Ήταν οι αρχές της τρέχουσας δεκαετίας όταν το αυτί μου τράκαρε στο προβοκατόρικο “Bill Gates Must Die”, το single δηλαδή του πρώτου σόλο δίσκου του πάλαι ποτέ ηγέτη των Mk Ultra, John Vanderslice. Έκτοτε παρακολουθώ τα βήματά του (αν και από μια κάποια απόσταση, για να είμαι ειλικρινής) κάνοντας στάσεις διαρκείας στο Pixel Revolt του 2005 και κυρίως στο εξαιρετικό Emerald City του 2007, τις δύο σημαντικότερες δουλειές του Αμερικανού τραγουδοποιού. Βλέποντας λοιπόν τη νέα του δουλειά να στέκει στο γραφείο του αξιότιμου αρχισυντάκτη, το άρπαξα χωρίς δεύτερη σκέψη.

Και, εκ του αποτελέσματος κρίνοντας, δεν έπραξα άσχημα, γιατί το Romanian Names αποτελεί έναν αξιόλογο δίσκο. Κοιτώντας μάλιστα το δισκογραφικό παρελθόν του John Vanderslice, διαπιστώνω πως δύσκολα θα βρεθεί κάποια στιγμή που να μπορεί να χαρακτηριστεί ατυχής. Κανένας δίσκος του βέβαια δεν είναι και αριστουργηματικός, όλοι όμως έχουν κάτι που τους τοποθετεί σαφώς πάνω από το στενάχωρο όριο της μετριότητας. Ίσως αυτό το κάτι να είναι η προσωπικότητα των συνθέσεων του Vanderslice – στοιχείο το οποίο, νομίζω, είναι εκκωφαντικά απόν από τη σύγχρονη pop τραγουδοποιία. Κι αν διαφωνείτε προσπαθήστε να απαριθμήσετε σύγχρονα συγκροτήματα του ευρύτερου κιθαριστικού pop ήχου, τα οποία να διαθέτουν έναν απόλυτα χαρακτηριστικό και προσωπικό ήχο, αναγνωρίσιμο από την πρώτη νότα. Στοιχηματίζω πως δεν θα βρείτε και πάρα πολλά…

Ο John Vanderslice, λοιπόν, έχει καταφέρει με τα χρόνια να διαμορφώσει έναν προσωπικό, ιδιοσυγκρασιακό ήχο, από τον οποίο δεν αποκλίνει ούτε στην έβδομη κατά σειρά δουλειά του, το Romanian Names. Και ναι, μπορεί να επαναλαμβάνεται σε κάποια σημεία, έχει, όμως, την απαιτούμενη διαύγεια ώστε να προσθέτει κάθε φορά ένα μικρό λιθαράκι, ώστε να μην γίνεται ανιαρός. Τραγούδια άλλωστε όπως το εναρκτήριο “Tremble And Tear” ή το “D.I.A.L.O.” αποτελούν δείγματα δουλειάς ενός ευφυούς και ειλικρινούς pop τραγουδοποιού – και υπάρχουν κι άλλα ενδιαφέροντα σημεία στον εν λόγω δίσκο. Το “Fetal Horses” είναι επίσης ένα όμορφο, λιγάκι πιο μελαγχολικών τόνων, τραγούδι, το “C & O Canal” διαθέτει κάτι από την εκλεκτική ανεμελιά των Belle & Sebastian, ενώ τα “Oblivion” και “Romanian Names” μπορούν αμφότερα (αν και με διαφορετική εκτελεστική οπτική) να χαρακτηριστούν ως lo-fi διαμαντάκια. Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει επίσης στα “Forest Knolls” και “Summer Stock”, καθώς πρόκειται για τραγούδια που αφενός ξεχωρίζουν ηχητικά από τα υπόλοιπα και αφετέρου αποτελούν την πρόταση του Vanderslice για τη σκοτεινή pop των καιρών μας. Τέλος, υπάρχει και το “Hard Times”, το οποίο κλείνει με έναν υπέροχο, λυρικό τόνο τον δίσκο. Μια άλλη ενδιαφέρουσα πτυχή του Romanian Names είναι η εξαιρετική παραγωγή, την οποία έχουν επιμεληθεί από κοινού ο John Vanderslice και ο Scott Solter (ο οποίος, εκτός από προηγούμενες δουλειές του Vanderslice, έχει εργαστεί με ονόματα όπως οι Mountain Goats ή οι Okkervil River). Δίνει στις συνθέσεις μια εξαιρετική και ζεστή χροιά χάρη στη διακριτική, αναλογική αισθητική της, υπηρετώντας έτσι με τον καλύτερο τρόπο τον ήχο των συνθέσεων.

Το Romanian Names, είπαμε, δεν είναι αριστούργημα. Πρόκειται όμως για έναν δίσκο ο οποίος σε κερδίζει με την ιδιαιτερότητά του (εκτός του επιπέδου των συνθέσεων). Υπάρχει, με λίγα λόγια, άποψη, τόσο συνθετικά όσο και παραγωγικά, διατυπωμένη με διαύγεια, εκλεκτικότητα και ειλικρίνεια από το πρώτο μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο του άλμπουμ. Κι αυτό για τη δική μου κρίση, όχι μόνο δεν αποτελεί αμελητέο στοιχείο, αλλά είναι βαρύνουσας σημασίας.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured