Δεν χωράει την παραμικρή αμφισβήτηση ότι ο Marilyn Manson αποτέλεσε εφιάλτη των αμερικάνων γονέων στα 90’s. Κάτι η shocking εικόνα, κάτι οι στίχοι, κάτι οι κατά καιρούς ενοχοποιητικές δικαστικές αποφάσεις, όλα ήταν αρκετά δείγματα για να πείσουν τους γονείς κάθε έφηβου ότι το πρόσωπο του Σατανά βρισκόταν στα albums του κυρίου Brian Warner. Επί της ουσίας αυτή η ‘λογική’ βρισκόταν κάπου ανάμεσα στην ασχετοσύνη και την ηλιθιότητα, εξυπηρετούσε όμως άψογα το marketing σχέδιο που είχε στο μυαλό του: Όλοι ασχολούνταν μαζί του, τα albums έγιναν πλατινένια και στις συναυλίες μαζεύονταν ορδές από μελαγχολικούς teenagers που έβρισκαν γαλήνη σε στίχους τύπου We have no future - Ηeaven wasn't made for me - We burn ourselves to hell - As fast as it can be (από το κομμάτι In The Shadow Of The Valley Of Death).

Για κακή του τύχη όμως όλο αυτό το σχέδιο γύρισε μπούμερανγκ το 1999. Σε μια απολύτως φυσιολογική μέρα, δύο διαταραγμένες νεαρές προσωπικότητες αποφάσισαν να σκοτώσουν όποιον είδαν μπροστά τους στο σχολείο του Columbine στην Αμερική. Οι αιτίες του δυστυχήματος σύμφωνα με τους ‘ειδικούς’, ποικίλουν. Video Games, παραμέληση ανηλίκων από γονείς, βία στην τηλεόραση και πάει λέγοντας. Σε μια αιτία συμφωνούν όμως όλοι και μπορεί να συνοψιστεί με δύο λέξεις: Marilyn Manson. Οι Αμερικάνοι είχαν βρει τον αποδιοπομπαίο τράγο και του χρέωσαν ότι με την μουσική και τα μηνύματα που περνάει μέσω αυτής, ωθεί την νεολαία σε πράξεις βίας και εγκληματικότητας. Το άμεσο αποτέλεσμα του προαναφερθέντος πολέμου είναι να ακυρωθούν όλες οι προγραμματισμένες συναυλίες του Marilyn Manson και το δημόσιο image του να δεχτεί το τελειωτικό χτύπημα.

Με τον συγκεκριμένο καλλιτέχνη-προσωπικότητα έχω μια εμμονή εδώ και χρόνια μιας και σε όλες τις κυκλοφορίες του είχε όντως κάτι να πει. Είτε αφορούσε την θρησκεία, είτε πολιτικές και κοινωνικές θέσεις, είτε το οτιδήποτε άλλο, πάντα ο Manson είχε τον τρόπο του να με κάνει να διαβάζω τους στίχους και μετά να κάθομαι να σκέφτομαι. Κάτω από το εκκεντρικό ντύσιμο και τα βαψίματα βρισκόταν ένας απίστευτα έξυπνος άνθρωπος που ειλικρινά πιστεύω πως αν δεν παρεξηγήσεις το look του, είναι πολύ δύσκολο να μην παραδεχτείς πως πρόκειται για σπουδαίο καλλιτέχνη. Όλα αυτά όμως όπως είπα και πριν, μέχρι το 1999.

Το Golden Age Of Grotesque αποτέλεσε προ 4ετίας την αρχή του τέλους. Υπό τον φόβο ενός νέου Columbine (την μέθοδο δηλαδή που τόσο έντονα κριτικάρει στην συνέντευξη που του είχε πάρει ο Michael Moore στο Bowling For Columbine), ο αντιδραστικός και αντικομφορμιστής Marilyn Manson είχε μετατραπεί σε Pop-Goth φυσιογνωμία που παρ’ ότι (μουσικά) τα κομμάτια βρίσκονταν σε ικανοποιητικά επίπεδα ουσιαστικά δεν έλεγαν τίποτα. Σε μέσες άκρες την ίδια κατάσταση διαπίστωσα και στο Eat Me, Drink Me. Η στιχουργική θεματολογία αναφέρεται από βαμπιρικούς έρωτες μέχρι την πρόσφατη διαμάχη του με τους My Chemical Romance (λυπηθείτε με…) στο Mutilation Is the Most Sincere Form of Flattery – περίμενα να ασχολείται με πιο σημαντικά πράγματα από trash talk σε χαριτωμένα Emo αγοράκια. Παρ’ ότι υπάρχουν κάποιες εντυπωσιακές αναλαμπές (Heart Shaped Glasses), στη μεγαλύτερη διάρκεια του το album αναλώνεται σε David Bowie-meets-Bauhaus επιρροές που μετά βίας ξεπερνούν την μετριότητα. Οι κιθάρες έχουν γίνει πλέον αυστηρά pop και η φωνή του για να συμβαδίσει με το όλο ‘οι αιματοκυλίδες σου σχημάτισαν καρδιά στο σεντόνι αφού το κάναμε όλη νύχτα’ concept μετετράπη σε μια βαθύτατη χροιά που πάντως αντικειμενικά δένει τέλεια.

Η ιστορία είναι γνωστή: Όπως σε κάθε κυκλοφορία του Marilyn Manson, έτσι και τώρα θα διαβάσετε όλες τις πιθανές θέσεις σε μια δισκοκριτική. Το album της δεκαετίας, το χειρότερο της χρονιάς, αδιάφορο τελείως και πάει λέγοντας. Ο μόνος τρόπος για να διαπιστώσετε με ποια συμφωνείτε είναι να το ακούσετε μιας και αυτά τα reviews είναι απλώς για να τονιστούν τα δεδομένα και οι απόψεις του συντάκτη. Προσωπικά, περίμενα πολλά περισσότερα...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured