Ο Burnt Friedman μάλλον είναι από τους καλλιτέχνες που δημιουργούν εφιάλτες στους λάτρεις της κατηγοριοποίησης! Ενεργός από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, ο Γερμανός μουσικός και παραγωγός έχει συμμετάσχει σε ουκ ολίγα project, παράγοντας διαφορετικές, και πολλές φορές εξαιρετικές μουσικές. Επιγραμματικά, ως μερικοί από τους σημαντικότερους σταθμούς της πορείας του, μπορούν να αναφερθούν η συνεργασία του με τους David Sylvian, Steve Jansen και Avre Henriksen στους Nine Horses, η συνεργασία του με τον Uwe Schmidt (aka Atom Heart, ή Senor Coconut), στους Flanger - όπου εξερευνούν ηλεκτρονικές jazz φόρμες - αυτή με τον πρώτο drummer των θρυλικών Can, Jaki Liebezeit, σε δύο πολύ καλούς δίσκους που στέκουν κάπου ανάμεσα στη dub, στη jazz και στο kraut rock, καθώς και η συνύπαρξή του με τους Nu Dub Players, στις πιο dub δουλειές της σταδιοδρομίας του. Σε αυτά προστίθενται και ορισμένα project στην αρχή της πορείας του (οι Drome για παράδειγμα), οι τρεις προσωπικές του δουλειές, καθώς και η ίδρυση του μικρού και ανεξάρτητου label Nonplace.

Φυσικά, όταν λέμε προσωπικές δουλειές, μην το πάρετε τοις μετρητοίς. Οι συνεργασίες υπάρχουν και εδώ, απλά μάλλον τα τραγούδια είναι αποκλειστικά πνευματικά παιδιά του Friedman, με τους υπόλοιπους μουσικούς και τραγουδιστές όμως να συμβάλουν καταλυτικά στην ανάπτυξή τους. Οι συνεργαζόμενοι, λοιπόν, δεν είναι ούτε εδώ αμελητέα μουσικά μεγέθη, καθώς βλέπουμε τον Enik από τους Funkstorung, τον Steve Spacek, μέλος τoυ electro-soul τρίο Spacek, τον Theo Altenberg, βερολινέζο τραγουδιστή, εικαστικό και performe,r καθώς και πλήθος άλλων αξιόλογων ονομάτων. Η γενική εντύπωση που αποπνέει ο δίσκος είναι ότι κινείται κάπου ανάμεσα στο dub, στο funk και στη jazz, εκφρασμένος μέσα από ένα ηλεκτρονικό πρίσμα που δεν παραπέμπει, όμως, στην electronica και έχει περισσότερο να κάνει με μια πιο μοντέρνα και φρέσκια εκδοχή των παραπάνω ιδιωμάτων. Σαν τραγούδια, υπάρχουν οι dub στιγμές του δίσκου, όπως το σκοτεινό “Need Is All You Love”, με τη μπάσα φωνή του Theo Altenberg να τοποθετείται κάπου ανάμεσα στη μαύρη τραγουδιστική κουλτούρα και στον Tom Waits, υπάρχει το funk στο “Healer”, οι πιο downtempo στιγμές, όπως στο “Walk With Me”, οι σκοτεινές jazz αναφορές (“Western Smoke”), καθώς και τραγούδια που έπεισαν κάποιους να αναφέρονται στη μουσική του Friedman με τον περιγραφικό όρο electronic kraut-funk - όπως το εναρκτήριο “Where Should I Go”.

Highlights στον δίσκο δεν υπάρχουν, γιατί είναι από τους δίσκους οι οποίοι καταναλώνονται συνολικά και εξ’ ολοκλήρου. Αλλά, αν ψάχνετε για κάποιο τραγούδι που θα βάζετε στο repeat στο i-pod σας, αυτό θα μπορούσε να είναι το “Machine In The Ghost”, που εκτός της γλυκύτατης φωνής της Barbara Panther (η οποία προσωπικά μου θυμίζει κάπως μια folk τραγουδίστρια των 1970s, την Linda Perhacs), αποτελεί μια από τις αρτιότερες συνθέσεις του δίσκου, με μια μυρωδιά από folk να συνυπάρχει με τις υπόλοιπες αναφορές και με πολύ καλές μεταβάσεις σε ύφος και διάθεση. Εξαιρετικά είναι και τα τελευταία τραγούδια του δίσκου, με το “Thumb Second”, το οποίο είναι μια παραλλαγή του “Where Should I Go”, και τη φωνή του Enik να δίνει ξεχωριστό τόνο, καθώς και το “Chaos Breeds”, το οποίο χωρίζεται σε part 1 και part 2 και ανακεφαλαιώνει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα συμπεράσματα που μπορεί να βγάλει κανείς ακούγοντας τον δίσκο.

Αυτή όμως είναι μόνο η μια πλευρά της δύναμης που έχει το First Night Forever - οι εξαιρετικές συνθέσεις, τα έξυπνα περάσματα, η πολυπλοκότητα των μουσικών αναφορών κ.τ.λ. Η πραγματική δύναμή του αναδύεται μετά από αρκετά ακούσματα, σαν δώρο στον επίμονο ακροατή. Αναφέρομαι αφενός στην καταπληκτική παραγωγή του Friedman, όπου έχει κάνει πραγματικά εξαιρετική δουλειά κρατώντας πολύ καλές ισορροπίες και κάνοντας τον ήχο να ακούγεται πολυδιάστατος, και, αφετέρου, στον μικρόκοσμο του δίσκου. Με αυτό τον όρο εννοώ όλους τους ανεπαίσθητους ήχους, τους θορύβους, τα τριξίματα, όλα αυτά τέλος πάντων, που σε μια βιαστική ακρόαση κάποιος τα αγνοεί, αν όμως ακούσει προσεκτικότερα, τα ανακαλύπτει, τα προσθέτει στο ηχητικό παζλ. Και τότε το αποτέλεσμα από απλά καλό ή ικανοποιητικό μετατρέπεται σε συναρπαστικό, μεγαλοφυές, ή ακόμη και αριστουργηματικό.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured