Ας κάτσουμε πρώτα όλοι να σκεφτούμε τρία πράγματα που μας αρέσουν στους Mastodon. Ανάμεσα στις διάφορες πιθανές απαντήσεις θα βρούμε μια κοινή: την καύλα. Οι σεμνότυφοι, πριν ψέξουν αυτήν την αδόκιμη λέξη, ας ψάξουν πρώτα στο «Λεξικό της Κοινής Ελληνικής» του ΑΠΘ –το οποίο γράφτηκε υπό την εποπτεία του Εμμανουήλ Κριαρά– την αρχαιοελληνική της ρίζα και έπειτα ας προτείνουν μια άλλη, πιο περιγραφική έννοια. Δεν θα βρουν κάτι που να συμπυκνώνει το συναίσθημα το οποίο βγάζουν τα τραγούδια των Mastodon, από τα πιο γρήγορα και περίπλοκα μέχρι τα πιο μακρόσυρτα με τις prog απολήξεις.

Γι’ αυτό λοιπόν οι Mastodon είναι μπάντα τόσο σπουδαία. Δεν πειράζει αν επί σκηνής, τουλάχιστον στην Ελλάδα, φαλτσάρουν, δεν ακούγονται, χάνουν τα μισά στολίδια... Διότι πρόκειται για μια από τις χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις του rock ‘n’ roll. Αυτό το αλήτικο, το βρώμικο σύμπλεγμα σκέψεων και έκφρασης δεν ικανοποιείται από κρυστάλλινες παραγωγές και τεχνικές καρικατούρες. Χρειάζεται να έχεις –πάνω απ’ όλα– την ψυχή για να παίξεις τέτοια μουσική. Και οι Mastodon την έχουν.

Είναι λοιπόν τουλάχιστον υποτιμητικό να κάθεσαι να ακούς τους δίσκους τους με τον μεγεθυντικό φακό για να βρεις την ουσία: βρίσκεται μπροστά στο πρόσωπό σου. Κι αν κάποιος δεν τη διακρίνει, η αιτία είναι ότι κάνει στο πλάι για να μην αντιμετωπίσει το μεγαλείο των Αμερικανών και της μουσικής τους. Στο παρελθόν οι Mastodon έδειξαν ότι μπορούν να παίξουν γρήγορα και περίπλοκα, έφτασαν στο ύψιστο σημείο αυτής της λογικής με το Blood Mountain, αλλά κατάλαβαν ότι το δύσκολο βρίσκεται στα πιο απλά πράγματα. Αυτός είναι ο λόγος που το Crack The Skye είναι μεγαλειώδης δίσκος. Τα επίπεδά του ήταν φιλοτεχνημένα έτσι ώστε να μιλάμε για το απόλυτα εύληπτο concept άλμπουμ, με απλή «αφήγηση» αλλά σπουδαία «πλοκή» και με συνεχείς «κορυφώσεις».

Και φτάνουμε έτσι στους σημερινούς Mastodon, του The Hunter, που εκ πρώτης όψεως αφήνει μερικά σημαντικά χαρακτηριστικά της μπάντας πίσω. Δεν πρόκειται για άλμπουμ με μια ενιαία ιστορία, η εικαστική του μέριμνα έχει περάσει πλέον στον AJ Fosik, ενώ στην κανονική έκδοσή του περιέχει 13 κομμάτια με συνολική διάρκεια 53 λεπτά –και κανένα δεν ξεπερνά τα πεντέμισι λεπτά. Αυτά αφορούν στον εξωτερικό φλοιό του δίσκου. Η μαγκιά όμως του The Hunter βρίσκεται μέσα, στη μουσική.

Για να εξηγούμαστε, οι Mastodon δεν ξεπουλάνε τίποτα απολύτως. Δεν έχουν δανειστεί τίποτα άλλωστε για να το «σκοτώσουν» για μερικά εμπορικά ανταλλάγματα. Σε όλες τους τις δημιουργίες ήταν ο εαυτός τους: τρελαμένοι, ζαλισμένοι, μανιακοί, ονειροπόλοι, σαρκαστικοί, θυμωμένοι, απογοητευμένοι. Και δεν έχουν αλλάξει το παραμικρό στον χαρακτήρα τους.

Βασισμένο στις πιο παραδοσιακές rock ‘n’ roll συνταγές, το The Hunter τρέχει με riffs στα πόδια του, εύληπτα, αλλά το ίδιο αρρωστημένα και σχιζοφρενικά. Τα τραγούδια είναι τραγούδια, αυτοτελείς μονάδες τοποθετημένες σε σωστή σειρά. Οι μελωδίες δεν τραβιούνται από τα μαλλιά, δεν ξεχειλώνουν και παρουσιάζονται αυτούσιες. Και σε κάνουν να θέλεις να αυξήσεις την ένταση, γιατί κατέχουν την καθοριστική δύναμη να συγκινήσουν. Ακούστε το ομώνυμο του δίσκου, για παράδειγμα: ένα συγκλονιστικό τραγούδι στο οποίο δεν περισσεύει τίποτα.

Δεν είναι ότι οι Mastodon παίζουν πλέον πιο αργά ή πιο απλά. Είναι ότι δεν βιάζονται ούτε να τα πουν όλα, ούτε να αποδείξουν τίποτα. Και είναι η μπάντα που μπορεί να κάνει πραγματικά τα πάντα. Τα πειραγμένα φωνητικά αποκαλύπτουν τη μαγεία που κρύβουν τα λόγια, το μπάσο καταλαμβάνει τη θέση του και οι κιθάρες γίνονται λιγότερο αυτάρεσκες.

Ένα από τα πιο σοβαρά στοιχήματα του The Hunter ήταν η ανάληψη της παραγωγής από τον Mike Elizondo, ο οποίος έχει μικρή αλλά όχι ασήμαντη εμπειρία από metal μπάντες. Ήταν τελικά μια βλακώδης ανησυχία, την είχε και ο γράφων άλλωστε. Γιατί, κατά πρώτον, ο Elizondo φέρεται πανέξυπνα και βάφει διακριτικά τον ήχο των Αμερικανών και κυρίως τα φωνητικά. Από την άλλη η ίδια η σύμβαση της αμφιβολίας αποδεικνύεται άκυρη. Οι Mastodon δεν χρειάζονται έναν metal παραγωγό γιατί, πολύ απλά, η έκφρασή τους ξεπερνά το metal και τις μονομανίες του.

Η ακρόαση του The Hunter δείχνει μερικά σημαντικότατα πράγματα. Ότι δεν μπορείς να ξεχωρίσεις ένα κομμάτι από ολόκληρο τον δίσκο, γιατί είναι όλα το ίδιο πυρακτωμένα. Επίσης θέλεις να τον ακούς απανωτά πολλές φορές για να μην χαθεί η τρέλα από τα ηχεία σου. Και όλο το δημιούργημα, όσο κι αν μερικοί ψάχνουν για ομοιότητες με μεγαθήρια του παρελθόντος, είναι αυθεντικό Mastodon προϊόν, είναι δημιούργημα μιας μπάντας που δεν προέκυψε με παρθενογένεση, αλλά έρχεται από την εξέλιξη των επιρροών της.

Είναι καλύτερο ή χειρότερο από τα άλλα άλμπουμ τους; Ειλικρινά, δεν πρέπει να μας απασχολεί μια τέτοια ερώτηση, ούτε να αγωνιά κανείς να την απαντήσει. Γιατί κι αυτός ο δίσκος αποδεικνύει πόσο τεράστιο συγκρότημα έχουν χτίσει οι τύποι από την Ατλάντα. Γιατί και το νέο τους άλμπουμ έχει αστείρευτη καύλα.

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured