Σε κάποια φάση κατά τη δεκαετία του 1990, ο Βασίλης Δημητρίου έγινε γνωστός σε ένα ευρύτερο κοινό χάρη στη μουσική που έγραψε για διάφορες επιτυχημένες, τότε, τηλεοπτικές σειρές (π.χ. το Βαμμένα Κόκκινα Μαλλιά) - «είδος» στις συμβάσεις του οποίου ναι μεν υποτάχθηκε, προς τιμήν του, όμως, δίχως εκπτώσεις. Αλλά αυτό που μάλλον ποτέ δεν έμαθαν οι περισσότεροι από όσους γνώρισαν τον Δημητρίου από τα τηλεοπτικά του soundtracks, είναι η μακρόχρονη θητεία του στη σύνθεση μουσικής για θεατρικές παραστάσεις, τομέας όπου έχει διακριθεί, μα και τιμηθεί, ποικιλοτρόπως.    Στα πλαίσια, λοιπόν, αυτής του της επαφής με το θέατρο, ο Βασίλης Δημητρίου κατέθεσε και μια ολοκληρωμένη μουσική προσέγγιση στον Αριστοφάνη, γράφοντας soundtracks και για όλες τις σωζόμενες κωμωδίες του κατά το διάστημα 1994-2006 - για κάποιες μάλιστα από αυτές δυο και τρεις φορές. Στο παρόν διπλό cd, δεύτερο μέρος της σχετικής συνολικής έκδοσης, περιλαμβάνεται η μουσική για τις Νεφέλες του Ανδρέα Βουτσινά (1998), για τις Εκκλησιάζουσες του Γιώργου Μιχαλακόπουλου (2000), για τους Ιππής του Κώστα Μπάκα (2001), για τη Λυσιστράτη του Γιώργου Μιχαλακόπουλου (2002) και για τον Πλούτο του Θύμιου Καρακατσάνη (2006). Μουσική, πρέπει να πω, η οποία με εντυπωσίασε με τη φαντασία και την τόλμη των συνθέσεων, αλλά και με τον τρόπο που ο Δημητρίου την έβαλε να υπηρετήσει τα, προσαρμοσμένα στη σύγχρονη πραγματικότητα, θεατρικά κείμενα. Επί τούτου, ο Κώστας Γεωργουσόπουλος έχει νομίζω κάνει μια θαυμάσια και ακριβέστατη παρατήρηση, την οποία αξίζει να παραθέσω εδώ αυτούσια: «Ο Δημητρίου ξέρει κάθε φορά να βρίσκει τον σφυγμό, τον πυρήνα στα κείμενα, γνωρίζει να διακρίνει το δραματικό στοιχείο, το περιγραφικό, το τελεστικό από το λυρικό και, ακολουθώντας το σκηνοθετικό σχέδιο, να παραδίδει στον χορογράφο και στους ασκημένους χορούς ρυθμούς και μελωδίες ευφρόσυνες, χαρίεσσες και, όταν το απαιτεί το κείμενο, ενθουσιώδεις, θρηνώδεις ή ευτράπελες». Δεν θα μπορούσα να το θέσω καλύτερα.  Η μουσική του Δημητρίου υπηρετεί πράγματι όλες τις συναισθηματικές αποχρώσεις του κειμένου, πετυχαίνοντας να γίνει ένα με αυτό και αναπόσπαστο τμήμα της εκάστοτε παράστασης. Αυτό βέβαια σημαίνει ότι, ως καθαρά ακουστική εμπειρία, για κάποιον ειδικά ο οποίος δεν έχει δει κάποια από τα εν λόγω θεατρικά ώστε να ανακαλέσει στη μνήμη του κάποια εικόνα, υπάρχουν σημεία τα οποία είναι τόσο δεμένα με το σανίδι, ώστε είναι αδύνατον να λειτουργήσουν έξω από αυτό. Όμως, αν και τα σημεία αυτά δεν είναι λίγα, κάτι τέτοιο δεν αποτελεί τον κανόνα στις δουλειές του Δημητρίου. Ο μοντέρνος αέρας της συνθετικής του προσέγγισης, οι όμορφες και προσεγμένες στην εντέλεια ενορχηστρώσεις του, αλλά και η βαθιά του επίγνωση για το τι σημαίνει καλό soundtrack δίνουν σε κάμποσες από τις συνθέσεις του μια ζηλευτή αυτονομία. Πράγμα που, πρακτικά, σημαίνει πως μπορείς να τις απολαύσεις και καθισμένος αναπαυτικά στο σαλόνι σου, δίχως να έχεις ιδέα για το πώς μπορεί να ήταν οι παραστάσεις.  Αν πρέπει λοιπόν να σταθεί κανείς σε τέτοιες μεμονωμένες στιγμές οι οποίες να «ανεξαρτητοποιούνται» από το περιβάλλον τους, γενόμενες highlights της δουλειάς, απαραίτητοι σταθμοί είναι τα σημεία εκείνα στις Νεφέλες που αποδίδει τόσο λαμπρά ο Σωκράτης της παράστασης Άγγελος Παπαδημητρίου (“Επίκληση Σωκράτη - Β΄ Χορικό - Β΄ Παράβαση” και “Οι Διαλογισμοί Του Σωκράτη Και Η Αγωνία Του Στρεψιάδη”), το καταιγιστικό χορικό με το οποίο μπαίνουν εκπληκτικά στη Λυσιστράτη ο Χορός των Γερόντων και ο Χορός των Γυναικών, όπως βέβαια και η κινηματογραφικής υφής σύγκρουσή τους στο “Παραμύθι”, καθώς και το, σχεδόν λαϊκό θα το έλεγες, τραγούδι των γυναικών “Έχω Στρώμα Κεντητό”. Από τους Ιππής πάλι θα ξεχώριζα το “Χορός Ιππέων - Δήμος” - περιπαιχτικό, μα τόσο εύστοχο όσον αφορά τον «κυρίαρχο λαό» - αλλά και κάμποσα συμπαθέστατα οργανικά (π.χ. “Έναρξη”, “Το Κυνήγι Των Προσφορών Στο Δήμο”), ενώ από τον Πλούτο το χαρωπό “Επιστροφή Του Πλούτου”. Αναφορικά, όμως, με τις Εκκλησιάζουσες ΙΙ, εδώ θα μου επιτρέψετε να μην ξεχωρίσω κάτι. Γιατί από όλα τα έργα της παρούσας συλλογής, το χαριτωμένο αυτό soundtrack με τα λαϊκά του ηχοχρώματα και την ατμόσφαιρα παλιάς, καλής ελληνικής κωμωδίας - την οποία αποπνέουν οι συνθέσεις του και οι εξαιρετικές ερμηνείες όλων ανεξαιρέτως των ηθοποιών (με προεξάρχοντες τη Θωμαΐδα Ανδρούτσου και τον Χρήστο Ευθυμίου, στο κα-τα-πλη-κτι-κό “Το Τραγούδι Της Νέας Και Του Νέου”) - «πίνεται» μονορούφι. Ακούγεται, δηλαδή, ως σύνολο και λειτουργεί περίφημα έτσι.  

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured