Ως γνωστόν, από αρχαιοτάτων χρόνων που λέμε, τα δύο βασικά στοιχεία της σύνθεσης είναι η μελωδία και ο ρυθμός. Μουσική, όμως, υπάρχει και χωρίς τα στοιχεία αυτά. Μονότονη ίσως, αλλά μουσική. Μετά λοιπόν από τέσσερα χρόνια δισκογραφικής απουσίας, ο 41χρονος πια David Grubbs, μεταξύ άλλων προφέσορας του Radio & Sound Art στο κολέγιο του Brooklyn, επιστρέφει με έξι νέα ηχητικά εγχειρήματα (τραγούδια δεν τα λες εύκολα). Ετούτη τη φορά δεν φλερτάρει καθόλου με την ποπ, όπως έγινε στο προηγούμενο A Guess At The Riddle, αλλά ούτε και εκφράζει καμία διάθεση για ορχηστρικούς πειραματισμούς χωρίς αρχή και τέλος. Τσιμπάει απαλά τις χορδές της γνώριμης ηλεκτρικής κιθάρας του και τραγουδάει, συνοδευόμενος πότε από μία τρομπέτα που γρυλλίζει ελαφρά (χωρίς καμία μελωδική γραμμή) και πότε από έναν ντράμερ, ο οποίος σίγουρα δεν ταλαιπωρήθηκε ιδιαίτερα μέχρι να αποστηθίσει τα μέρη του.

Το άλμπουμ κινείται σε πολύ χαμηλούς τόνους, με μοναδική εξαίρεση το “Holy Fool Music” που είναι μακράν το πιο δυναμικό κομμάτι εδώ και ίσως σας θυμίσει κάτι από την καλή εποχή των Meat Puppets. Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης η αφηρημένη ποιητικότητα του “Gethsemani Night”, αν και το στιχουργικό τοπίο είναι τόσο αχανές, όσο και το μουσικό. Ο επίλογος γράφεται με το “Not-So-Distant”, ένα ορχηστρικό 12λεπτο κολλάζ από υποτονικούς θορύβους και feedback, που θα έκανε τις Ανάσες Των Λύκων του Αγγελάκα και του Βελιώτη να αντηχήσουν μελωδικές και ευχάριστες.

Το An Optimist Notes The Dusk είναι σαν έναν πίνακα ζωγραφικής σε πρωταρχικό στάδιο. Όποιος χαρακτηρίσει το αποτέλεσμα ικανοποιητικό, θα είναι ανειλικρινής ή προκατειλημμένος θετικά. Ωστόσο, το όραμά του Grubbs για τον επαναπροσδιορισμό του τί σημαίνει μουσική και μέχρι πού φτάνουν τα όριά της, αναβλύζει και πάλι ολοζώντανο.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured