“Είμαι 77. Είμαι πολύ καιρό σ' αυτό τον κόσμο. Έζησα μια σχετικά ενδιαφέρουσα ζωή - όχι και τόσο πολλή θλίψη, πολλή χαρά, πολύ fun. Και δεν έκανα πολλά από όσα δεν ήθελα να κάνω", αναφέρει ο Lee Hazlewood σε μια πρόσφατη συνέντευξή του. Αυτό το άλμπουμ είναι πιθανότατα το τελευταίο του. Ο ίδιος μαστίζεται από την επάρατη νόσο και είναι έτοιμος ψυχολογικά και σωματικά για το μεγάλο αντίο. Εντούτοις σε προετοιμάζει με σαρδόνια χαμόγελα, γαλήνη, καρτουνίστικο χιούμορ και ηδονική ηρεμία. Ήταν έτσι κι αλλιώς κάτι διαφορετικό ποτέ;

Δεν χρειάζεται να σου σηκώνεται η τρίχα. Ούτε καν έχουμε να κάνουμε με μια περίπτωση Johnny Cash που σχεδόν στο στούντιο άφηνε τις τελευταίες του ανάσες, πλημμυρίζοντας μας με συγκίνηση για την προσπάθειά του. Εδώ μιλάμε για έναν γέρο απόλυτα ακμαίο ψυχολογικά, απόλυτα γεμάτο συναισθηματικά από όσα έχει ζήσει, έτοιμο να σκηνοθετήσει ακόμα και το θάνατό του με τον ίδιο χαμογελαστό πρωταγωνιστή. Δεν υπάρχει, λοιπόν, κάτι μακάβριο εδώ παρά μόνο στο φινάλε, το τελευταίο τραγούδι μιας μεγάλης καριέρας: στο “T.O.M. (The Old Man)”, μια ορχηστρική πανδαισία κατά την οποία αναρωτιέται αν θα υπάρχουν κομμάτια να τραγουδήσει “in this place they call forever”...

Στο υπόλοιπο album κάνει μια υφολογική σύνοψη της απόλυτα επιδραστικής του καριέρας. Σε αντίθεση, βέβαια, με το κύμα των σύγχρονων μεγάλων καλλιτεχνών που τον αναφέρουν ως πρωταρχική επιρροή (Nick Cave, Stuart Staples, Jarvis Cocker) δεν βουτάει ποτέ βαθιά στα συναισθηματικά βαλτόνερα αναλύοντας τις συνέπειες μιας σπαραξικάρδιας ερωτοληψίας. Στο δικό του, 60s κόσμο, είναι και θα είναι ο κυρίαρχος, ευάλωτος μεν, αλλά κυρίαρχος. Ακόμα και στα ντουέτα του είναι η αινιγματική αντρική φιγούρα, δίπλα στην σαγηνευτική lolita. Με τη Nancy Sinatra "ξεμπέρδεψε" πρόσφατα δισκογραφικά, φτιάχοντας το κοινό τους κύκνειο άσμα. Τώρα πλέον ήρθε η ώρα για ένα τελευταίο tribute στο δικό του μουσικό βασίλειο. Τα ντουέτα είναι με σουηδή jazz τραγουδίστρια, με γερμανίδα ηθοποιό, ακόμα και η 8χρονη εγγονή του τραγουδάει στο "Some Velvet Morning". Το τελευταίο δε είναι το ένα από τα δύο κομμάτια που επανεκτελούνται εδώ -το άλλο είναι μια αποδομητική jazzy version του "These Boots Are Made for Walkin'" που στο τέλος ξεφεύγει εντελώς.

Η σύνοψη όμως που αναφέραμε στην αρχή της προηγούμενης παραγράφου, δε σταματά στις επανεκτελέσεις και τα ντουέτα. Όλο το album (παρά τις πολλές συμμετοχές) αποπνέει Hazlewood, είναι όσο αιθέριο και γεμάτο γλυκά έγχορδα πρέπει... Με τις surf στιγμές του (‘The First Song of the Day’), τις country μπαλάντες του (‘Please Come To Boston’), το λυρικό pop πέπλο του, την περιρρέουσα αισθαντικότητα ενός ανθρώπου που πατάει τα 77. Αν μη τι άλλο, αυτό είναι το μόνο ανατριχιαστικό της ιστορίας...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured