Σκληρά, λάγνα βλέμματα, άψογα μανικιούρ, φανταχτερές νυχτερινές τουαλέτες. Μοιραίες ντίβες τυλιγμένες στα σύννεφα καπνού των λεπτών τους τσιγάρων και κινούμενες στη λεπτή γραμμή μεταξύ τραγουδίστριας/χορεύτριας και πόρνης πολυτελείας. Ίσως η αλήθεια των καμπαρέ να βρισκόταν κάπου μεταξύ της παραπάνω μυθολογίας και της κυνικής πραγματικότητας του Μεσοπολέμου, πάντως γυναικεία ήταν σε κάθε περίπτωση η ψυχή τους. Έμβλημα της νυχτερινής διασκέδασης του Μεσοπολέμου, τα καμπαρέ ήταν επίσης η σκηνή όπου διαδραματίστηκαν τα μεγάλα (παράνομα) ερωτικά πάθη της αστικής τάξης της Ευρώπης μεταξύ 1919-1939. Μιας τάξης σοκαρισμένης από τον Πρώτο Παγκόσμιο, αποπροσανατολισμένης από τα πάνω/κάτω της οικονομίας και γοργά σαγηνευόμενης από τις σειρήνες του ανατέλλοντος φασισμού.

Από τη Μάρλεν Ντίτριχ ως τη Λίζα Μινέλι και το Μουλέν Ρουζ, τα καμπαρέ γοήτευσαν τη συλλογική μνήμη και παρέμειναν σημείο αναφοράς στο διεθνές ελαφρό τραγούδι. Μικρή έτσι η έκπληξη που μία από τις τελευταίες κυρίες της γαλλικής πτέρυγας του τελευταίου αποφάσισε να τους αποτίσει τον δικό της φόρο τιμής: cabaret με «k» λοιπόν, δηλαδή καμπαρέ α-λα-Patricia Kaas. Η Kaas είναι άλλωστε ιδανική ερμηνεύτρια για έναν τέτοιον δίσκο-αναφορά: η φωνή της διαθέτει ποιότητες εκείνης της εποχής, η ερμηνευτική της δεινότητα αποτελεί κάτι σαν κοινό τόπο και η όλη της εμφάνιση φέρει τον αέρα της μεγάλης σταρ. Δεν δυσκολεύτηκε έτσι να στήσει το Kabaret με τον εδώ και χρόνια κύριο συνεργάτη της Fred Helbert, ενώ για πρώτη φορά δοκίμασε τον εαυτό της και στη σύνθεση, υπογράφοντας το “Une Derniere Fois”. Κίνηση φιλόδοξη εκ μέρους της, καθώς είχε μεν πέντε χρόνια να βγάλει νέο υλικό, φρόντισε όμως να δημιουργήσει αρκετό ντόρο για την καινούργια της δουλειά, εκπλήσσοντας τους πάντες με την απόφασή της να εκπροσωπήσει αυτή – μια φτασμένη και αναγνωρισμένη τραγουδίστρια – ολάκερη Γαλλία στον τελευταίο διαγωνισμό της Γιουροβίζιον, με ένα τραγούδι από το εν λόγω άλμπουμ.

Αλλά ενώ η Kaas στέκεται στο ύψος της και ο δίσκος είναι αν μη τι άλλο προσεγμένος, το υλικό του τον καθηλώνει στη μετριότητα. Ευχάριστα τα ακούς όλα σχεδόν τα τραγούδια του Kabaret, αναζητώντας όμως το γιατί ανακαλύπτεις ότι νιώθεις έτσι επειδή ηχούν οικεία, έχοντας ανακυκλώσει όλες τις γνώριμες μανιέρες του είδους. Προσέγγιση συντηρητική δηλαδή και εκ του ασφαλούς, αποβλέπουσα προς την αναπαλαίωση και βασιζόμενη στην ανάκληση στη μνήμη πότε της ολισθηρής γοητείας του Γαλάζιου Αγγέλου (“Falling In Love Again”), πότε των χορευτικών ρυθμών της αμερικανικής jazz της δεκαετίας του 1930 (“Pigalle”), και πότε του δράματος της μεγάλης ευρωπαϊκής επιτυχίας “Bensonhurst Blues” – που εδώ μετασχηματίζεται σε “Kabaret”. Το γιουροβιζιονικό “Et S’ Il Fallait Le Faire” απομένει έτσι το μόνο πραγματικά αξιόλογο τραγούδι του άλμπουμ. Κι εδώ βέβαια η Kaas εμφανώς επικαλείται το πνεύμα της Edith Piaf, το υψώνει όμως μέσω μιας συγκλονιστικής και βαθιά προσωπικής ερμηνείας – την οποία μάλιστα ξεπέρασε στον τελικό της Γιουροβίζιον, όπου και θα έπρεπε νομίζω να βγει νικήτρια με τα τσαρούχια, αν ο διαγωνισμός ήταν της προκοπής (όπως ήταν κάποτε). Έτσι, παρότι το υπόλοιπο Kabaret δεν έχει να επιδείξει τίποτα ανάλογο, το “Et S’ Il Fallait Le Faire” προκύπτει ως ένα από εκείνα τα τραγούδια που για χάρη τους αξίζει να αποκτήσεις ολόκληρο το άλμπουμ. Αν και μάλλον καλύτερη λύση είναι να αναζητήσετε το single...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured