Δεν ξέρω πόσο στα σοβαρά θα μπορούσες να πάρεις έναν δίσκο ο οποίος ξεκινάει με μια βορβορώδη φωνή να αναρωτιέται: «What planet is this, mmmh? Let there be rock ‘n’ roll». Και τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο δύσκολα, σε επίπεδο αρχικών προθέσεων, όταν έτσι ξεκινάει η περίφημη επιστροφή των Queen στο στούντιο και στην παραγωγή τραγουδιών, σε μια zeros απόπειρα του Brian May και του Roger Taylor να αναγεννήσουν πλήρως το συγκρότημα, διεκδικώντας μερίδιο στην πίτα της κλασικοροκάδικης νοσταλγίας.

Αν και δεν είμαι μεγάλος τους fan, έχω στη δισκοθήκη μου κάθε δίσκο τον οποίον έβγαλαν (ακόμα και τις πατάτες), θεωρώντας τους ως μια πραγματικά ιδιαίτερη – και ανεπανάληπτη – περίπτωση στη rock ιστορία. Χωρίς όμως να θέλω να υποτιμήσω τον καλό κιθαρίστα Brian May ή το ταλέντο του Roger Taylor στα τύμπανα, η ιδιαιτερότητα αυτή οφειλόταν περισσότερο από κάθε τι άλλο στη χαρισματική φωνή και περσόνα του Freddie Mercury – ένας frontman πραγματικά αναντικατάστατος. Από την άλλη, έχω παρακολουθήσει και το πώς πάτωσαν θεαματικά οι σόλο καριέρες και του May και του Taylor, αλλά και το πώς τους έτρωγε όλα αυτά τα χρόνια να επαναφέρουν κάπως το όνομα των Queen στο κόλπο, μη διστάζοντας μάλιστα να το σύρουν ακόμα και στη λάσπη (δείτε τη συνεργασία με τους Five π.χ.) – και δεν το θεωρώ τυχαίο ότι ο μόνος από την παρέα ο οποίος δεν είχε ποτέ σόλο φιλοδοξίες, ο ικανός μπασίστας John Deacon, διάλεξε να μη συμμετέχει στη «φιέστα» της επιστροφής. Το να επιστρέψουν, όμως, με έναν αντικαταστάτη του Mercury ήξεραν καλά και ο May και ο Taylor πόσο τόλμημα αποτελούσε, μετά το κράξιμο που έφαγαν μετά το Five Live EP, την άτυπη δηλαδή απόπειρα να δοκιμάσουν κάτι τέτοιο με τον George Michael. Τότε, όμως, τα πράγματα ήταν ακόμα φρέσκα. Πλέον έχουν πια περάσει 17 χρόνια από τον θάνατο του Mercury: και νέο ακροατήριο υπάρχει, το οποίο γνωρίζει τον θρύλο των Queen αλλά δεν έχει μνήμες από τον τελευταίο, και οι παλιοί μπορεί να είναι πιο συγκαταβατικοί – ειδικά άμα τη θέση του Freddie πάρει ένας δοκιμασμένος τραγουδιστής της παλιάς φρουράς με αναγνωρισμένη έκταση φωνής, σαν τον Paul Rodgers, ο οποίος ήταν επίσης παροπλισμένος μετά το reunion του με τους Bad Company την περίοδο 1998-2002. Η live απόπειρα Return Of The Champions τρία χρόνια πριν απέδειξε ότι σωστά το σκέφτηκαν κάπως έτσι: παρότι η αγορά σε Βρετανία και σε Αμερική το υποδέχτηκε ψυχρά, δεν έγινε το ίδιο σε άλλες χώρες. Με το δε Queen & Paul Rodgers βρήκαν και μια ηθική λύση: δεν αντικαθίσταται ο Mercury, η μπάντα συνεχίζει συνεργαζόμενη με μια νέα φωνή. Πήραν έτσι και τον Danny Miranda των Blue Φyster Cult στο μπάσο και να το – αφιερωμένο στον Freddie – Cosmos Rocks...

Ίσως τα παραπάνω να σας φάνηκαν υπερβολικά εγκυκλοπαιδικά και βαρετά. Για μένα, όμως, είναι μια απαραίτητη χαρτογραφία των προθέσεων και ισορροπιών πάνω στις οποίες χτίστηκε το νέο άλμπουμ των Queen. Γιατί, χωρίς να αμφισβητώ πως υπάρχουν όντως και κάποιες (λίγες) γνήσια καλλιτεχνικές ανάγκες εκ μέρους τους, αποτελούσε νομίζω ζήτημα τόσο για τον May και τον Taylor, όσο και για τον Paul Rodgers να είναι και επικερδείς αυτές οι ανάγκες, τόσο σε χρήμα, όσο και σε προβολή. Ως έναν επίσης βαθμό, τα παραπάνω εξηγούν και τον συντηρητισμό ο οποίος διακατέχει το Cosmos Rocks: ακόμα και αν δεχτούμε ότι στην ηλικία τους οι δημιουργοί του έχουν ακόμα τη σπίθα να δοκιμάσουν κάτι το διαφορετικό (το αμφισβητώ), το πρώτο στούντιο άλμπουμ υπό το δοξασμένο όνομα των Queen μετά από τόσα χρόνια δεν θα μπορούσε να είναι ο τόπος για κάτι τέτοιο.

Μην περιμένετε, λοιπόν, να ακούσετε κάτι το ιδιαίτερο. Από την αρχή ως το τέλος του το Cosmos Rocks κυλάει με τον πλέον ευπρόβλεπτο και αναμενόμενο τρόπο, επαναφέροντας όλα όσα θυμάστε από τον ήχο των Queen και (σε μικρότερο βαθμό) από τους Bad Company και τους Free. Καλοπαιγμένο, συμπαγές rock, με σκληρές ενίοτε εξάρσεις και καλή γενικά δουλειά από τον Rodgers στα φωνητικά (“Small”, “Through The Night”, “Surf’s Up...School’s Out!”) είναι η μία όψη του νομίσματος – και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, καθώς δεν μιλάμε για τίποτα τυχαίους μουσικούς. Η άλλη πλευρά είναι ένας δίσκος βουτηγμένος στη φορμόλη και στην ανακύκλωση, με συχνά σαχλούς στίχους και ιδέες (όπως στο “Cosmos Rockin’” ή στο “Warboys”), αρκούμενος να θυμίζει εύηχα περασμένα μεγαλεία, στα οποία και στηριγμένος πασχίζει να λάμψει. Το single “C-lebrity” είναι μακράν η καλύτερη στιγμή της δουλειάς, έχοντας να επιδείξει τον Taylor Hawkins των Foo Fighters στα δεύτερα φωνητικά και έξοχα σκληρές κιθάρες από τον Brian May, ακολουθούμενο από το “Say It’s Not True”, παλιότερο γλυκερό τραγούδι του Taylor γραμμένο για την αντι-AIDS καμπάνια του Νέλσον Μαντέλα, που εδώ τραγουδούν όμορφα και οι τρεις Queen μαζί. Ως εδώ, όμως. Και όσο κι αν βρήκα πως ταίριαξε γάντι ο Rodgers με τους υπόλοιπους, δεν μπόρεσα να βγάλω από τη μέση εκείνο το ερώτημα που μάλλον θα κυνηγάει για πάντα, σαν κατάρα, κάθε δίσκο υπό την επωνυμία των Queen: άραγε, αν ζούσε ο Freddie, πώς θα ηχούσε το τάδε και το τάδε;

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured