15 χρόνια πίσω, όταν εμφανίστηκε το Guilty As Charged στη μικρή γερμανική εταιρεία Bitz Core, αποτέλεσε κάτι σαν κοσμογονικό γεγονός στον στενό κύκλο του Oi!/hardcore punk κυκλώματος: η πιο ταλαντούχα Oi! μπάντα της ιστορίας επέστρεφε στα πράγματα, εφτά χρόνια μετά την τελευταία της δισκογραφική καταγραφή και μόλις δύο αφότου το reunion τους για ένα live στο Astoria του Λονδίνου είχε σημειώσει τέτοια επιτυχία, ώστε να πείσει τους Colin McFall (φωνητικά), Mick Beaufoy (κιθάρα), Steve Burgess (μπάσο) και Steve Bruce (τύμπανα) να πάρουν τον Daryl Smith των Elite ως δεύτερο κιθαρίστα και να ξαναρολάρουν.

15 χρόνια μετά, το Guilty As Charged δεν υπάρχει πια στην αγορά και η πάντα δραστήρια Captain Oi! αποφασίζει να το επανακυκλοφορήσει. Οι ίδιοι οι Cock Sparrer το βλέπουν ως μια ευκαιρία να αποκατασταθούν κάποια πράγματα όπως θα τα ήθελαν – δεν έχουν κρύψει ότι δεν στάθηκαν και πολύ ικανοποιημένοι με το Guilty As Charged, κυρίως σε ζητήματα παραγωγής. Έτσι, αντί για μια ρουτινιάρικη επανέκδοση, προέκυψε μια ουσιαστικά νέα κυκλοφορία: όχι απλώς νέο mastering – δια χειρός Tim Turan – αλλά ολικό remix του δίσκου, στον οποίον η Captain Oi! ενέταξε επίσης (υπό την ίδια λογική) τρία από τα έξι κομμάτια του EP Run Away (Bitz Core, 1995), συν την πλήρη, αρχική εκτέλεση του “Roads To Freedom”, του μόνου δηλαδή από τα κομμάτια του Guilty As Charged που επανηχογραφήθηκε σε μια ελαφρώς διαφοροποιημένη και συντομότερη εκδοχή.Το Guilty As Charged διαθέτει πλέον μια πιο αεράτη παραγωγή και το συνολικό ακουστικό αποτέλεσμα ακούγεται πράγματι καλύτερο. Η μουσική τέχνη, όμως, δεν εφάπτεται αποκλειστικά τεχνικών ζητημάτων: όπως και σε κάθε τέχνη, τα κυριότερα και ουσιαστικότερα δρώμενα λαμβάνουν χώρα στο αισθητικό πεδίο. Τόσο το Guilty As Charged, όσο και το Run Away EP είναι τα χειρότερα πράγματα τα οποία έχουν κυκλοφορήσει οι Cock Sparrer στην καριέρα τους, πάσχοντας σε τομείς οι οποίοι ουδόλως μεταβάλλονται προς το καλύτερο επειδή καλυτέρεψε η παραγωγή. Με τον δίσκο αυτόν οι Cock Sparrer παρουσιάζονταν – για πρώτη φορά στην ιστορία τους – να είναι ό,τι ακριβώς τους κατηγορούσε ο mainstream μουσικός τύπος της Βρετανίας πως ήταν: μια ορδή βαρβάρων σκίνχεντς, ανίκανων να σκαρώσουν σημαίνουσες μελωδίες ή στίχους με κάποια σημασία εκτός του «κυκλώματος».

Πιο αναλυτικά, ο πάλαι ποτέ ταξικός πατριωτισμός του “England Belongs To Me” έδωσε τη θέση του εδώ σε μια ανησυχία για τα πράγματα, η οποία πρόκρινε τη λύση της κρεμάλας για τους ανίκανους και διεφθαρμένους του δημοσίου βίου (“Get A Rope”). Δυσάρεστα εκπληκτικό ήταν επίσης και το ότι το ίδιο συγκρότημα που είχε κάποτε τόσο εμπνευσμένα επιτεθεί στον λαϊκισμό της Sun, κατέληγε να γιορτάζει, στο “We Know How To Live”, έναν τρόπο ζωής που συνήθως αποθέωνε η εν λόγω εφημερίδα, βυθισμένο στις εμμονές των κατώτερων λαϊκών στρωμάτων της Βρετανίας: ακατάσχετη μπυροποσία, μπάλα και τα συναφή. Παροτρύνοντας μάλιστα τις γυναίκες να αγαπούν και να νοιάζονται αποκτηνωμένους άνδρες, οι οποίοι ποτέ δεν τηρούν τις υποσχέσεις τους, που ξερνάνε πιωμένοι στους νεροχύτες των πάρτι όπου πηγαίνουν μαζί και που – ούτε καν! – να τις γαμήσουν, αν μου συγχωρήσετε την έκφραση, καλά δεν μπορούνε πια (“Tough Guys”).

Όταν δε στα παραπάνω μπερδεύονταν και διάφορα μεσήλικα σύνδρομα, τα τραγούδια των Cock Sparrer ξεπέφτανε στον κρετινισμό. Αν το “Bird Trouble” σας ηχεί γραφικό έτσι όπως κλαουρίζει για μια πάλαι ποτέ πρώτη μούρη την οποία ο έρωτας τράβηξε έξω από τις «χαρές» της παμπ και της ζωής με τα «παιδιά», περιμένετε μέχρι να ακούσετε τον ύμνο στο δίχως αιτία και αφορμή κακό μπεκρούλιασμα με φτηνή λάγκερ “Last Train To Dagenham”, την εκδοχή της μπάντας για τον μπερμπάντη τεχνικό που φτιάχνει τους σωλήνες των συστημάτων θέρμανσης και, μαζί με αυτούς, τα «υδραυλικά» διαφόρων στερημένων νοικοκυρών (“I Fit Central Heating”) ή – ακόμα χειρότερα – το ασύλληπτο “Crack In The Mirror”: ήτοι, την ιστορία ενός κακομοίρη σαπιοκοιλιά, ο οποίος, όταν μια μέρα η γυναίκα του ξύπνησε (κυριολεκτικά και μεταφορικά) πετώντας τον έξω μαζί με τα πράγματά του, πήγε και...αυτοκτόνησε! Με ή χωρίς καλύτερη παραγωγή, τίποτα από αυτό το συνθετικό και στιχουργικό αδιέξοδο (προέκταση του οποίου αποτελούσε και το Run Away EP) δεν αλλάζει. Ακόμα και για μένα, που μου αρέσουν πολύ οι Cock Sparrer προσωπικά, αυτός παραμένει ο μόνος δίσκος τους τον οποίο δεν θα σύστηνα σε κανέναν σας να αγοράσει.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured