The Elbow effect: αδόκιμος και αδοκίμαστος μουσικογραφικός όρος, δηλωτικός της βραδείας ανέλιξης, αναγνωρισιμότητας και εν γένει αποδοχής μιας συμμορίας Mancunians νοτισμένης από northern/bloke-rock μελαγχολία, επικολυρικές διαθέσεις και συνθετική φλέβα με ισόποσες δόσεις μουσικών αιμοσφαιρίων, τόσο από Talk Talk, Smiths, Joy Division όσο και από σημαίνοντα σχήματα της βρετανικής prog σκηνής των 1970s. Αντικαθιστώντας κατά περίπτωση τις progressive καταβολές με 1990s dance ρυθμολογία, ξεπηδώντας κυριολεχτικά και μεταφορικά από τις στάχτες των Sub Sub, με δυο άλμπουμ τους ήδη να θωρούν τους ομότεχνούς τους από το υψηλότερο σκαμνί και ένα γαϊτανάκι από singles – πομπώδεις βινιέτες θολές από την άχλυ ενός ημι-μυθικού βορρά – οι Doves ίσως να τείνουν περισσότερο προς ένα sui generis στάτους. Κατάσταση δεικνυόμενη αρχικά από την τετράχρονη δισκογραφική τους απουσία και στη συνέχεια από τον ηχητικό και συνθετικό περφεξιονισμό που διαπερνά και τα 50:08 του άλλοτε εσωστρεφούς, πότε συναρπαστικού μα σταθερά αντιερωτικού Βασιλείου της Σκουριάς.
Μέρος της γοητείας των γήινων, ειλικρινών ελεγειών εγγύτητας, απόδρασης και τοπικής γεωγραφίας στις οποίες αριστεύει αυτό το τρίο ενθυλακώνεται στο εναρκτήριο “Jetstream” (μακράν ανώτερο από αυτό των διαλυμένων πια New Οrder)• ένα ευφορικό σφυροκόπημα βιομηχανικών beats συμφύεται με ένα α-λα-“Fool’s Gold” groove και τα δυο παρέα στήνουν την – κατά τον Jimi Goodwin – ηχητική αυλαία των τίτλων τέλους του Bladerunner! Προσπερνώντας τόσο την οικειότητα της λυρικής μελαγχολίας του φερώνυμου τραγουδιού όσο και τη γνώριμα «κλαίουσα» εκφορά του Goodwin, η τριπλέτα των “The Outsiders”, “The Greatest Denier” και “10:03” δεικνύει με τον πιο εκκωφαντικό τρόπο – σε αλύτρωτο συναισθηματικό εκτόπισμα μα και σε db – την εξέλιξη της φόρμας του υπνωτιστικού πεντάλεπτου αντιβουιτού ημι-καταθλιπτικής στιχουργικής σε ερωτοπλανταγμένα, εκκωφαντικά ηχοτοπία πιο τολμηρά από ποτέ• υψίσυχνα ερωτόλογα δραματικού ρομαντισμού που προσπαθούν να αποδράσουν από «σπεκτορικά» wall of sound όπως «I’ll return to your side/ with the push and pull of the tide» είναι βέβαιο πως δεν θα συναντήσετε στα τραγούδια-ringtones των απανταχού Coldplay.
Και όταν πια αποκαμωμένοι από το να παρατηρείτε τα «Πουλιά που Πετούσαν προς τα Πίσω», στη στροφή του Kingdom Of Rust καραδοκεί για εσάς μια από τις πιο ανεπιτήδευτα όμορφες στιγμές της κλασικής, Smith-ικής τραγουδοποιίας των τελευταίων ετών: τιτλοφορείται “Spellbound”και εδώ ο ήρωάς μας ξεστομίζει «You keep me here, so spellbound/Love pulls me near to sacred ground», ως αυτές να ήταν οι έσχατες αναπνοές του. Έι, αυτό δεν σημαίνει ότι τελμάτωσαν στα μέλια οι Doves: για του λόγου το αληθές οι αυτοσχέδιοι DJs πλάι στον Shawn Lee και τον Mark Ronson μην παραλείψετε να «κοτσάρετε» και το απολωλό funk boogie του “Compulsion” – η παχιά ατμόσφαιρα του τέλους ενός party θα διαλυθεί μονομιάς. Επίσης, σε σινεφιλικές βραδιές spaghetti western σπινιάρετε και το “House Of Mirrors ” – τα κακοτράχαλα φωνητικά και οι κοφτερές του κιθάρες είναι ταμάμ.
Συναισθηματικοί και ονειροπόλοι, ηχητικοί περφεξιονιστές και media unfriendly, κλασικότροπα μελωδικοί και άφοβοι πειραματιστές, οι Doves μπορεί να χρειάστηκαν τέσσερα άλμπουμ και τέσσερα χρόνια για να αγγίξουν τη δική τους δημιουργική κορυφή, αλλά κατόρθωσαν κάτι παραπέρα από αυτό: το Kingdom Of Rust είναι ένα από τα σημαντικότερα άλμπουμ του τρέχοντος έτους. Ίσως είναι η προσήκουσα στιγμή να ανακαλέσουμε την τελευταία φράση από συνέντευξη τους σε παλαιότερο περιοδικό του χώρου (όχι, δεν πιστεύω στην μετενσάρκωση), λίγο μετά την κυκλοφορία του Lost Souls: «Man, music is going to see me through»…
- Πληροφορίες
- Κατηγορία: ΔΙΕΘΝΗ
Doves - Kingdom Of Rust
- Βαθμολογία: 8
- Καλλιτέχνης: Doves
- Label: Heavenly/EMI
- Κυκλοφορία: Μαϊ-09