Με την τανάλια ανά χείρας και με χειρουργική ακρίβεια, ο Matt Elliott κρατάει σφιχτά τη μητέρα έμπνευση για να τη διοχετεύσει στο Howling Songs, τερματικό σταθμό μιας σπουδαίας μουσικής τριλογίας. Μιας τριλογίας που συμπληρώνεται εδώ, αλλά ξεκίνησε με τα Drinking Songs και Failing Songs να έχουν προηγηθεί. Χάνεις, πίνεις και μετά ουρλιάζεις. Είναι μια λογική σειρά. Η κραυγή του Howling Songs εκ στόματος Elliott καταδεικνύει το αιώνιο ζήτημα της διάλυσης των σχέσεων, το κομμάτιασμα των συναισθημάτων και το φοβερό αντίκτυπο που έχει η θλίψη της απώλειας στουςανθρώπους. Το θανατερό κλίμα σαν πολικό ψύχος περονιάζει τον ακροατή. Εξάλλου, μιλάμε για την κραυγή χαμένων ψυχών, τα ενδελεχές πέρασμα από την προσωπική κόλαση, επιστεγασμένο από στοιχειωτικές μελωδίες.

Παραδόξως βέβαια, το Howling Songs, εκπλήσσοντας ευχάριστα, δεν καταφεύγει στις κλασικές δυτικές folk ηχητικές λύσεις, όπως συμβαίνει συνήθως σε τέτοιου είδους μελαγχολικές ακουστικές καταθέσεις. Εδώ η κατάρρευση δεν διστάζει να κραυγάσει το μεγαλείο της, ο συναισθηματικός γολγοθάς έχει δραματικές κορυφώσεις και ο τροβαδούρος που αναλαμβάνει να εξιστορήσει τον πόνο των θλιβερών αυτών ιστοριών βάζει μπρος σπαραξικάρδια βιολιά και παραμορφωμένες κιθάρες να σκαρώνουν ακόρντα σλάβικων και ισπανικών αποχρώσεων. Δημιουργώντας μια γκροτέσκο, μπαρόκ αίσθηση και μια ενίοτε πομπώδη εκφορά ενός λόγου μιλημένου από μια βαρύτονη, υπνωτιστική φωνή. Τα Howling Songs του Elliott είναι βαριά, σαν ξύλινο βικτωριανό σαλόνι, ακροβατούν ανάμεσα σε αργόσυρτες, μουρμουρημένες ρώσικες ελεγείες και ισπανικές, μυστηριακές μπαλάντες. Και μιλούν για το πλοίο που μπατάρει και την εναγώνια προσπάθεια να το αναποδογυρίσεις με την πανάρχαια συνταγή της στωικότητας και του ψύχραιμου πεσιμισμού: «I Name This Ship The Tragedy, Bless Her And All Who Sail With Her».

Το πανέμορφο “A Broken Flamengo” πάντως διαλαλεί ότι στο τέλος αναγκαζόμαστε να δραπετεύσουμε ή να οπισθοχωρήσουμε, το “Berlin & Bisenthal” εμφανώς κατονομάζει ένα ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης, ενώ το “Kubler - Ross Model” ανασκαλεύει τα πέντε στάδια της θλίψης όπως αναφέρονται στο βιβλίο της Elizabeth Kubler-Ross On Death And Dying. Η θλίψη εξοστρακίζεται(!) με την ειλικρινή αποδοχή της. Είναι ηλίου φαεινότερον, όμως, πως ανάμεσα στις πράξεις του δράματος χρειάζεται και ένα διάλειμμα, το οποίο δυστυχώς επιμελώς τίθεται σε δεύτερο πλάνο με φόντο την επίπεδη, χωρίς εναλλαγές ερμηνεία του Elliott και τις μελωδίες οι οποίες διαρκούν συχνά περισσότερο απ’ όσο πρέπει. Και ίσως «θρηνούν» και περισσότερο απ’ όσο πρέπει. Το άλμπουμ κρατάει όμως ένα δυνατό χαρτί για το τέλος – την αντιφατικότητά του. Με το να εκφράζει απροκάλυπτα την αδυναμία κραυγάζει τη δύναμή του και με το να φλερτάρει ψυχρά και προκλητικά με τα ηχητικά-ερμηνευτικά του μειονεκτήματα, δημιουργεί μια σχέση απόλυτη με τον ακροατή.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured