«Ε, λοιπόν, εγώ δεν παίζω άλλο», είπε ο κιθαρίστας και βρόντηξε πίσω του την πόρτα. Ο Wes Borland παράτησε δύο φορές τους Limp Bizkit διότι «δεν πίστευαν ότι είμαι αρκετά καλός για να παίζω μαζί τους» και έκτοτε άρχισε διάφορες συνεργασίες (Damning Well, Eat The Day, From First To Last), μέχρι να βρει τη φόρμα που τελικά θα τον απελευθέρωνε, δίνοντάς του τον πρωταγωνιστικό ρόλο: Black Light Burns η νέα μπάντα, Cruel Melody το ντεμπούτο άλμπουμ (2007). Ο Borland πέρα από την κιθάρα, το μπάσο, τα πλήκτρα και το μιξάρισμα στην παραγωγή, βλέπει ότι τελικά τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο κι έτσι αποφασίζει να γίνει και ο τραγουδιστής της μπάντας. Το ψυχεδελικό artwork στο άλμπουμ είναι – φυσικά – δικό του, αφού ασχολείται και με τη ζωγραφική...

Ο τύπος ακούει από Billy Holiday μέχρι Slayer, γιατί ξέρει ότι όσο περισσότερες και διαφορετικές μουσικές προσεγγίσει, τόσο καλύτεροι θα είναι και οι δίσκοι που θέλει να φτιάξει, όπως το καινούργιο Cover Your Heart: από τη μια πλευρά είναι η απόπειρα των Black Light Burns να ξαναπαίξουν τραγούδια των Stooges, της PJ Harvey, των Jesus Lizard, των Swans, της Fiona Apple και άλλων μουσικών με τον δικό τους σκληρό τρόπο, ενώ από την άλλη βάζουν στον ίδιο δίσκο 7 instrumental κομμάτια, τα οποία είχαν γραφτεί για τον προηγούμενο δίσκο τους φτιάχνοντας έτσι μια ισορροπία περίεργη αλλά μάλλον ευχάριστη.

Στα πρώτα 10 tracks που αφορούν σε διασκευές, έχουμε γκάζια: από το punk “Forkboy” των Lard, που o Borland υποστηρίζει αξιοπρεπώς βγάζοντας τα σωθικά του στο μικρόφωνο (θυμίζοντας έντονα τον Jello-California Uber Alles-Biafra), στο “So Alive” των Love and Rockets με περισσότερο dark wave mood και έντονη παραμόρφωση στα φωνητικά, για να φτάσουμε στη rock έκδοση “Hungry Like The Wolf” των Duran Duran με τα synth μέρη πολύ καλά παιγμένα. Και στο καπάκι η διασκευή του “Lucretia My Reflection” των Sisters Of Mercy, με φωνή και μπάσο να μένουν στην γραμμή του goth πρωτότυπου. Στα υπόλοιπα 7 tracks o Wes Borland κλείνει τα γκάζια και ανοίγει ένα άλλο παράθυρο: οι τόνοι χαμηλώνουν αισθητά, o ήχος γίνεται ακουστικός, με industrial μινιμαλισμό και με ιδιαίτερη προσοχή στη synth μελωδικότητα. Η όλη ατμόσφαιρα παραπέμπει σε πιο πειραματικά μονοπάτια, με το electro στοιχείο να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο.

Οι Black Light Burns ουσιαστικά «παίζουν» με το κοντράστ, φτιάχνοντας δύο διαφορετικούς κόσμους μέσα στο ίδιο άλμπουμ. Μετά από πολλές αναποδιές τελικά έμαθαν πώς να το κάνουν.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured