Πίσω από την καλλιτεχνική προσωπίδα με το περίεργο όνομα Ape School, κρύβεται κατ’ ουσία ένας άνθρωπος, ο Michael Johnson, ο οποίος κυκλοφορεί στις πιάτσες της αμερικάνικης ανεξάρτητης rock σκηνής από τις αρχές της δεκαετίας μας, ως μέλος αρχικά των Holopaw (με συμβόλαιο στη θρυλική Sub Pop) και μετέπειτα των Lilys (συμμετέχει στο πιο πρόσφατο άλμπουμ τους, Everything Wrong Is Imaginary). Ας προστεθεί και ο πρώτος σόλο δίσκος του (που κυκλοφόρησε το 2004 με το πραγματικό του όνομα) καθώς και η συνεργασία του με τον Daedalus στο περσινό Love To Make Music To. Βιογραφικό ίσως όχι τόσο ζηλευτό, αρκετό όμως για του δώσει ένα συμβόλαιο με την Counter, θυγατρική της Ninja Tune.

Στην πρώτη του αυτή δουλειά σαν Ape School, ο Johnson έχει συμπαραστάτες μερικούς από τους φίλους που έκανε στην προαναφερθείσα διαδρομή του. Οι συνθέσεις βέβαια (καθώς και ένα σημαντικό ποσοστό του εκτελεστικού μέρους) είναι δικές του, και, όπως ίσως φαντάζεστε, κινούνται στην πλειοψηφία τους στα χωράφια της αμερικάνικης ανεξάρτητης rock, με αρκετές όμως ιδιαιτερότητες, οι οποίες κάνουν τον δίσκο να ξεχωρίσει από τον σωρό. Καταρχάς, είναι αυτή η αναλογική διάσταση που υπάρχει καθ’ όλη τη διάρκειά του, κατάλοιπο ίσως από τα σπουδαστικά χρόνια του Johnson. Τότε γνώρισε τη μαγεία των αναλογικών moog synthesizers, τα οποία και χρησιμοποιεί κατά κόρον, εμφανέστερα δε στις πιο ζωντανές στιγμές του δίσκου, όπως στο εισαγωγικό “Wail To God”: στην αρχή της η σύνθεση χάνεται στη δίνη των παραμορφώσεων της κιθάρας και των εν λόγω synthesizers, για να μεταμορφωθεί στη συνέχεια σε ένα τυπικό μεν, όμορφο δε δείγμα του εν λόγω ιδιώματος, όπως αυτό διαμορφώθηκε κυρίως στη δεκαετία του 1990. Ανάλογη περίπτωση και το “Deathstomp”, με κάπως πιο προοδευτική όμως φόρμουλα ή το “In Time You Are”, με έντονες τις νέο-ψυχεδελικές αναφορές. Στην ουσία, δηλαδή, ο Johnson, παίρνει τις βασικές αρχές του ανεξάρτητου αμερικάνικου pop/rock ήχου, με όλη την απλότητα και την ευαισθησία του, το βουτάει στην αγνή ψυχεδέλεια και πότε χρησιμοποιώντας μια αφοπλιστική γλυκύτητα, πότε επιλέγοντας πιο δαιδαλώδεις διαδρομές (διατηρώντας, εννοείται, πάντα τις αρετές του αναλογικού ήχου) μας δίνει έναν δίσκο ο οποίος ίσως να μην είναι το αριστούργημα που θα αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο ακούμε μουσική, έχει όμως να δώσει κάποιες εξαιρετικές στιγμές.

Η καλύτερη, νομίζω, στιγμή του δίσκου έρχεται με το “Caveman Vs Canary”, το οποίο δείχνει αρχικά βυθισμένο στα βαθιά τύμπανα, σιγά-σιγά όμως αναδύεται μια σχεδόν μινιμαλιστική μελωδία στο πιάνο, συνοδευόμενα από τα εκπληκτικής ρυθμικότητας φωνητικά του Johnson. Ενδιαφέρον και το “It’s Over”, που προσθέτει στη μουσική παλέτα του Ape School μια πινελιά από dream pop, θυμίζοντας αρκετά τον τρόπο με τον οποίον τη χειρίστηκε ο Sebastien Schuller στο προ 4ετίας ντεμπούτο του. Ωραίος όμως και ο τρόπος με τον οποίο ο Johnson επιλέγει να ολοκληρώσει τον δίσκο, με το αργόσυρτο και πειραματικό (τηρουμένων των αναλογιών) “Rip Together, Rip Apart” να προηγείται του χαρούμενου μέσα στην ψυχεδελική παραξενιά του “No Shame”.

Εκεί που ίσως ανακύπτει ένα κάποιο προβληματάκι με το Ape School είναι στα πιο «στρωτά» τραγούδια του (όπως π.χ. στο “My Intention” ή στο “Did What I Did” για παράδειγμα), τα οποία δεν προσδίδουν στο σύνολο κάτι ιδιαίτερα αρνητικό, σε αφήνουν όμως με μια αίσθηση μετριότητας (για να μην αναφέρω ότι στο “My Intention” κάποιες καταλήξεις φράσεων στην φωνή του Johnson μου θυμίζουν αυτή του Bono, που δεν μπορώ να πω ότι συμπαθώ ιδιαιτέρως!). Ο Ape School μπορεί να μην είχε ιδιαίτερα δημιουργική φαντασία στην επιλογή του ονόματος, αλλά το σημαντικό είναι ότι δείχνει να μπορεί να παράγει μια αξιοπρεπέστατη, στο σύνολό της, δουλειά, συμπιέζοντας προσωπικά στοιχεία ανάμεσα στις αρκετές επιρροές του, και προσφέροντάς μας έτσι μια ενδιαφέρουσα οπτική της τιμημένης ανεξάρτητης σκηνής των Η.Π.Α.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured