«Sixteen and a son of a bitch/got a gun and a strychnine twitch»: αν ένα τόσο ατόφια rock ‘n’ roll στιχάκι - τραγουδισμένο παθιασμένα εν μέσω κοφτών ηλεκτρικών κιθαριών - δεν σας λέει τίποτα, μάλλον έχετε χάσει την επαφή σας με την ψυχή τόσο του rock όσο και του roll. Για όσους πάλι κάνει κάτι μέσα σας να σκιρτά, κάπως έτσι ξεκινάει ένας από τους πιο ηλεκτρισμένους και back to basics δίσκους της χρονιάς, ο οποίος μάλιστα είναι ιδιαίτερα χρήσιμος και σημειολογικά, καθώς δείχνει πολλά για τον τρόπο που λειτουργούν διάφοροι υποτιθέμενοι μουσικοειδήμονες σήμερα: έτσι και ο frontman Αιδεσιμότατος Strychnine Twitch δεν ήταν ένα alter-ego του Billy Joe Armstrong και οι Καυτές Βρύσες του Foxboro ήταν άλλη μια «κανονική» νέα indie μπάντα που αναβίωνε τις δόξες του garage rock, αντί για side project των «καρα-mainstream» Green Day, μετρήστε πόσοι από τους παραπάνω θα μας είχαν ζαλίσει με το μεγαλείο τους...

Στο Stop Drop And Roll!!! οι Green Day γυρνάνε πίσω τους δείκτες του χρόνου και επιστρέφουν στο αυτοσχέδιο, αυθόρμητο και σπιρτόζικο rock των ύστερων 1960s, στήνοντας ένα απολαυστικό πάρτι σε garage στιλ με εξέχοντες καλεσμένους τους Kinks και τους Who. Μισό λεπτό ρε φίλε, θα μπορούσε βέβαια κανείς να πει στο σημείο αυτό, τούτο εδώ το δισκάκι παραείναι «καθαρό» ως προς την παραγωγή του και τις ενορχηστρώσεις του για να μπορεί να θεωρηθεί ως garage. Και πράγματι είναι. Όμως αυτό ακριβώς είναι που μου αρέσει: ότι οι Green Day γυρνάνε πίσω στο garage, όντας όμως οι Green Day, χωρίς να το παίζουν Shadows Of Knight. Και αντί να αναπαράγουν δουλικά και ρουτινιάρικα έναν ήχο προς τέρψη και κατανάλωση μιας γενιάς που αγνοεί τα παλιά και βαριέται να τα ψάξει, ασχολούνται με το πνεύμα του garage, κρατώντας παράλληλα τη δική τους ταυτότητα (ιδιαίτερα στα φωνητικά, μα και στη rhythm section) και τη δική τους αντίληψη περί ήχου. Καταλαβαίνω την ένσταση, όμως στα δικά μου τουλάχιστον αυτιά το όποιο revival έχει νόημα μόνο όταν το κάνεις με τον δικό σου τρόπο.

Αν τώρα, πέρα από τον τρόπο, έχεις και το κέφι, τότε δεν θέλει και πολύ για να πιάσει η συνταγή. Και οι Foxboro Hot Tubs παίζουν με διαβολεμένο κέφι, κάνοντάς σε να κοπανιέσαι ασταμάτητα μαζί τους. Το ξέρεις ότι δεν κάνουν κάτι φοβερό και το βλέπεις ότι οι καλύτερες στιγμές αυτού του album πατάνε ευθέως πάνω σε σπουδαίες στιγμές του παρελθόντος: το καταιγιστικό “Alligator” π.χ. χρωστάει τη δύναμή του στο “You Really Got Me”, το “27th Ave. Shuffle” ανοίγει, εσκεμμένα, ακριβώς όπως το “Run Run Run” των Who, το “Red Tide” δεν είναι η ιδέα σας πως μοιάζει με αναδιάταξη του “Tired Of Waiting For You” των Kinks και πάει λέγοντας. Από τη στιγμή όμως που, ενώ τα ξέρεις αυτά, παίζεις τον δίσκο διαρκώς στο repeat (εδώ και κάτι μέρες τώρα) και κοπανιέσαι σαν 16άρης στους τοίχους του δωματίου σου κάθε φορά που ακούς το “Ruby Room”, το “Stop Drop And Roll”, το “Alligator”, το “She’s A Saint Not A Celebrity” ή ακόμα και τα πιο ήρεμα “Mother Mary” και “Dark Side Of Night”, δεν έχει πια καμία σημασία: γιατί έχει βρεθεί εκείνο το κάτι μαγικό που κάνει τη διαφορά, οριοθετώντας την ήρα από το στάχυ. Συγχαρητήρια, λοιπόν, στους Green Day για ένα από τα ουσιωδέστερα και απολαυστικότερα revivals. Ακόμα κι ένας (σχεδόν) ορκισμένος εχθρός των revival acts όπως εγώ, έχασε τα μυαλά του...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured