Δεν ξέρω τι μπορεί να περίμενε κανείς από την επιστροφή των Notwist στη δισκογραφική πραγματικότητα, έξι ολόκληρα χρόνια μετά το αριστουργηματικό Neon Golden. Προσωπικά πάντως δυσκολευόμουν να κάνω τις οποιεσδήποτε εικασίες, πολύ απλά γιατί μιλάμε για ένα group που έχει αποδείξει πολλές φορές και με διαφορετικούς τρόπους όχι μόνο την αξία του, αλλά και την πολυσχιδή μουσική του προσωπικότητα. Ξεκινώντας από το Wilhelm της Βαυαρίας, στις αρχές των 1990s, παίζοντας κάπου ανάμεσα στο grunge/hardcore και το indie rock της εποχής, πέρασαν στην κιθαριστική indie pop, φλέρταραν λιγάκι με τη nu jazz (αν θυμάται κανείς τον ύμνο “Your Signs” μέσα από το Shrink), πρόσθεσαν και την απαραίτητη δόση από electronica, για να φτάσουν να μας δώσουν έναν από τους καλύτερους και πιο επιδραστικούς δίσκους της δεκαετίας μας, το Neon Golden: έναν δίσκο που επαναπροσδιόρισε το εναλλακτικό κομμάτι της pop και έφτιαξε τον ήχο πάνω στον οποίο βασίστηκε, μεταξύ άλλων, και η επιτυχημένη σήμερα Morr Music. Αν προσθέσει κανείς και τα υπόλοιπα projects στα οποία πρωταγωνιστούν τα μέλη τους (Lali Puna, Ms John Soda, Console, Tied + Tickled Trio, 13 & God), καταλαβαίνει πόσο δύσκολο είναι να γίνουν ασφαλείς προβλέψεις για τον ήχο ενός νέου δίσκου.
Για να πω την αλήθεια η πρώτη ακρόαση αυτού του νέου δίσκου με μπέρδεψε αρκετά. Μου φάνηκε κάπως εύκολος για ένα συγκρότημα του βεληνεκούς των Notwist, άποψη που άλλαξε άρδην μετά από κάποιες ακροάσεις, όταν και κατάφερα να εισέλθω καλύτερα στο σκεπτικό του δίσκου και τον μικρόκοσμο που αυτός δημιουργεί. Σαν πρώτη εικόνα καταλαβαίνει κανείς ότι χρησιμοποιούν τις ίδιες με το πρόσφατο παρελθόν πρώτες ύλες, το μπέρδεμα αυτό της indie pop με την electronica. Αυτό δηλαδή που ανάγκασε κάποιους να εφεύρουν τον όρο indietronica για να περιγράψουν την μουσική των Notwist και των γύρω από αυτούς σχημάτων - γιατί ανέκαθεν οι Notwist υπήρξαν ο ήλιος σε αυτό το περίεργο ηλιακό σύστημα που έχει αναπτυχθεί σε ένα τμήμα της γερμανικής μουσικής σκηνής. Μπέρδεμα που αφενός τους καταξίωσε, αλλά και τους χαρακτηρίζει την τελευταία δεκαετία. Υπάρχει όμως μια ειδοποιός διαφορά, που κάνει το The Devil You + Me να μην ακούγεται σαν επανάληψη των προηγουμένων. Η νέα δηλαδή δουλειά των Notwist ηχεί πιο εσωστρεφής, πιο μελαγχολική από τους προκατόχους της, μια μελαγχολία όμως η οποία σχετίζεται περισσότερο με τη σοφία και την ωριμότητα που αποκτά κανείς συμβαδίζοντας με τον χρόνο και την κριτική στάση απέναντι στα πράγματα γύρω του. Αν, λοιπόν, στους προηγούμενους δίσκους υπήρχαν κομμάτια (το “Pilot” για παράδειγμα στο Neon Golden ή το “Chemicals” στο Shrink), που έφερναν μια δόση από την ελαφρότητα (χωρίς αυτή η λέξη να παίρνει την αρνητική της χροιά) και τη δροσιά της pop, το The Devil You + Me φαντάζει πιο «σοβαρός» και πιο ώριμος δίσκος. Αν οι προηγούμενες δουλειές φωτιζόταν από τα neon φώτα μιας μεγαλούπολης, αυτός ζει αποτραβηγμένος στα στενά σοκάκια της, φωτιζόμενος από το ημίφως των κεριών.
Αυτά, βέβαια, αφορούν τη γενική εικόνα του δίσκου. Υπάρχουν και κάποιες πιο φωτεινές στιγμές, όπως το “Boneless” κατά κύριο λόγο, αλλά και το “Gloomy Planets”, χωρίς όμως να καταφέρνουν να αλλάξουν το τοπίο. Τραγούδια όπως το λυρικό “Hands On Us” το μπιτάτο “Where In This World”, το κάπως βίαιο (για τα μέτρα των Notwist της τελευταίας δεκαετίας, “Alphabet”), το ονειρικό “Sleep”, το πιο post “Gravity” ή το “On Planet Off”, που μοιάζει σαν σύμπραξη με ένα άλλο εξαιρετικό γερμανικό group τους Tarwater, δείχνουν τη διάθεση των Notwist να εμβαθύνουν στον ήχο που έχουν ήδη κατακτήσει, πηγαίνοντας βήμα-βήμα προς τα εμπρός, προς την επόμενη ανεξερεύνητη γωνία. Ειδική μνεία νομίζω πρέπει να γίνει για τους λιτούς, έξυπνους και περιεκτικούς στίχους του Markus Acher, για τα εξαιρετικά και μερικές φορές διακριτικότατα ηλεκτρονικά του δίσκου, τα οποία έχει αναλάβει και πάλι κατά κύριο λόγο ο Martin Gretschmann (ΑΚΑ Console), άλλα και για τη διατήρηση του πολύ καλού επιπέδου στην ιδιόμορφη πάντα παραγωγή των Notwist.
Καταλήγοντας, μετά από πάρα πολλές ακροάσεις του δίσκου, δεν ξέρω αν είναι ή όχι καλύτερο το The Devil You + Me από το κατά πολλούς magnum opus τους, το Neon Golden. Είναι, όμως, κατά την άποψή μου, η πιο ώριμη, πιο μεστή, πιο εγκεφαλική αν θέλετε, δουλειά τους. Είναι σίγουρα, ένας δίσκος που δείχνει ότι οι Notwist δεν έχουν καμία διάθεση να επαναπαυτούν στις δάφνες του ένδοξου παρελθόντος, και διατηρεί το υψηλό τους επίπεδο και τη θέση τους ανάμεσα στις κορυφαίες μπάντες του πλανήτη.
- Πληροφορίες
- Κατηγορία: ΔΙΕΘΝΗ
Notwist - The Devil, You + Me
- Βαθμολογία: 8
- Καλλιτέχνης: Notwist
- Label: Big Store / City Slang
- Κυκλοφορία: Μαϊ-08