Οι Matisse κατάφεραν σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα να μεταπηδήσουν από την ανασφάλεια που συνήθως επιβάλλει η έλλειψη δισκογραφικής στέγης (ή η ένταξη σε περιορισμένων οικονομικών δυνατοτήτων ανεξάρτητα labels), κάτω από την προστατευτική ομπρέλα ενός πολυεθνικού κολοσσού, όπως η Sony. Το 1997 ήταν ακόμη ένα γκρουπ στα σπάργανα, το 1999 είχαν εξελιχθεί σε μια από τις πιο ενδιαφέρουσες μπάντες στα αθηναϊκά live λημέρια, το 2001 είχαν στα χέρια τους το συμβόλαιο με τη Sony – και αξιοποίησαν την ευκαιρία κυκλοφορώντας κατά σειρά το EP 4 τον Δεκέμβριο του 2003, το ντεμπούτο άλμπουμ τους Cheap As Art τον Ιούνιο του 2005 (όπου υπήρχε και το μάλλον δημοφιλέστερο track τους μέχρι σήμερα, “She Smiles”), το Toys Up τον Μάιο του 2007 και σήμερα το Rock ‘N’ Roll Mafia.  Στην περίοδο που μεσολάβησε, το συγκρότημα βρέθηκε να κάνει support σε μια σειρά από διεθνούς φήμης μπάντες (Reamonn, Frank & Walters, Shed Seven, Garbage και Marilyn Manson στα πλαίσια του Rockwave Festival, Kaiser Chiefs), το σημαντικότερο είναι όμως ότι ξεκαθάρισε την ασαφή κατά τόπους ηχητική ταυτότητα που άφηνε το Cheap Αs Αrt. Πώς το κατόρθωσαν; Κατ’ αρχάς, αντικαθιστώντας τους Πέτρο Τσώλη και Κώστα Συνοδινό (οι οποίοι δεν συμφωνούσαν απόλυτα με τις καλλιτεχνικές επιλογές των υπολοίπων) με τον Νίκο Μανουσόπουλο. Στη συνέχεια υποχρεώθηκαν να αλλάξουν τον Άρη Σιάφα (τη φωνή του γκρουπ) με τον Ελληνοαυστραλό Alex Kavadias. O Γιάννης Μασούρας, που παρέμεινε από την αρχική σύνθεση, μαζί με τους Γρηγόρη Κόλλια και Βασίλη Ζερβό, πίστευε από την εποχή του Toys Up ότι οι αλλαγές λειτούργησαν ευεργετικά στο να ξεκαθαριστεί το ηχητικό στίγμα του συγκροτήματος - και σε γενικές γραμμές δεν κάνει λάθος. Το Rock ‘N’ Roll Mafia παραμένει πιστό στις βασικές κατευθυντήριες επιλογές των Matisse, οι οποίες κατά κανόνα στρέφονται γύρω από έναν κορμό ευχάριστης, ευκολόπεπτης brit pop σε συνδυασμό με ορισμένες ευπρόσδεκτες προσθήκες.  Μια απ’ αυτές είναι η προσπάθεια για ένα πλουσιότερο ενορχηστρωτικά ήχο. Το τρομπόνι, σαξόφωνο και το πιάνο τα οποία χαρακτηρίζουν το ομώνυμο κομμάτι “Rock ‘N’ Roll Mafia”, καθώς και η νοσταλγική μελωδική γραμμή του θεωρητικά θα μπορούσαν να δημιουργήσουν κάτι σαφώς πιο ενδιαφέρον. Πιο εντυπωσιακό όμως αποδεικνύεται τόσο το “Party Tonight” με τα έγχορδα και το σχεδόν στρατιωτικού εμβατηρίου ρυθμό να φλερτάρει με το ύφος των Clash στις αρχές των 1980s, όσο και το “Murder Me” με το ελαφρύ Specials άρωμα και τις pop/rock αναφορές. Οι συνεργασίες με τη Johnette Napolitano στο “Today” και την Αυστραλέζα τραγουδίστρια-ηθοποιό Lenka Kripac στο “Sunday Morning” (με βιολί και τσέλο στο τελευταίο) διεκδικούν τον τίτλο των highlights της δουλειάς. Από ’κει και πέρα, τα “Not Alone” και “Last Dance” φέρνουν στο νου έντονες επιρροές από Blur της “Girls & Boys” περιόδου, με το δεύτερο πάντως να ευνοείται από το πιασιάρικο ρεφρέν του. Το “Fear” φλερτάρει διακριτικά ανάμεσα στο pop goth κλίμα των ύστερων Cure και το glam δράμα των Suede, το “Rebels” πάλι μπαίνει με το σιτάρ να υπόσχεται ψυχεδελο-ανατολίτικη συνέχεια – αλλά καταλήγει σ’ ένα σχετικά προβλέψιμο ρεφρέν με δραματική, φορτωμένη ενορχήστρωση, κοντά στο παράδειγμα των Pulp. Τη brit pop παράδοση των Pulp θ’ ανέφερε κανείς ως κύρια επιρροή και στο “Today”.  Αν απ’ όλα αυτά σας δόθηκε η εντύπωση μιας δουλειάς με brit pop νοσταλγικές επαναδιευθετήσεις, εν μέρει δεν κάνετε λάθος. Το κυριότερο όμως είναι ότι οι Matisse, παρά τις επιρροές τους, δημιούργησαν έναν δίσκο με συνεχή ροή καλής ραδιοφωνικής pop και τόνους ευχάριστων μελωδικών ρεφρέν. Σε τελική ανάλυση, αν οι Onirama δικαιούνται να ξεσηκώνουν τα πλήθη με την ευκολόπεπτη Δυτική pop τους, οι Μatisse έχουν το υλικό να επαναλάβουν την επιτυχία με ακόμη πιο ενδιαφέρουσες ιδέες.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured