Οι Ασημένιοι Εβραίοι η αλήθεια είναι ότι, αν και αρκετά παραγωγικοί τα τελευταία χρόνια (το λέω αυτό διότι είχαν αρχίσει με μία μάλλον τεμπέλικη αν όχι ανασφαλή πορεία μέσα στην αμερικάνικη μουσική παλέτα), εντούτοις κρατούν μία δυσπρόσιτη για άλλους ποιότητα. Όταν ο διασκεδαστικά ιδιότυπος David Berman αποφάσισε να πλαισιωθεί από ανθρώπους επέλεξε ανθρώπους του ιδίου φυράματος. Οι Silver Jews πλησιάζουν τις συνθέσεις του με έναν τρόπο που, ενώ τον βγάζει από το αυτιστικό τοπίο των πρώτων χρόνων της καλλιτεχνικής ζωής της μπάντας, την ίδια στιγμή προσθέτει και μία πινελιά χιούμορ στο μέχρι τώρα σαρκασμό του, ο οποίος κινδύνευε να γίνει αδηφάγο θηρίο.

Στον συγκεκριμένο δίσκο οι Silver Jews συνεχίζουν την ηχητική πορεία που έχουν χαράξει με ευκρίνεια σε δίσκους όπως το Tanglewood Numbers και το American Water. Ο ήχος τους δεν σκληραίνει ποτέ ακόμα και όταν οι στίχοι του Berman παίρνουν την κατιούσα (όχι φυσικά σε καλλιτεχνικό επίπεδο, αλλά στο αντίστοιχο ψυχοφθόρο και πικρό - για τον ίδιο). Καθαρές, κελαρίζουσες κιθάρες που δεν κατηγοριοποιούνται στην pop και στον indie χώρο, όπως άσωτα και άστοχα χαρακτηρίστηκαν, αλλά περνάνε από το ευρύτερο φάσμα του αμερικάνικου ήχου. Ήχου ο οποίος περιλαμβάνει τη folk, την αμερικάνικη song writing παράδοση, τους Velvet Underground (είναι φοβερά αστείο ότι αυτό το στοιχείο ενυπάρχει σε τραγούδι που ονομάζεται San Francisco B.C.), την παράλληλη με τους beatnicks σχολή γραφής του Richard Brotigan, τους Band (ναι!) και τον (τόσο άδικα υποτιμημένο στην Ελλάδα) Tom Petty - και προσωπικά πετάω στα σκουπίδια τις κουλαμάρες που γράφει η Drag City στα δελτία τύπου της για Johnny Cash και πρώιμους R.E.M. (ειδικότερα το πρώτο).

Ειδική μνεία πρέπει να γίνει για την Cassie Berman, όχι τόσο για το μπάσο αλλά για το ρόλο των δεύτερων φωνητικών που αναλαμβάνει και λειτουργεί με μία θαυμάσια χροιά φωνής. Και - το κυριότερο - παίζει έναν περίεργο ρόλο συνείδησης στα τραγούδια που ο Berman εκπονεί: εμβόλιμη-συνοδευτική-αφηγηματική, ενίοτε χρωματίζει την α-λα-Κaizer αφήγηση του μπροστάρη των Silver Jews έξοχα. Στα συν του δίσκου, εκτός του εκπληκτικού εξωφύλλου (έργο του Stephen Bush με τίτλο «The Lure of Paris #27») το γενικότερο artwork, με κορυφαία στιγμή τις σελίδες από ξενοδοχεία, συνέδρια, εταιρείες όπου πάνω αναγράφονται ιδιόχειρα και συνοδευόμενοι από ανάλογα αφηρημένα και μη σχέδια, οι στίχοι του Berman. Ακόμα και αν είναι ιδέα του σχεδιαστικού τμήματος και όχι κυριολεκτικά αποδεικτικά γραφής του Berman σε ανά τουρνέ σταθμούς, παραμένει μία θαυμάσια ιδέα όπως και όλος ο δίσκος φυσικά. Εύγε στους Ασημένιους Εβραίους - αντίθετα με τη σεχταριστική φημολογία που συνοδεύει το εν λόγω έθνος, αποδείχτηκαν ιδιαίτερα γενναιόδωροι και καθόλου φειδωλοί.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured