δημιουργήσουμε ένα πεδίο διαλόγου με το κοινό μας, αντί να προβάλλουμε έτοιμες απαντήσεις, που θα οδηγήσουν σε περίπλοκο αδιέξοδο. Είναι μια συνεχής προσπάθεια και θέλουμε να την κάνουμε όσο καλύτερα γίνεται.
Harry: Ακριβώς αυτό. Όλα έχουν να κάνουν με τη σχέση που διατηρούμε με το κοινό μας. Δεν έχουμε έρθει για να κουνήσουμε κάποια σημαία ή να εκπροσωπήσουμε οποιονδήποτε πέρα από τον εαυτό μας, σε ό,τι συνδέεται με την πολιτική ατζέντα. Σίγουρα έχουμε τις δικές μας φιλοσοφικές ιδέες, οι οποίες συχνά έρχονται στην επιφάνεια μέσα από την καλλιτεχνική μας έκφραση. Θεωρώ ότι η μουσική μας προσφέρει ένα παράθυρο απόδρασης για τον κόσμο, πάντως δεν γράφουμε μουσική έχοντας αυτόν τον σκοπό.
Βέβαια, οφείλω να πω ότι ο διαχωρισμός της μουσικής σε πολιτικοποιημένη και μη είναι μια σκέψη πολύ απλοϊκή. Και για να επανέλθω σε αυτά περί διαλόγου μεταξύ καλλιτέχνη και ακροατή, ακόμη κι αν ένα τραγούδι είναι εντελώς «απολιτίκ», δεν εμποδίζει κανέναν να προβάλλει τις δικές του ιδεολογίες και τις δικές του πολιτικές πεποιθήσεις πάνω του.
Τι αναμνήσεις έχετε αλήθεια από την περσινή σας εμφάνιση στο Plisskën Festival; Πρέπει να πω ότι αφήσατε τις καλύτερες εντυπώσεις...
Robin: Λατρέψαμε το Plisskën! Το φεστιβάλ ήταν υπέροχο και το κοινό συνδέθηκε πολύ μαζί μας, κρατώντας πολύ ανοιχτό μυαλό. Ανυπομονούμε για την επιστροφή μας.
Harry: Ήταν κάτι παραπάνω από φανταστικά!
Ποιο ήταν το πιο εκρηκτικό live που έχετε κάνει ως τώρα;
Robin: Όλα το ίδιο εκρηκτικά μου φαίνονται. Η πρόσφατη αγγλική περιοδεία με τον Rian Treanor και την Dis Fig, ήταν εντελώς χαοτική. Το White Hotel στο Σάλφορντ αποτελεί πάντα ένα ιδανικό, καπνισμένο και ιδρωμένο μέρος για εμφανίσεις –τον Νοέμβριο έγινε χαμός, όταν παίξαμε εκεί. Ευχαριστούμε τους Clemency, Hesska και Mr. Avery που μας βοήθησαν εκείνο το βράδυ.
Harry: Το τελευταίο μας σόου στο Μπρίστολ ήταν μια απίστευτη εμπειρία, η οποία μας έδωσε ενέργεια και ζωή για πολλές μέρες μετά.
Ποια είναι η μεγαλύτερη φιλοδοξία σας;
Robin: Να ανοίξουμε τις συναυλίες των Blood Brothers στην περιοδεία της επανασύνδεσής τους.
Harry: Να συνεργαστούμε με τους Death Grips και με τους Paramore.
* Οι Giant Swan εμφανίζονται στο Ρομάντσο (Αναξαγόρα 3-5, Ομόνοια), την Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου. Πατήστε εδώ για όλες τις πληροφορίες και τα σχετικά με τα εισιτήρια.
{youtube}-0PjQH3B5R4{/youtube}
- Πληροφορίες
- Ανδρέας Κύρκος
Giant Swan: Από τη λατρεία για το shoegaze, μέχρι το σνομπάρισμα του techno, όλα μαζί τα ζήσαμε...
Φίλοι από 11 χρονών, οι Robin Stewart & Harry Wright έστησαν το γκρουπ τους στο Μπρίστολ, επηρεασμένοι όμως από τα nightclubs του Λονδίνου. Μετά τον ενθουσιασμό που προξένησαν στο Plisskën Festival 2019 επιστρέφουν τώρα στην Αθήνα για να μοιραστούν τη σκηνή του Ρομάντσο με τον The Bug (Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου), δίνοντάς μας την ευκαιρία για μια κουβέντα