Καθώς εις εκ των μελών της (σταδιακά συντιθέμενης) τάξης του 2009 λαμβάνει τις προσήκουσες θέσεις στα έδρανα της κρίσης κοινού και κριτικών, κάποιοι επηρμένοι βαθμοθήρες ήδη έχουν αδράξει τα δεκάρια τους, όντας πρώιμα πουλέν των διδασκόντων, με τη λιπαρή βεβαιότητα του θριάμβου να γυαλίζει στην άκρη του αμφιβληστροειδή. Βέβαια, δεν είναι καθόλου αμελητέα υπόθεση να μην έχεις συμπληρώσει καλά-καλά τα 20 και στο παρθενικό σου άλμπουμ να έχεις παραγωγούς τους κυρίους Ed Buller (Pulp, Suede) και Max Dingel (The Killers, Glasvegas), να εμφανίζεσαι στο Later του Jools Holland συνεπεία μόνο ενός Cave-ικου «clopyright» (περισσότερα περί τούτου στη συνέχεια) και μετά να χτυπάς πρωτιά στα UK Charts και περίοπτες θέσεις σε σημαίνοντα θερινά φεστιβάλ της Γηραιάς Ηπείρου (θα τους δούμε και στην ημεδαπή), ενόσω περιοδεύεις στο America και σε κάνουν θέμα έστω και στο (μερικώς) ανυπόληπτο Rolling Stone. Μέλλει να εξεταστεί αν η άμεση μεταστροφή τους από τη neo-brit pop προς φαταλιστικούς μαιάνδρους που φιλοτέχνησαν τιτάνες του gloomy post-punk δύναται να δονεί και να αφορά.

Από το πρώτο κουπλέ του φιλικού προς τα bass-reflex ηχεία και αρκούντως αυτοεπεξηγηματικού “Death”, η εμμονοληπτική προσκόλληση των White Lies στις γκλάμουρ πτυχώσεις της θνησιμότητας εξασφαλίζει στα αιμοστατικά τσιτάτα τους περίοπτη θέση στα yearbooks των απανταχού πυροβολημένων τελειόφοιτων της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης –βέβαιη η αθανασία! Πάμε λοιπόν: «That’s why everything’s got to be love or death» (από το “Death”) – γιατί να είναι απαγορευτική η σύζευξη ποζεράτε Harry;· «Let’s grow old together and die at the same time» (από το “Lose My Life”) – καλά αυτό το βλέπω γραμμένο σε σχολικές τσάντες με κόκκινο μαρκαδόρο και χτυπημένο σε tattoo με χένα· «If judgement day is starting tonight at least I’ll know I was right/And I’ll be laughing at the end of the world» (από το “A Place To Hide”) – η κρίση βλέπετε επιφέρει και εσχατολογικές ανησυχίες· «put down those scissors, baby, on this single bed… you ’ve got blood on your hands and I know it’s mine» (από το “Unfinished Business”) – αδιαφιλονίκητο φαβορί για τους τίτλους τέλους στο soundtrack του επερχόμενου χολιγουντιακού remake του αιμο-λιγούρικου magnum opus απέθαντης αγάπης του Άλφρεντσον, Άσε το Κακό να Μπει!

Μουσικά, το όλον είναι μεν πολύ λιγότερο των δομικών συστατικών του, ευφυώς παραχθέν δε (παλιά καραβάνα ο Buller). Αποκύημα άπειρων ακροάσεων του Closer, του Pornography και του Heaven Up Here, το To Lose My Life βουτά βαθιά στην post-punk κληρονομιά του βιομηχανικού ζόφου, ενσκύπτει στη μελέτη των στίχων του Nick Cave χωρίς ταυτόχρονα να λησμονεί πως τα πομπώδη synth α-λα-Duran-Duran (θυμηθείτε το “Wild Boys”) έχουν χτίσει καριέρες στα zeros: κάτι ξέρουν οι Killers... Καταφέρνουν όμως οι White Lies να διατηρήσουν μια μίνιμουμ αξιοπιστία, όντας στοχευμένα ανθεμικοί και μελωδικοί. Τα μελανής ένδυσης fanboys να μην ανησυχούν, το moshing στα φίλα προσκείμενα στις αρένες “Death”, “ To Lose My Life” και “Farewell To The Fairground” είναι γκαραντί! Δεν είναι κακό συγκρότημα τα «Πάλλευκα Ψεύδη», απλούστατα αγνοούν πως η μακροβιότητα των ηρώων τους ανθίσταται στη φυσική τους παύση με τέτοιο τρόπο που σε σημεία, όπως π.χ. στο δίδυμο των κομματιών που σχηματίζουν τον μουντό επίλογο του άλμπουμ, εκθέτει τους ίδιους, υποβιβάζοντας τους σε μια αξιότατη tribute band με όλο το μέλλον εμπρός της…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured