Δεν μπορείς να ξεκινήσεις μια κριτική σε προσωπικό δίσκο του Lou Barlow και να μην αναφέρεις το παρελθόν του κυρίου με μπάντες όπως οι indie θρύλοι Dinosaur Jr., οι lo-fi προπάτορες Sebadoh ή οι μινιμαλιστικά pop Folk Implosion – για περαιτέρω πληροφορίες, το ίντερνετ στη διάθεσή σας.

Το Goodnight Unknown τώρα ξεκινάει με υποσχέσεις, με δυο καλά αν και όχι και τρομερά τραγούδια – το ομώνυμο και το “Sharing”. Αλλά η συνέχεια καθιστά φανερό το κύριο αρνητικό του δίσκου, καθώς τα τύμπανά μας πολιορκούνται από ακουστικού χαρακτήρα κομμάτια, του είδους που ο Barlow σκάρωνε κάποτε αποκλειστικά και μόνο ως «γεμισματάκια» στους δίσκους των Sebadoh. Τόσο μέτρια και εν τέλει κενά είναι τα προκείμενα, ώστε τα ξεχνάς μέσα στο επόμενο πεντάλεπτο. Σαφώς και υπάρχουν κάποιες όμορφες εξαιρέσεις, στην περίπτωση κομματιών όπως το “Gravitate” ή το “Too Much Freedom” – και πώς θα μπορούσε να γίνει και αλλιώς άλλωστε, όταν μιλάμε για έναν τόσο έμπειρο και φτασμένο συνθέτη σαν τον Barlow;

Αλλά εφόσον μέχρι εκεί τον πήγε η έμπνευσή του, θα ήταν καλύτερα μάλλον αν κυκλοφορούσε ένα ΕΡ με τις 4-5 καλύτερες στιγμές – θα ήταν πιο έντιμο και εν τέλει πιο αξιόλογο. Διότι τώρα, το να γεμίζεις έναν δίσκο με τραγούδια-καρμπόν των όσων έχεις κάνει με πολύ μεγαλύτερη επιτυχία στο παρελθόν πραγματικά δεν νομίζω πως έχει κάτι να πει στον οποιοδήποτε. Τρανό παράδειγμα το “One Machine, One Long Fight”, το οποίο «φωνάζει» Folk Implosion από χιλιόμετρα, αλλά πρόκειται για μια σαφώς νερωμένη εκδοχή του συγκεκριμένου ύφους.

Εν τέλει το Goodnight Unknown δεν είναι δα και κανένα έκτρωμα, από την άλλη όμως με το ζόρι μπορώ να πω πως μου έχουν μείνει έστω και δυο κομμάτια μετά από αρκετές ακροάσεις. Μοιραία επομένως ο βαθμός πέφτει κάτω από τη βάση...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured