Μερικά πράγματα μένουν σταθερά. Όσος καιρός και αν περάσει, όσο και αν κοντύνουν, μακρύνουν, πέσουν και ξανα-μανα-μακρύνουν τα μαλλιά του Brian Molko. Όσα χρόνια και αν προστεθούν στη πλάτη του, όσο μακριά και αν φαντάζει πλέον η παρατεταμένη μετεφηβική του ηλικία και ο καιρός όταν η έκρηξη του alternative rock στα μέσα των 1990s μετέβαλλαν ψυχαναγκαστικά τυπάκια σαν του λόγου του, τον Billy “Pumpkin” Corgan ή τον Trent “NIN” Reznor σε αστέρες πρώτου μεγέθους στα εναλλακτικά playlists των ραδιοσταθμών (αλλά και του MTV). Κι όσους drummer και αν αλλάξουν οι Placebo – φτάσαμε αισίως στον τρίτο μετά τη φυγή του Steve Hewitt – όσους δίσκους και αν ηχογραφήσουν, δεν θα πάψουν ποτέ να έχουν την ίδια ακριβώς θεματολογία και να απευθύνονται στο ίδιο ακριβώς (φανατικό) κοινό.

Κάτι το οποίο δεν είναι απαραίτητα κακό. Έχει όμως περάσει ήδη μια δεκαετία από το Without You I’m Nothing, κι όσο και αν π.χ. τo “Every Me And Every You” ή το “Pure Morning” μπορούν ακόμα να θυμίζουν άλλες εποχές, η νοσταλγία, εκτός από όμορφο πράγμα, μπορεί να αποδειχθεί και δίκοπο μαχαίρι. Γιατί από μόνη της, χωρίς τη θέληση για αλλαγή, για κάτι καινούργιο, σε κρατάει δέσμιο στο παρελθόν. Ό,τι δηλαδή έπαθαν κι οι Placebo στην υπόλοιπη πορεία τους, μετά το προαναφερθέν άλμπουμ: συνέχισαν να πραγματεύονται τις ίδιες αγωνίες και καταθλιπτικές μονομανίες με τις ίδιες λυσσαλέες κιθάρες και με τα ίδια μελαγχολικά πιάνα, αλλά μείον την έμπνευση. Singles ξεχώρισαν σε αυτή την πορεία, σύνολα όμως ποτέ πια.

Αλλά το φετινό Battle For The Sun μοιάζει με νέο ξεκίνημα – και αυτό ακριβώς επιδιώκει. Με τον Steve Forrest πλέον στα κρουστά και τον Dave Botrill (Tool) πίσω από την κονσόλα της παραγωγής να δίνουν μια νέα δυναμική μα και αμεσότητα στα πλημμυρισμένα από κιθάρες και συνθεσάιζερ τραγούδια, οι Placebo ακούγονται, για πρώτη φορά ύστερα από χρόνια, γεμάτοι ζωντάνια. Φταίνε τα ματζόρε ακόρντα; Φταίει το μαγικό άγγιγμα του Botrill; Φταίει ότι λείπουν οι δακρύβρεχτες μπαλάντες της συμφοράς; Φταίει που στόχος είναι, ξανά, το χρόνια αρνούμενο να υποκύψει στην «γοητεία» τους αμερικάνικο κοινό; Όποια και αν είναι η αιτία, ο Molko κι η παρέα του δίνουν ρέστα σε στιγμές όπως το (μερικώς ισπανόφωνο) “Ashtray Heart”, το single “For What It’s Worth”, το “Devil In The Details” με τη διττή ήσυχη/βαβούρικη δυναμική του, το “Bright Lights” με τα φωτεινά πλήκτρα να συνοδεύουν στίχους όπως «a heart that hurts is a heart that works». Ή ακόμα το “Julien” με το αργό ξεκίνημα και την εν μέσω βιολιών κορύφωσή του και το “Kings Of Medicine” με τα πνευστά να οδηγούν το άλμπουμ στο coda του. Δεν είναι όλα ρόδινα ωστόσο και αυτό όχι επειδή μερικές εμμονές παραμένουν είτε στιχουργικά («Here comes another fall from grace, I'm always falling on my face») είτε συνθετικά – όσον αφορά στη συνήθη πλέον δόμηση των τραγουδιών των Placebo (ευτυχώς το μιξάρισμα του Alan Moulder έχει ως αποτέλεσμα μεστό και δεμένο ήχο). Αλλά γιατί, παρόλο που για πρώτη φορά η μάχη των Placebo για λίγο ήλιο μέσα στο ατελείωτο γκρίζο φαίνεται να βρίσκει έδαφος, ταυτόχρονα το φάντασμα της νοσταλγίας, στην οποία αναφέρθηκα και πιο πάνω, βαραίνει πάνω από το νέο τους πόνημα.

Χωρίς αμφιβολία το Battle For The Sun αποτελεί το, με διαφορά, καλύτερο άλμπουμ τους εδώ και πάνω από μια δεκαετία και μια ακόμα δικαιολογία για να τους δούμε (για πολλοστή φορά) live στη χώρα μας. Ωστόσο ενίοτε δεν παύουν να ακούγονται σαν να ανήκουν σε μια άλλη εποχή, ειδικά όταν ο ψευδορομαντισμός τους χτυπάει κόκκινο (όπως για παράδειγμα στο ομώνυμο τραγούδι) ή όταν ανοίγουν τον δίσκο με μια νέα έκδοση της τυπικής Placebo συνταγής (“Kitty Litter”). Επίσης λείπει το τραγούδι-κράχτης και μάλλον δεν βοηθάει κι ο ίδιος ο Molko σε αυτοί, του οποίου οι λαρυγγισμοί και οι ανησυχίες δεν περιέχουν πια ίχνος έκπληξης… Είπαμε. Μερικά πράγματα μένουν σταθερά. Εν κατακλείδι η αλήθεια είναι ότι δεν περίμενα κάτι τόσο δυνατό από τους Placebo μετά τα απογοητευτικά Meds και Sleeping With Ghosts. Αλλά αυτό δεν σημαίνει κιόλας ότι ξεπέρασαν τους εαυτούς τους και τις εμμονές τους...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured