Όλοι οι άνθρωποι έχουμε τα θεματάκια μας. Αλλά ο Mike Patton έχει μάλλον περισσότερα από τον μέσο όρο: απεχθάνεται τη γραμμικότητα, σιχαίνεται την παγιωμένη ταυτότητα, βγάζει σπυριά με κάθε «κουτάκι» κατάταξης. Θέλει –και το έχει διεκδικήσει πεισματικά μα και πειστικά όσο λίγοι– να νιώθει ελεύθερος, ως δημιουργός, να κάνει ζιγκ-ζαγκ και άλματα δεξιά ή αριστερά κατά το δοκούν, να αισθάνεται ότι μπορεί να κινηθεί δίχως περιορισμούς στο όλον της μουσικής. Frontman των Faith No More, συνεργάτης του John Zorn (μεταξύ άλλων), εταιρειάρχης των Dalek, ιθύνων νους των Fantomas και τώρα; Crooner του παλιού καιρού! Δοσμένος στον ιταλικό easy listening ερωτισμό και περιστοιχιζόμενος από ορχήστρα –τη Filarmonica Arturo Toscanini, πιο συγκεκριμένα, σε διεύθυνση του Aldo Sisillo– και κάποιους πολύ εκλεκτούς εξτρά μουσικούς, με προεξάρχοντα τον Roy Paci στην τρομπέτα.
Το Mondo Cane του Mike Patton θα ξενίσει στα μέταλλα και θα τα κάνει να ξινίσουν, άσχετα με το αν, δημοσίως, αρχίσουν τα γλυκόλογα από σεβασμό. Δεν κάνει παρά ελάχιστα νεύματα προς το μέρος τους (σε σημεία π.χ. του έξοχα ανακατασκευασμένου “Urlo Negro” των Blackmen), δεν κουνάει ούτε δαχτυλάκι ώστε να ρίξει γέφυρες, δεν περιέχει τίποτα με το οποίο να μπορέσει να επικοινωνήσει ο τυπικός μεταλλάς. Ο τελευταίος ίσως πάρει το άλμπουμ απλά για να λέει ότι το έχει κι αυτό, ως εκεί. Εδώ τους φαίνονται φλωριές ακόμα και τα όσα έκανε στη δεκαετία που μας πέρασε η Madonna, θα συγκινηθούν από αυτή την «παλιομοδίτικη» (προσέξτε το εισαγωγικό) ιταλική ποπ των δεκαετιών του 1950 και 1960; Από αυτό το μελό δόσιμο στα καρδιοχτύπια των παππούδων τους; Από μια τόσο ακομπλεξάριστη υπόκλιση σε ξεχασμένους τροβαδούρους όπως ο Gianni Morandi, ο Gino Paoli ή o Fred Bongusto; Από τις πολύχρωμες, τέλος, πεταλουδίτσες του εσωφύλλου;
Μη νομίζετε πάντως ότι ο Patton την έβγαλε με μια συναισθηματικής αξίας κουλαμάρα, με έναν δικό του φόρο τιμής προς μια συγκεκριμένη πηγή έμπνευσης. Δεν αμφισβητώ πως έκλεισε τους «ιταλικούς» λογαριασμούς του με αγάπη μέσω του Mondo Cane (τώρα με τον τόπο ή με την Titi Zuccatosta, εκείνος ξέρει). Αλλά, την ίδια στιγμή, είδε το άλμπουμ ως ευκαιρία να δοκιμάσει τις δυνάμεις του δίπλα σε μια ορχήστρα προσαρμοζόμενος στα δικά της αισθητικά δεδομένα, ενώ δούλεψε αληθινά σκληρά ώστε να διατηρήσει το πνεύμα, τον χαρακτήρα και την κλασάτη εσάνς των πρωτοτύπων, βάζοντας διακριτικά και με σεβασμό πινελιές του δικού του εαυτού μέσα τους. Στο Mondo Cane ο Mike Patton πετυχαίνει λοιπόν και γιατί αρνείται να περιοριστεί στη νοσταλγική αναπαλαίωση, αλλά και γιατί αποφεύγει συνειδητά την ισοπεδωτική αποδόμηση. Νοσταλγεί όσο πρέπει να νοσταλγεί ώστε να μπει στο πετσί ενός Ιταλού crooner των ύστερων 1950s και αποδομεί όσο πρέπει να αποδομήσει, ώστε να παραμείνει αφενός ο Mike Patton και αφετέρου να εξασφαλιστεί ο συμπρωταγωνιστικός ρόλος της Filarmonica Arturo Toscanini στο εγχείρημα.
Μπορεί έτσι στ’ αυτιά του ακροατή να υπάρχουν διακυμάνσεις ενδιαφέροντος, αυτές όμως αφορούν σχεδόν όλες στο επιλεγμένο προς διασκευή υλικό και στις δυναμικές του: ο Patton έχει πετύχει διάνα σε ό,τι όρισε ως καλλιτεχνικό στόχο εδώ. Ακροάσεις με καλά ακουστικά θα σας πείσουν ότι έχει μεταμορφωθεί πλήρως σε μια ρετρό κουστουμαρισμένη φιγούρα με λουλούδι στο πέτο α-λα-Σώτος Παναγόπουλος (“Ore D’ Amore”, “20 Km Al Giorno”), θα σας δείξουν ότι έχει δουλέψει ακόμα και μικρές λεπτομέρειες (λόγω της ναπολιτάνικης καταγωγής του “Scalinatella” το τραγουδά με προσαρμοσμένη προφορά!) και θα σας πείσουν, τέλος, ότι στο βάθος έχει παραμείνει η ίδια τρελή και αέναα ανήσυχη φιγούρα, που έκατσε κι έσπασε το κεφάλι της για το πώς θα εντάξει ηλεκτρικές κιθάρες και ηλεκτρονικά –ακόμα και theremin και moog– δίπλα στην ορχήστρα, διασφαλίζοντας ότι θα παραμείνουν διακριτά, δίχως ποτέ να κλέψουν πλήρως την παράσταση. Ο άνθρωπος διασκευάζει εδώ με την πλήρη και την πιο ουσιαστική έννοια της λέξης.
- Πληροφορίες
- Κατηγορία: ΔΙΕΘΝΗ
Mike Patton - Mondo Cane
- Βαθμολογία: 7
- Καλλιτέχνης: Mike Patton
- Label: Ipecac/Soundforge
- Κυκλοφορία: Μαϊ-10