Ο Κωνσταντίνος Τσάβαλος είναι ένας δημοσιογράφος, μουσικογραφιάς και γνήσιο τέκνο του καιρού του που -κατά τα λεγόμενά του- τα τελευταία χρόνια “βαρέθηκε” την καθημερινότητα της δημοσιογραφίας και το έριξε στο γράψιμο μεγάλης φόρμας. Μετά από μια σειρά δυνατών μουσικών βιογραφιών (βλ. μεταξύ άλλων την πολύ ενδιαφέρουσα έκδοση του SONIK για τις κρυφές πτυχές των Pink Floyd, με τίτλο Pink Floyd – A Storyful of Secrets) ήρθε η στιγμή, πριν λίγους μήνες, για το πρώτο του μυθιστόρημα, το οποίο φέρει -περήφανα και στιβαρά- τον μονολεκτικό τίτλο Ντοπαμίνη.
Και, ναι, είναι αυτό που φαντάζεστε, μια -σε μεγάλο, τεκμαιρόμενο βαθμό- προσωπική καταγραφή της ζωής ενός νέο-αστού ταξιδευτή των δρόμων της μεγάλης πόλης, την πολύπαθη πρώτη δεκαετία των ‘00s, λίγο πριν και αρκετά μετά το ολυμπιακό ορόσημο που μας “έφτιαξε” και μας καταβαράθρωσε ταυτόχρονα. Ένα χρονικό ναρκωτικών, συναυλιών, μικρών επιτυχιών και μεγάλων αποτυχιών, κι άλλων ναρκωτικών, βραχύβιων ερωτικών θριάμβων και προσωπικών ολέθρων, αστικής απόγνωσης και διαχρονικής ελπίδας, ναρκωτικών και μουσικής, ναρκωτικών και μουσικής. Αυτό το παντοδύναμο φόντο που συνθέτει ένα lifestyle καμωμένο από καταχρήσεις, “hip” indie μπαράκια, “ψαγμένα” δημοσιογραφικά απωθημένα και οι καλύτεροι δίσκοι της γενιάς των πρώτων millennials σε τραβάει από το μανίκι σε έναν κόσμο εφάμιλλο –πολλές στιγμές- με το μικροσύμπαν του Trainspotting του Danny Boyle -με όλες, βέβαια, τις διαφορές που συνεπάγονται οι ιδιαιτερότητες της Ψωροκώσταινας και χάρη στις οποίες -άλλωστε- αναδεικνύονται δύο από τα μεγαλύτερα προσόντα του βιβλίου: ο αυτοσαρκασμός και η ειλικρίνεια.
Και όπως κάθε Trainspotting που σέβεται τον εαυτό του, έτσι και η Ντοπαμίνη έχει κι εκείνη το δικό της εμβληματικό soundtrack -το οποίο ορίζουν τα ακουστικά του ήρωά της και τα ηχεία του συγγραφέα της. Πέρα από το track που προλογίζει κάθε κεφάλαιο του βιβλίου και τους επιλεγμένους στίχους που δίνουν τη νότα της κάθε λογοτεχνικής ενότητας, εμείς επιλέξαμε δέκα b-side λογοτεχνικά καρέ και ζητήσαμε από τον Κωνσταντίνο Τσάβαλο τη μουσική τους επένδυση και τα φραγκοδίφραγκα της έμπνευσης πίσω από τα πρώτα μεγάλα ταξίδια, τα πρώτα μεγάλα φεστιβάλ, την πρώτη γραμμή κόκας, την μεγάλη αυτοκαταστροφική ερωτική σχέση, τα “ντροπιαστικά” περιστατικά στη ζωή ενός κοκάκια, το ατέρμονο κυνήγι της επόμενης μεγάλης μουσικής στιγμής, την προσωπική λύτρωση (εάν αυτή υπάρχει). Μετά την ανάγνωση αυτού του κειμένου, λοιπόν, σας συνιστούμε να φτιάξετε αυτήν την λίστα και να τη βάλετε να παίξει δυνατά, διαβάζοντας ένα αναπάντεχο page turner, ένα χρονογράφημα μιας πολύ συγκεκριμένης, τόσο κοντινής αλλά και συγχρόνως μακρινής εποχής, που συγκέντρωσε όλα τα υπολείμματα μιας αθωότητας που, ίσως, να έχουμε αποχαιρετήσει για πάντα.
Αυτό με το ταξίδι στο Περού
Radiohead – “Let Down”
Δεν είμαι λάτρης των ταξιδιών, ειδικά των μεγάλων (οκ, δεν έχω πρόβλημα, ας πούμε, με ένα ωραιότατο road trip, αρκεί να μην φτάσουμε μέχρι το Ροβανιέμι οδηγώντας). Το “κατά τη διάρκεια” είναι πάντα (σχετικά) ωραίο και γεμάτο, αλλά τόσο το “πριν”, όσο και το “μετά” με κουράζει αφάνταστα, τόσο ψυχικά όσο και σωματικά. Δεν νιώθω κανέναν μα κανέναν απολύτως ενθουσιασμό όταν ετοιμάζομαι να φύγω για κάπου -ίσα ίσα που το βράδυ πριν από ένα ταξίδι συνήθως δεν κοιμάμαι ποτέ από το άγχος μήπως πάει κάτι στραβά, οπότε με το που φτάνω στον προορισμό μου, πέφτω για ύπνο αποκαμωμένος, κοιμάμαι κάνα δεκάωρο και χάνω μια πολύτιμη ημέρα που θα μπορούσα να την είχα διαθέσει αλλού. Και αντίστοιχα, φεύγοντας έχω πάντα αυτό το αίσθημα της πλήρους κενότητας, ακριβώς όπως το περιγράφει και ο Thom Yorke: “Transport / Motorways and tramlines / Starting and then stopping / Taking off and landing / The emptiest of feelings / Disappointed people”.
Αυτό με την πρώτη γραμμή κόκας
Arcade Fire – “Neighborhood #1”
It’s all in your head. Αυτό υποστήριζε ο George Harrison και, οκ, αναγνωρίζω ότι, ίσως, οι μπάφοι, τα LSD και το ινδικό πατσουλί τού πείραξαν ελαφρώς τη ζυγοστάθμιση του εγκεφάλου του, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είχε έστω ελάχιστο δίκιο. Από την πρώτη στιγμή που αποφασίσεις να ρίξεις καθαρή χημεία μέσα στο σώμα σου, αλλάζουν τα πάντα, τόσο προς το καλύτερο (αρχικά), όσο και ως προς το χειρότερο (μεσομακροπρόθεσμα). Και μετά, το μόνο πάνω στο οποίο μπορείς να βασιστείς είναι η προσωπική νευροφυσιολογική ισορροπία του εγκεφάλου σου: άλλους τους γ*μ*ει τα πρέκια και άλλους τους φέρνει στα ίσια. Πάντως ο στίχος “You change all the lead / Sleeping in my head / As the day grows dim / I hear you sing a golden hymn” μιλάει απευθείας στην καρδιά μου (και σε αυτή του πρωταγωνιστή του μυθιστορήματος), χωρίς καν να περάσει πρώτα από τον εγκέφαλό μου (του), έτσι για το γαμώτο, για να πάρει έστω πρώτα την απαιτούμενη σεροτονινική άδεια. Όλα είναι “μέσα στο κεφάλι του”, ίσως για πρώτη φορά στην ζωή του.
Αυτό με το πρώτο Primavera
Maximo Park – “Apply Some Pressure”, αργά το απόγευμα
Vitalic – “La Rock 01”, για τις πρώτες, πρωινές ώρες
Όποιος πάει για πρώτη φορά στο Primavera Sound, ξέρει ότι το συναίσθημα είναι απείρως ανώτερο του καλύτερου σεξ που θα κάνει ποτέ στη ζωή του. Το εννοώ αυτό.
Τη δεύτερη, τρίτη φορά που θα πάει στη Βαρκελώνη, το συναίσθημα του επίδοξου Primaverίστα αρχίζει μεν να ωχριά ελαφρώς, αλλά και πάλι, ως εμπειρία, είναι κλάσεις ανώτερο από την δεύτερη, τρίτη, τέταρτη φορά που θα μεθύσεις / πάρεις ναρκωτικά / κάνεις σεξ με τον έρωτα της ζωής σου. Είναι μια ολιστική εμπειρία, γιατί ακριβώς μιλάει και απευθύνεται ισόποσα σε όλες σου τις αισθήσεις (ακόμη και την έκτη, αν έχεις πάρει κανένα τριπάκι και σου σκάσει περίεργα και δεις τον νεκρό παππού σου πάνω στην κεντρική σκηνή να τραγουδάει). Γεννηθήκαμε και θα πεθάνουμε φεστιβαλιστές οι οποίοι “used to talk about girls who play guitars and my friend Dario”.
Ιντερμέδιο: Αρχισυντάκτης μουσικού εντύπου, dj, γκόμενες, μουσική, ναρκωτικά: Μαζεμένα στερεότυπα ή η αγνή αλήθεια της “φάσης”;
Sisters Of Mercy – “This Corrosion”
The Dears – “Lost In The Plot”
Όλα γίνονται και όλα συνδυάζονται. Απλώς, από κάποιο σημείο και μετά χάνεις την μπάλα. Και όχι απλά τη χάνεις, αλλά αδυνατείς να τη βρεις κιόλας –δεν είναι ότι έχει πέσει στην αυλή του γείτονα και σκαρφαλώνεις τον τοίχο και την πιάνεις. Η μπάλα εξαφανίζεται. Και εσύ είσαι χαμένος στη μετάφραση –και την υπόθεση. Την προσωπική σου υπόθεση, ύπαρξη και ιστορία. Τα πάντα γύρω σου αποσυντίθεται σταδιακά, η ρήξη είναι νομοτελειακή με όλους και με όλα (κυρίως δε, με τον ίδιο σου τον εαυτό), η σκουριά αρχίζει και ποτίζει κάθε σου πράξη, κάθε σου κίνηση, ορατή η α(δι)όρατη.
“In times like these / I feel an animal deep inside”, η ανθρώπινη πλευρά σου δίνει σταδιακά την θέση της στην αποκτηνωμένη σου υπόσταση και εσύ γυρνάς μανιωδώς τις σελίδες του προσωπικού σου ημερολογίου άλλοτε σαν τον Μάικλ Τζέι Φοξ ως “Teen Wolf” και άλλοτε ως Zuul, το κτηνώδες alter ego της Sigourney Weaver στους Ghostbusters. Και μετά κανένα κλισέ δεν μπορεί να σε προετοιμάσει αρκετά γι’ αυτό που θα συναντήσεις. Rust Never Sleeps.
Αυτό με το πάρτι γενεθλίων
Lily Allen – “The Fear”
LCD Soundsystem – “Losing My Edge”
Όταν σου συμβαίνει για πρώτη φορά στην ζωή σου να σου κάνουν εις βάρος σου ένα τρομακτικά επικίνδυνο bullying (πολύ ελαφριά η λέξη που χρησιμοποίησα εδώ), το πρώτο - και σας διαβεβαιώνω, το πιο λογικό και φυσιολογικό - πράγμα που σκέφτεσαι είναι η εκδίκηση. Περπατάς και βλέπεις την λέξη μπροστά σου σε κάθε σου βήμα στο δρόμο, σαν επιγραφή με neon γράμματα κρεμασμένη ψηλά στα κτίρια ή γραμμένη στον ουρανό σαν contrails, τα λευκά ίχνη υδρατμών που αφήνουν τα αεροπλάνα σε υψηλό υψόμετρο. Το σίγουρο είναι ο Φόβος εδράζεται μέσα σου για τα καλά: όχι όμως ο Φόβος για το τι μπορεί να πάθεις εσύ, αλλά ο Φόβος για το τι είσαι εσύ ικανός να κάνεις σε αυτόν που σε πείραξε.
Τρέμεις ότι θα χάσεις τον έλεγχο και ίσως μπεις σε δρόμους που ανήκουν στο «λούμπεν προλεταριάτο» της αθηναϊκής νύχτας. Διαθέτεις λοιπόν την ψυχραιμία να το αντιμετωπίσεις ή you’re losing your edge; Ξέρεις ότι είσαι ικανός να το κάνεις. Θέλεις πραγματικά όμως; Και το δίλημμα αυτό θα σε ακολουθεί μέχρι να πεθάνεις, ένα τεράστιο “what if” χαραγμένο με σινική μελάνη στο ύψος της καρδιάς σου.
Αυτό με την κάρτα της ΕΛΠΑ
Bloc Party – “Song for Clay (Disappear Here)”
Μερικές φορές απλώς θέλεις να ανοίξει η γη και να σε καταπιεί. Να εξαφανιστείς από τον πλανήτη, άπαξ και δια παντός. Βασικά, τις περισσότερες στιγμές της ενήλικης ζωής σου κινείσαι διαρκώς υπό το πρίσμα της αυτό-ετεροντροπής (sic), δηλαδή, όπως το είχαν θέσει σοφά και οι Dream Sequence, "being on the outside looking in", να αιωρείσαι πάνω από το σώμα σου, κοιτώντας με τρόμο και σιχασιά τις ντροπιαστικές συνέπειες των πράξεών σου. Απλώς, να θυμάσαι ότι οι άλλοι γύρω σου δεν σου φταίνε σε τίποτα να πληρώνουν, με άμεσο ή έμμεσο τρόπο, τις όποιες εμμονές και καταχρήσεις σου.
https://www.youtube.com/watch?v=EkplhXJgC5I
Αυτό στην Καλλιθέα με το αυτοκίνητο
Primal Scream – “Shoot Speed / Kill Light”
Στα γαλλικά υπάρχει η έκφραση "L’esprit de l’escalier" που, κατά λέξη, σημαίνει "το πνεύμα της σκάλας", ωστόσο χρησιμοποιείται μεταφορικά, προκειμένου να εκφράσει το ενοχλητικό εκείνο συναίσθημα που σου δημιουργείται όταν βρίσκεσαι εμπλεκόμενος σε μια κατάσταση και τα κάνεις όλα σκατά και μετά που έχεις φύγει από αυτή και είσαι κάπου χαλαρός και ήρεμος, λες από μέσα σου "όχι ρε π*στη μου, θα μπορούσα να είχα απαντήσει / αντιδράσει αλλιώς. Πιο αποτελεσματικά". Αλλά, ασφαλώς, δεν το έκανες γιατί η ζωή μας είναι γεμάτη από τέτοιες καταστάσεις όπου, φεύγοντας από μια διαφωνία ή διένεξη, ξαφνικά σου έρχονται στο μυαλό όλες εκείνες οι σωστές λέξεις και τα σωστά επιχειρήματα που θα έκαναν «αλοιφή» τον συνομιλητή σου. Τι κρίμα όμως, άργησες και αυτή η αργοπορημένη σου αντίδραση-ευστροφία σού στοίχισε πολύ ακριβά. Όλη μου τη ζωή νιώθω να κατεβαίνω την σκάλα τρέχοντας, έχοντας αφήσει το πνεύμα μου να ακολουθεί ασθμαίνοντας.
Ιντερμέδιο: η φάση με τη Ζωή
The Rapture – “House Of Jealous Lovers”
Ποτέ μου δεν τα πήγαινα καλά με την έννοια “ζήλια”. Ποτέ μου δεν ζήλευα τη σύντροφό μου και αυτό η άλλη πλευρά το εκλάμβανε ως σημάδι ότι αδιαφορούσα, ότι δεν νοιαζόμουν πραγματικά, ότι δεν είχα αισθήματα κτλ. Δεν αδιαφορούσα. Απλώς βαριόμουν να αναλώνομαι σε ψυχοπαθολογικές καταστάσεις όπου εγώ δεν μπορώ να έχω κανέναν απολύτως έλεγχο της μοίρας μου. Η Ζήλια ως εννοιολογικό και συχνά νομοτελειακό στοιχείο μιας ερωτικής σχέσης αποτελεί την πραγματική μου Νέμεση, ένα status quo που μπορεί να με αποξενώσει από τον άλλον σε χρόνο dt. Μπορώ να νιώσω διάφορα συναισθήματα, αλλά αρνούμαι πεισματικά μέχρι σήμερα να ασχοληθώ σοβαρά με το ποταπότερο και ιταμότερο των συναισθημάτων. Κάτι που σε κάνει να μοιάζεις σαν τον μεγαλύτερο μαλάκα του σύμπαντος –που μπορεί κάλλιστα να είσαι, αλλά καλύτερα να μην ευθύνεται ο παράγων “ζήλια” γι’ αυτό. Υπάρχουν, άλλωστε, τόσο πολλοί καλοί λόγοι να είσαι μαλάκας σε μια σχέση.
Αυτό με την αναζήτηση του “Ιερού Δισκοπότηρου” της μουσικής
Dan Le Sac vs. Scroobius Pip – “Thou Shalt Always Kill”
Σε κάποιο σημείο της ζωής σου, γύρω εκεί στα 30, σε πιάνει αυτή η διόλου αφύσικη πρεμούρα της νεότητας να μαζέψεις όσο το δυνατόν περισσότερα cd και βινύλια γίνεται. Όμως αργά ή γρήγορα καταλαβαίνεις τη ματαιότητα του όλου εγχειρήματος και σύντομα συνειδητοποιείς ότι όση μουσική και αν στοιβάξεις στο σπίτι σου, ακόμη και αν έχεις τρία διαμερίσματα μόνο για τους δίσκους σου, πάλι το 0,0001% της συνολικής μουσικής παραγωγής από το 1955 μέχρι σήμερα θα έχεις καταφέρει να συλλέξεις / ακούσεις. Στην ίδια ηλικία περίπου αρχίζεις επίσης να απαγκιστρώνεσαι από αυτήν την σχεδόν προσβλητική σου προσκόλληση με “αγαπημένες μπάντες / μουσικούς”, η οποία καταντάει αηδία από ένα σημείο και μετά, με εσένα να πρέπει να υπερασπίζεσαι δημοσίως και μέχρι την τελευταία ικμάδα σου τον κάθε μουσικό λες και είναι ο μπατζανάκης σου. “The Beatles: Were just a band. Led Zeppelin: Just a band. The Beach Boys: Just a band. The Sex Pistols: Just a band. The Cure: Were just a band. The Smiths: Just a band. Nirvana: Just a band. The Pixies: Just a band. Radiohead: Just a band”.
Επίλογος: Γίνεται ένα Trainspotting να έχει happy end;
The Gossip – “Standing In The Way Of Control”
The Killers – “All These Things That I've Done”
Γίνεται. Όταν αποφασίσεις δυο πράγματα: αφενός ότι ο έλεγχος της ζωής σου δεν ανήκει 100% σε σένα. Εσύ νομίζεις ότι σου ανήκει, αλλά κάνεις λάθος. Εσύ, από την πλευρά σου, μπορείς να επηρεάσεις σε ένα πολύ μικρό ποσοστό κάποιες αποφάσεις και εξελίξεις, αλλά οι χωροχρονικές συγκυρίες και η ίδια η απόλυτα άναρχη τυχαιότητα της ύπαρξής μας θα σε γράψουν κανονικά στα αρχ*δ*α τους και θα κάνουν αυτό που επιθυμούν αυτές.
Και αφετέρου ότι, από μια ηλικία και μετά δεν ορίζεσαι από τα σωστά που έχεις κατά καιρούς πράξει, αλλά από όλα τα λάθος πράγματα που έχεις κάνει, όλα τα faux pas σου, όλες τις μαλακίες σου, μεγάλες, μεσαίες ή μικρές. Και επίσης, δεν σε καθορίζουν τα "ναι" που λες, αλλά τα “όχι” σου. Μάθε να λες "όχι". Δεν είναι η κατάφαση αυτή που θα σε σώσει, αλλά η άρνησή σου απέναντι στον όποιον κομφορμισμό –και κατόπιν αυτή η ίδια θα σε απελευθερώσει.
Η Ντοπαμίνη του Κωνσταντίνου Τσάβαλου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.