Ανοίγοντας κανείς τη συσκευασία του παραδοσιακού και ρομαντικού βινυλίου, βλέπει κάτι όχι και τόσο συνηθισμένο, ένα CD να κρύβεται κάπου κάτω από τη τεράστια, για τα δικά του μέτρα, πλάκα βινυλίου. Το concept που έχουν σκεφτεί οι ιθύνοντες στην Tru Thoughts (και το εφαρμόζουν αρκετά τελευταία) είναι να βάζουν στην έκδοση του LP τα 5-6 καλύτερα (;) κομμάτια ενός δίσκου, με απώτερο πιθανό σκοπό την εξοικονόμηση πόρων (σε αυτούς τους χαλεπούς, για ένα ανεξάρτητο δισκογραφικό label, καιρούς του Mp3) από τη μη έκδοση διπλού δίσκου, προσθέτοντας όμως ένα CD με το σύνολο του δίσκου. Ιδέα που τελικά δεν ξέρω κατά πόσο πετυχαίνει τον όποιο αντικειμενικό της στόχο, έχει πάντως τη σημασία της, τουλάχιστον από συλλεκτικής απόψεως. Εμείς, λοιπόν, θα ασχοληθούμε με το CD που περιέχει άλλωστε και το σύνολο του δίσκου.

Από τον όλο πρόλογο, κρατήστε το όνομα του label, της Tru Thoughts, καθότι μιλάμε για μια δισκογραφική ετικέτα με σημαντικότατη παρουσία και συνεισφορά στην προσπάθεια εκσυγχρονισμού και ανανέωσης μουσικών ειδών, όπως η jazz, η funk ή η soul. Μέσω αυτής, λοιπόν, ο Nathaniel Pearn – δηλαδή ο Natural Self ή Keno-1 – κυκλοφορεί το δεύτερο πλήρες album της πορείας του (το πρώτο είχε κυκλοφορήσει το 2006 μέσω της Breakin’ Bread Records, ενώ στην Tru Thoughts έχει ήδη κυκλοφορήσει αρκετά singles και EPs). Δείχνοντας ότι συγκαταλέγεται ανάμεσα στους κορυφαίους αυτού του περίεργου στερεώματος που μπορεί να ονομαστεί με τον γενικό όρο downtempo ή downbeat, του είδους, εν πάση περιπτώσει, που έχει εφευρεθεί για να περιγράψει τη διαδικασία σύμπτυξης ειδών όπως η funk, το hip hop και η electronica μέσω ενός jazz-thinking ελευθεριακού πνεύματος.

Το Art Of Vibration αποτελεί ένα groovy σύνολο δεκατριών (μαζί με το intro) τραγουδιών, το οποίο μουσικά κινείται σε ό,τι ύφος περιγράψαμε πριν, μόνο που ο όρος downtempo ή downbeat θα πρέπει να μετατραπεί σε uptempo και upbeat αντίστοιχα. Διότι δύσκολα μπορεί κάτι που έχει τη λέξη down μέσα του να περιγράψει την ευφορία με την οποία σε γεμίζει ο δίσκος, με τον τρόπο που μια δυνατή τζούρα από ένα βαρύ τσιγάρο αισθάνεσαι ότι γεμίζει τα πνευμόνια σου! Τα πολλά πνευστά με τα οποία είναι γεμάτος ο δίσκος, οι ρυθμοί, που πότε παραπέμπουν σε latin ρυθμικά, πότε σε funk και πότε σε hip hop, μαζί με όσα στοιχεία χαρακτηρίζουν τον Natural Self σαν παραγωγό, οι σχετικά μπάσες χροιές σε keyboards και πνευστά, καθώς και τα βαθιά beat – όλα δείχνουν ταγμένα να αποδείξουν το αληθινό του τίτλου του δίσκου. Γιατί πρόκειται περί σπουδής για τις δονήσεις – τα λεγόμενα vibes – που μπορεί κάποιος να λάβει μέσω της συγκεκριμένης μουσικής, της δυνατότητας δηλαδή ο ρυθμός, η ενορχήστρωση και οι όποιες επιλογές οργάνων για την παροχή της μελωδίας να εισάγουν τον ακροατή στο απόλυτο groovy κλίμα. Κάνοντάς τον να κουνιέται ρυθμικά, είτε ακούει τον δίσκο στην πολυθρόνα του σπιτιού του, είτε σε κάποιο μπαρ.

Highlights ο δίσκος διαθέτει μπόλικα. Όπως το single του, το “Rising”, τραγούδι στο οποίο χαρίζει τη φωνή της η Andreya Triana (μια εξαιρετική Αγγλίδα nu soul τραγουδίστρια - έχει στο παρελθόν συνεργαστεί και με τον Bonobo) και διαθέτει άφθονο soul ενθουσιασμό, μεταφερόμενο από την εξαιρετική φωνή της προαναφερθείσας, τα ρυθμικά πνευστά και τα εμπνευσμένα breaks του Pearn. Εξαιρετικό δείγμα μιας πιο χορευτικής διάθεσης αποτελεί το “Alright Turn It Up Now”, με τα ηλεκτρονικά να ακουμπούν πάνω σε ένα στιβαρό rhythm section (αποτελούμενο από μπάσο και beats), τραγούδι που μοιάζει φτιαγμένο για να γεμίζει ενέργεια τα «εναλλακτικά» dancefloor. Το αμέσως επόμενο track με τον τίτλο “Faultlines” δείχνει τον cool χαρακτήρα του δημιουργού του, όπως άλλωστε κάνει και το “Breathe Deep”, ένα εξαιρετικό hip hop κομμάτι με jazz, θα μπορούσαμε να πούμε, φιλοσοφία καθώς όχι μόνο είναι εκτελεσμένο με αληθοφανέστατα όργανα (πνευστά και drums πρέπει να είναι ηλεκτρονικής προέλευσης – ενώ για το κοντραμπάσο, αν και δεν αναφέρεται στα credits, θα έπαιρνα όρκο ότι είναι φυσικό), αλλά διαθέτει και μια χαλαρή «συνδεσμολογία» - που ταυτόχρονα, όμως, είναι εξαιρετικά μελετημένη, παραπέμποντας, έστω και αλληγορικά, σε ό,τι αποκαλούμε «jazz spirit». Τέλος, οι τρεις τελευταίες συνθέσεις του δίσκου, τα “Feet Keep Moving”, “Another Land” και “Alexandra & Gabriel”, ρίχνουν περισσότερο φως στον nu jazz χαρακτήρα του Pearn, τελειώνοντας με έναν γλυκύτατο τρόπο τον δίσκο. Και δείχνοντας, αν θέλετε, τη χρυσή τομή που βρήκε με τον Ben Lamdin, γνωστότερο ως Nostalgia 77, με τον οποίο φαίνεται να είναι αδερφές ψυχές (εκτός του ντουέτου που διατηρούν, τους Broken Keys, ο Pearn έχει κάνει αρκετά remixes για τον Lamdin, ενώ ο τελευταίος συνυπογράφει μαζί με τον πρώτο τη μίξη του δίσκου – την παραγωγή την έχει αναλάβει εξ ολοκλήρου ο Natural Self).

Καταλήγοντας, το Art Of Vibration τοποθετείται ανεπιφύλακτα στην αβοπολίτικη κατηγορία του «απαραίτητου» (και πιθανότατα και σε μια εκ των πρώτων θέσεων των καλύτερων δίσκων του 2008), όχι μόνο γιατί οι δυνατές του στιγμές απλώνονται σχεδόν σε όλη την έκτασή του. Αλλά και γιατί δείχνει, αφενός, την τρομερή βελτίωση του, ούτως ή άλλως καλού, επιπέδου που είχε ο Natural Self στο ντεμπούτο του, ενώ, αφετέρου, εντάσσει τον δημιουργό του σε μια εκλεκτή κάστα καλλιτεχνών, οι οποίοι φαίνεται να δουλεύουν με ζήλο και αφοσίωση για την αποδόμηση – αρχικά – και αναδόμηση – στη συνέχεια – εκ νέου ιδιωμάτων, όπως αυτά που περιγράψαμε παραπάνω. Έχοντας σαν απώτερο σκοπό την εξέλιξη της μουσικής μέσω ισχυρών δόσεων ενεργειακών και γκρουβάτων (πάνω από όλα) δονήσεων, κάνοντας διατριβή σε αυτό που απλά και λιτά περιγράφει ο τίτλος: The Art Of Vibration!

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured