Μετά το πρόσφατο και επιτυχημένο Re-Animator, o Paul Roland είχε άλλη μια κρίση δημιουργικότητας, η οποία τιτλοφορείται Nevermore. O ήχος και τα φωνητικά του παραμένουν όπως τα έχουμε γνωρίσει, ένα μίγμα πολλών στοιχείων και μουσικών ειδών, μέσα σε μια ατμόσφαιρα μοναδική στο είδος της. Στο Nevermore, όπως και σε όλες σχεδόν τις κυκλοφορίες του Roland, υπάρχει μια συνεργασία με άλλον καλλιτέχνη, συγκεκριμένα τον Nico Steckelberg των Γερμανών Elane, ο οποίος έδωσε το τελειωτικό άγγιγμα σε όλα τα κομμάτια.

Όντας ο Roland κατά βάση συγγραφέας, στα albums του συναντάμε συνήθως στίχους με concept διηγήματος. Έτσι και στο Nevermore: Το “Tell Tale Heart” και το “Edgar Allan Poe” είναι εμπνευσμένα από τον γνωστό σκοτεινό συγγραφέα του 19ου αιώνα, ο οποίος δάνεισε το όνομά του στο δεύτερο, ενώ τo “Ghost Dance” αναφέρεται στην ινδιάνικη φυλή. Δεν λείπουν και οι αναφορές σε ταινίες τρόμου, όπως το πολύ δυνατό “Leatherface”, παρμένο από το “Texas Chainsaw Massacre”, και η όμορφη μπαλάντα “Eight Little Whores”, το οποίο περιγράφει τα θύματα του Τζακ του Αντεροβγάλτη. Ο ίδιος ο Roland αντιμετωπίζει τις συνθέσεις του, κυρίως το μέρος που αφορά τους στίχους, με χιούμορ, γι’ αυτό και - κατά δική του καθοδήγηση - δε θα έπρεπε κανείς να παίρνει αυτά τα κομμάτια πολύ στα σοβαρά. Υπάρχει κι ένα track, το “The Last Voyage Of The Nautillus”, το οποίο βασίζεται στις «20.000 Λεύγες Κάτω από τη Θάλασσα» του Ιουλίου Βερν και χωρίζεται σε τρία μέρη, εκ των οποίων το ένα είναι καθαρά ορχηστρικό. Αυτή είναι και η καινοτομία του Roland στην εν λόγω κυκλοφορία. Για πρώτη φορά επιχείρησε να γράψει ένα μουσικό score και τα κατάφερε πάρα πολύ καλά.

Όπως όλα τα albums του, κατά την προσωπική μου άποψη, και η νέα αυτή δουλειά εμπνέει αισιοδοξία μέσα από ένα πρίσμα μελαγχολίας, πράγμα που μπορεί να ακούγεται αντιφατικό αλλά δεν έχει παρά να ακούσει κανείς τη δισκογραφία του Roland για να το κατανοήσει. Το Nevermore - ακόμη και ο τίτλος είναι επηρεασμένος απ’ τον Poe και το ποίημά του “The Raven” - έχει τις πιο country στιγμές του (“Leatherface”, “Sam Hall”), τις πιο rock (“Great Deceiver”) και τις πιο neofolk (“Abramelin”). Το μόνο μείον είναι ίσως ότι στην 50λεπτη διάρκεια του LP, πέρα από τα διαμαντάκια που προαναφέρθηκαν, υπάρχουν και κάποια κομμάτια σχετικά αδιάφορα από δημιουργικής άποψης. Οι πιστοί του δε θα μείνουν δυσαρεστημένοι, χωρίς να αποκλείεται να μυηθούν και εντελώς καινούργιοι ακροατές, καθώς σ’ αυτή τη δουλειά θα βρείτε συνθέσεις για όλα τα γούστα.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured