Έρχονται κάποιες στιγμές που αμφισβητείς τον εαυτό σου, τα κριτήρια και την ορθότητά τους. Ναι ξέρω, αυτό πρέπει να κάνει ο κάθε άνθρωπος που σέβεται την πορεία του στη ζωή αλλά, και το επάγγελμά του στην προκειμένη περίπτωση. Εξηγούμαι…

Τέσσερεις εβδομάδες το Last Look At Eden, ο νέος δίσκος των Europe (ναι, του “Final Countdown”) βυσσοδομεί στα αυτιά μου. Ποιος ο λόγος βρε φτωχέ 43άρη φωνάζετε εσείς... Μήπως ξαναγύρισες στα νιάτα σου, όταν το hard rock έκοβε φέτες είτε στον ηχητικό απόηχο της δεκαετίας του 1970 είτε στις αρχές της δεκαετίας του 1980; Όταν δηλαδή, μόνο και μόνο για να επιβιώσει απέναντι στο new wave, οι παίκτες του έφτασαν σε μυθικά επίπεδα και οι συνθέτες του ανακάλυψαν εκ νέου την Αμερική (κυριολεκτικά και μεταφορικά); Ναι απαντάω, έχει σχέση ότι είχα επαφή με το είδος τότε (όση και με τα υπόλοιπα τεκταινόμενα, γι’ αυτό και δεν ήμουν metallhead), αλλά όλοι ζήσαμε κατόπιν την παρακμή του είδους με τα κομμωτήρια του Λος Άντζελες να αποκτούν μεγαλύτερη αξία από τις ταστιέρες. Άντε πάλι πίσω στον δίσκο: ξαναλέω, τόσες ημέρες, ανάμεσα σε ολόκληρες αρμαθιές από άλλους δίσκους που περιμένουν για ακρόαση και κριτική, εγώ επιμένω εκεί – να ακούω τους Europe. Την ίδια στιγμή που περιμένω να ακούσω το Manafon του David Sylvian ως πεινασμένος να σου οι Europe επιμένουν να κολλάνε στις φωνητικές χορδές μου τα τραγούδια τους. Έλα Χριστός και Παναγιά, λέω μέσα μου... Τι συμβαίνει;

Το ερώτημα φτάνει σε εσώτερα διαστήματα και η απάντηση είναι μία. Το Last Look At Eden είναι γεμάτο πάθος, καλογραμμένες και αβανταδόρικες συνθέσεις, κέφι, καλοπαιγμένο hard rock, ποζεριά με άποψη, κιθάρες οι οποίες δε σπάνε ούμπαλα αλλά βρίσκονται εκεί μαγκιόρικα. Από το εναρκτήριο πρελούδιο, που μετά από 45 δευτερόλεπτα ξεσπάει σε μία σύνθεση η οποία θα έκανε ίσως τον Jimmy Page να γελάσει καλοκάγαθα (δύσκολο, αλλά αυτό είναι μία άλλη υπόθεση...), περνάμε στο α-λα-Whitesnake “Gonna Get Ready”, στο αυτοβιογραφικό (αλλά και αυτοσαρκαστικό) “Catch That Plane”, στη μνημειώδη βαρύτητα του “Beast”, στο μπαλαντοειδές “New Love in Town”, στο τσαμπουκαλεμένο και επικό ταυτόχρονα “No Stone Unturned” (αν το έγραφε ο Bon Jovi θα έπαιρναν πάλι φωτιά τα στάδια) όλος ο δίσκος κυλάει... Kυλάει σαν μια ωραία και σοβαρή ρετροσπεκτίβα στο 1970s hard rock, ευρωπαϊκό και αμερικάνικο (αν και ακόμα και το πρώτο είναι προορισμένο και αποθεωμένο στη χώρα του δεύτερου). Και για όσους αναρωτιούνται πώς τα καταφέρνει το golden boy (aka Joey Tempest) να σας διαβεβαιώσω ότι εξακολουθεί να τραγουδάει με μπρίο, αλλά με λιγότερο στόμφο. Ο άνθρωπος μαθαίνει όπως καταλαβαίνετε. Αλλιώς η επανασύνδεση των Europe μέσα στα 00s θα έπεφτε σε κενό ματαιοδοξίας.

Το ερώτημα είναι απλό. Θέλετε να πάτε μία βόλτα με τη Meg (ή βάλτε όποιο όνομα θέλετε εσείς τέλος πάντων) στην κατάφωτη νύχτα, όπως αυτή εφορμά στα όρια πόλης και αυτοκινητόδρομου; Αν ναι, ένας τέτοιος δίσκος είναι ιδανικός για να τη φιλήσετε με πάθος… Επίσης προτείνονται ανερυθρίαστες μοναχικές ακροάσεις στα walkman (να πάλι η ηλικία!) μετά από φόρτο εργασίας, καθώς ρολάρετε με τα πόδια στο νευροφυτεμένο κέντρο της πόλης. Αυτή εξάλλου δεν είναι η πεμπτουσία αλλά και ο προορισμός του hard rock; Let the good times roll, είναι το κόλπο, αναμφισβήτητα…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured