Να λοιπόν και ένας δίσκος με συγκεκριμένη ιδέα πίσω από την κατασκευή του και όχι απλά την παράθεση κάποιων συνθέσεων ή τραγουδιών. Ο Θάνος Μικρούτσικος, σταθερός επισκέπτης της όποιας λογικής ελληνικής δισκοθήκης, ναρκοθέτησε και ύψωσε (για κάποιους πολύ ψηλά) τον πήχη της ελληνικής μουσικής πριν από 3 δεκαετίες, με έναν άπιαστο σε πάθος Σταυρό Του Νότου (αν και με ελλείψεις ενίοτε σε παραγωγή -αναμενόμενες λόγω εποχής). Δίσκος που αποτέλεσε αναφορά (καλώς) και μπροσούρα/μπούσουλα (κακώς) του λεγόμενου ελληνικού έντεχνου τραγουδιού. Για τον ίδιο τον Μικρούτσικο απετέλεσε ευχή και κατάρα εκείνος ο δίσκος, μιας και τον χαρακτήρισε έκτοτε ως συνθέτη - ακόμα και την εποχή που αναστάτωνε τους οπαδούς της Χαρούλας Αλεξίου, υπογράφοντας συνθέσεις τις οποίες οι οπαδοί της λαοπρόβλητης ερμηνεύτριας χαρακτήριζαν ως «jazz rock» και αγόραζαν αμήχανοι τον δίσκο της συνεργασίας αυτών των δύο κορυφαίων Ελλήνων δημιουργών. Το album Πριν Από Τους 7 Νάνους είναι ευπρόσδεκτο, διότι ο Μικρούτσικος - που το πιάνο είναι φανερή και σταθερή αγάπη του - έκανε, ουσιαστικά, μία μάζωξη αυτοσχεδιασμών, όπως μαρτυρά και ο υπότιτλος του δίσκου. Αυτοσχεδιασμούς πριν την εμβληματική σύνθεση “Οι 7 Νάνοι Στο S/S Cyrenia”. Οι ηχογραφήσεις είναι live και για την ακρίβεια πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια των εμφανίσεων του Μικρούτσικου στον…Σταυρό Του Νότου, μεταξύ του Νοεμβρίου 2006 και του Γενάρη του 2007. Φυσικά και θα βρείτε ομοιότητες ανάμεσα στα 9 cuts του δίσκου, αλλά εκεί έγκειται το ενδιαφέρον του. Να παρακολουθείς δηλαδή πως ο συνθέτης παραλλάζει τη μελωδία του ανάλογα με τη στιγμή και την οδό έμπνευσης της εκάστοτε βραδιάς. Και για αυτόν ακριβώς το λόγο προσωπικά ξεχωρίζω την εκτέλεση που φέρει το όνομα “Στη Σεσίλ” (η κόρη του συνθέτη), όπου ο Μικρούτσικος παίζει με πολύ ισορροπημένες δυναμικές στα φορτίσιμο του πιάνου του, χρησιμοποιώντας τη σιωπή σαν επιπλέον όργανο. Όπως ξεχωρίζω επίσης και το αφιερωμένο σε έναν φίλο του “Ruu Du Viaduc Με Τον Henri Το 82”, όπου η κλασσικές επιρροές του συνθέτη διανθίζουν (ίσως λόγω της γαλλικής αναφοράς χρόνου) το παίξιμό του, ερχόμενες σε αξιοσημείωτη αρμονία με τις ελληνικές κλίμακες που χρησιμοποιεί στη βάση της σύνθεσης. Στα συν του δίσκου η καλή ηχογράφηση (αν και στο mastering θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και άλλες διαδρομές, χωρίς αυτό σε καμιά περίπτωση να είναι μομφή), η παρουσία του Γιώργου Χαρωνίτη στις σημειώσεις του δίσκου και η γενικώς επιμελημένη έκδοση. Όπως είπαμε και στην αρχή του κειμένου, ανάλογες ιδέες λείπουν και ως σύλληψη και ως εκτέλεση από την ελληνική δισκογραφία, οπότε ο συγκεκριμένος δίσκος είναι κάτι παραπάνω από καλοδεχούμενος.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured