Συνηθίζεται, σε group σημαίνοντος πολιτισμικού και συναισθηματικού εκτοπίσματος με άφθονη ποιοτική παραγωγή δεκαετιών και απαράμιλλη επίδραση τόσο στην παρελθούσα όσο και στην τρέχουσα pop κουλτούρα, να προηγείται της κριτικής μια ρετροσπεκτίβα του έργου τους, ως αναψηλάφηση και ξετύλιγμα του μύθου-μίτου από εκεί που τον απίθωσαν την τελευταία φορά. Κρίνω πως δεν είμαι ο καταλληλότερος για τέτοιο εγχείρημα – εξάλλου αν αυτό συνοδευόταν και από οπτικοακουστικά καλούδια ο server του Avopolis θα «κράσαρε» στα σίγουρα! Οι αδερφοποιητοί της ιδέας του «εφήμερου συρμού» (που μόνο εφήμερος δεν αποδείχθηκε, κλώνοι και ακόλουθοι θα σας το πιστοποιήσουν αυτό) γνωρίζουν πως διανύουμε την ύστερη περίοδο των Depeche Mode, όπως αυτή σχηματοποιήθηκε μετά το οριακό Songs Of Faith And Devotion: καταχρήσεις, βουλιμία, φυσικές και δημιουργικές ρυτίδες, με κοφτερότερο αγκάθι στα πλευρά των δέσμιων το παντελώς αχρείαστο Exciter.
Αν λοιπόν το προ τετραετίας Playing The Angel σχοινοβατούσε μεταξύ Violator και Music For The Masses, το νέο άλμπουμ των Depeche Mode Sounds Of The Universe συμφιλιώνει τους electro πιουρίστες του Some Great Reward με τα όψιμα fanboys της επανακάμπτουσας Ultra δυναμικής. Από το εναρκτήριο λάκτισμα του ωριαίου cd, βραδύκαυστες, ηλεκτρικά φορτισμένες ατμόσφαιρες χτίζονται από κοινές συνιστώσες που διαπερνούν όλα τα κομμάτια του άλμπουμ: vintage synths, αρχετυπικά drum machines, καταπιεσμένες, funky κιθαριστικές ριπές από τον Gore και το σεπτό μέταλλο της φωνής Gahan• άλλοτε γρέζι και μπραβάντο (“Hole To Feed”, ίδια σύνθεση-άτοπο εγχείρημα, όπως και οι προσωπικές του δουλειές), κάποτε με falsetto (όπως το “In Chains”, το οποίο ανοίγει τις συναυλίες τους – όποτε αυτές λαμβάνουν χώρα) και ενίοτε με μπαρόκ κομπορρημοσύνη όπως στο ανατριχιαστικό single “Wrong”, το, αν θέλετε, “Personal Jesus” του Sounds Of The Universe.
Οι οδύνες των διαπροσωπικών σχέσεων, αυτός ο ακήρυχτος πόλεμος τάσεων και τριβών που υποδόρια σμπαραλιάζει το απόθεμα ψυχής το οποίο χτίστηκε με τόσο κόπο και με τόσα όχι (τα σωστά), αποτελεί το ευαγγέλιο της στιχουργικής του Gore: μινιμαλιστικά bleeps και beeps σφιχταγκαλιάζουν «βρώμικες» κιθάρες ψελλίζοντας «There’s something mystical in our genes/ so simplistic it kicks and screams» (“Fragile Tension”), ενώ λούπες θαρρείς από το A Broken Frame και ανάσες της «Μαύρης Τελετής» επιτίθενται ύπουλα και συντονισμένα στο θυμικό μου: «You ‘re bright, you ‘re strong/ you know your right from wrong/ at least to some degree» (από το “In Sympathy”). Στο δε ελεγειακό “Peace” οι διόσκουροι συν-τραγουδούν ένα νεορομαντικό gospel, ενώ στην τελευταία ανηφορική φουρκέτα του δρόμου (“Come Back”) οι κλαγγές των drumbeats και τα κουδουνίσματα των keyboards ωθούν των Gahan στις πιο ανήλιαγες κόγχες του συνειδητού: «Weeks turn into months/ months turn onto years…Living the same conclusion/gathering up the fear» - λέτε έτσι να κυλάει ο έγγαμος βίος; Το τελευταίο τρίτο του Sounds Of The Universe κινείται σε lo-fi/low-key μονοπάτια, εκτονώνοντας την ένταση μα αποδυναμώνοντας ένα σχετικά σφριγηλό σύνολο. Ιδιαίτερη αναφορά στο instrumental “Spacewalker”, το οποίο θα μπορούσε να προέρχεται από b-side της A Broken Frame εποχής ή από soundtrack videogame σε 8-bit home computer της δεκαετίας του 1980!
Οι δίσκοι των Depeche Mode δεν έχουν ανάγκη από επιγράμματα κι ανούσιες αποκρυσταλλώσεις νοημάτων, τόσο οικείων στους κοινωνούς της μουσικής φυλής. Μετά από σχεδόν 30 χρόνια οι Depeche Mode συγκαταλέγονται στους rock ‘n’ roll επιβιώσαντες ή αν θέλετε στους pop μαθουσαλίξ που δεν θέλουμε να αποτεφρώσουμε ακόμη. Δεν επικαιροποιούν το παρελθόν, δεν βρίσκονται στην πρωτοπορία, δεν θα ξαναγράψουν “Stripped”. Θα κυκλοφορούν (θέλω να πιστεύω) άλμπουμ άνω του μετρίου, θα αριστεύουν στη μίξη και την παραγωγή, θα γεμίζουν στάδια με στίφη ανθρώπων που επιθυμούν να τραφούν με το μάννα του “Enjoy The Silence” και του “Never Let Me Down Again”. Για ορισμένους, αυτό είναι περισσότερο από αρκετό…
- Πληροφορίες
- Κατηγορία: ΔΙΕΘΝΗ
Depeche Mode - Sounds Of The Universe
- Βαθμολογία: 6
- Καλλιτέχνης: Depeche Mode
- Label: Mute/EMI
- Κυκλοφορία: Μαϊ-09