«Συμβαίνει σε όλες τις μορφές τέχνης: για μια μικρή χρονική περίοδο στην αρχή, συναντά κανείς πράγματα που δεν έχει ακούσει ή δεν έχει δει ξανά και μετά ακολουθεί μια πολύ μεγαλύτερη «χωνευτική» περίοδος, σαν αυτή που διανύουμε τώρα, όπου κοιτάμε το παρελθόν προσπαθώντας να δούμε τι ακριβώς συνέβη, να επανεκτιμήσουμε κάποια πράγματα και να κάνουμε διαφορετικούς συνδυασμούς».

Η παραπάνω εξαιρετικά εύστοχη διαπίστωση εκφράστηκε από τον ιδιοφυή Brian Eno, σε συνέντευξη στο περιοδικό Mojo. Συχνά υπάρχει η τάση να θεωρούμε σπουδαίο ένα άλμπουμ το οποίο καινοτομεί, σηματοδοτώντας την περίοδο όπου ένας καλλιτέχνης ξεπερνά τις επιρροές του και πρωτοτυπεί. Είναι γεγονός πως τα τελευταία χρόνια ελάχιστοι είναι οι ροκ δίσκοι που έχουν λίγα, έστω, καινοτόμα στοιχεία. Τι συμβαίνει όμως όταν μια μπάντα διαθέτει μια όμορφη mainstream αισθητική, μια συνδυαστική ικανότητα και μια φιλοδοξία που στέκεται σαν άγαλμα μπροστά στα μάτια των παρατηρητών;

Ο λόγος για τους Muse, οι οποίοι επέστρεψαν φέτος με το καινούργιο Resistance, τρία χρόνια μετά το σούπερ επιτυχημένο Black Holes And Revelations. Η κυκλοφορία αυτή τους είχε φέρει στην κορυφή του mainstream ροκ ιδίως με το, αν μη τι άλλο κολλητικό, “Starlight”. Οι προσδοκίες ήταν παραφουσκωμένες λοιπόν, ιδίως από τη στιγμή που τροφοδοτήθηκαν με τις δηλώσεις του ηγέτη τους Matt Bellamy ότι αυτή τη φορά ετοίμαζαν κάτι διαφορετικό. Όταν δε αποκαλύφθηκε ότι είχαν γράψει ένα…δεκαπεντάλεπτο συμφωνικό κομμάτι χωρισμένο σε τρία μέρη, όλα έμοιαζαν πιθανά.

Το “Uprising” ξεκινάει τον δίσκο και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα αντιλαμβάνεσαι πως δεν άλλαξαν και πολλά πράγματα. Όχι ότι αυτό είναι απαραίτητα κακό. Τα μεγάλα τραγούδια είναι περισσότερα απ’ ότι στα προηγούμενα άλμπουμ των Muse, ενώ το “Resistance” πάει από το κουπλέ στο ρεφραίν με τρομερή αρμονία και αυτοπεποίθηση. Το “Undisclosed Desires” δεν περιέχει μάλιστα καθόλου κιθάρα και ρίχνει στο μίγμα υλικά από disco. Το “United States Of Eurasia” κατακλέβει τους Queen αλλά το κάνει με στυλ, χρησιμοποιώντας παράλληλα και ένα απόσπασμα της 9ης νυχτερινής του Σοπέν. Τέλος, το “Ι Belong To You” αποδεικνύει πως η φιλική προς τις μάζες ποπ μουσική δεν χρειάζεται να ηχεί αποστειρωμένη και ξενέρωτη για να είναι φιλική προς το ραδιόφωνο. Όσο για τη 15λεπτη συμφωνία, μπορεί να μην απογοητεύει, αλλά σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί το επίκεντρο αυτού του δίσκου – τελικά το πιο εντυπωσιακό στοιχείο μάλλον καταλήγει να είναι ο τίτλος της (“Exogenesis”). Στα αρνητικά του Resistance πρέπει να συμπεριληφθούν οι στίχοι, καθώς επαναλαμβάνουν χιλιοειπωμένες κλισεδούρες περί αντίστασης και πάλης. Αν κυκλοφορούσε στην Ελλάδα δίσκος με τίτλο Η Αντίσταση θα χλευαζόταν. Αλλά η αλήθεια είναι πως η δύναμη των Muse δεν ήταν ποτέ οι στίχοι τους, ούτε βέβαια και ο τρόπος που τους αποδίδει ο Bellamy, βαριανασαίνοντας σαν τον Βασίλη Καρρά.

Κακά τα ψέματα, οι Muse στο Resistance περπατούν σε εδάφη που έχουν ήδη κατακτηθεί από συγκροτήματα στα οποία ευθέως αναφέρονται – όχι μόνο τους Queen ή τους Radiohead, αλλά και κάμποσα μεγάλα και ανεξερεύνητα από το κοινό τους γκρουπ του progressive rock παρελθόντος. Ταυτόχρονα όμως, σε μια περίοδο που ούτως ή άλλως το ροκ δεν καινοτομεί, οι Βρετανοί μπορούν άνετα να υπερηφανευτούν πως φτιάχνουν άλμπουμ με λόγο ύπαρξης και με υψηλή αισθητική. Δεν έχουν ιδιαίτερο βάθος. Έχουν όμως ένα αξιοθαύμαστο χάρισμα να συνθέτουν μικρούς ύμνους συνδυάζοντας διάφορα είδη. Ύμνους που ταιριάζουν γάντι τόσο σε μεγάλες συναυλίες όσο και ραδιοσταθμούς οι οποίοι θέλουν να διατηρήσουν το ακροατήριό τους.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured