Ίσως να θεωρούσατε κι εσείς, όπως κι εγώ, ότι η διάδοση και η ευρεία αποδοχή της ρεμπέτικης κουλτούρας αποφόρτισε τα λεγόμενα «χασικλίδικα» τραγούδια (και γενικά τα τραγούδια του παρελθόντος γύρω από τις ναρκωτικές και αλκοολούχες ουσίες) από τον περιθωριακό τους χαρακτήρα και την υποτίμηση, αφήνοντας μόνη τη μουσική αξία – όσων από αυτά είχαν τελοσπάντον και τέτοια αξία – να λάμψει στον χρόνο. Να όμως που η συναυλία την οποία διοργάνωσε πέρυσι το καλοκαίρι ο Παναγιώτης Κουνάδης ώστε να τιμήσει την αφρόκρεμα αυτών των τραγουδιών (όχι μόνο από τον αυστηρά ρεμπέτικο χώρο) προξένησε αντιδράσεις. Όποιος διάβασε το σχετικό άρθρο της καλής κριτικού της Ελευθεροτυπίας Ναταλί Χατζηαντωνίου είναι ενήμερος για τις αποχωρήσεις στο διάλειμμα της παράστασης και για τα εξ’ αμάξης τα οποία έσυραν ορισμένοι, τόσο στον Υπουργό Πολιτισμού Γιώργο Βουλγαράκη, όσο όμως και στους συντελεστές της παράστασης: «Θα ’θελες να πέσει ο γιος σου στην ηρωίνη;», ρώτησε εκνευρισμένος ένας τον Βουλγαράκη, ενώ ένας άλλος αναρωτήθηκε φωναχτά αν ο Νταλάρας «έχει τσίπα», για να αλιεύσω δύο μόνο από τα όσα φαιδρά ελέχθησαν. Λόγια, βέβαια, τα οποία περισσότερο φανέρωσαν πράγματα για όσους τα είπαν, παρά για τον Παναγιώτη Κουνάδη, που οργάνωσε την παράσταση Όταν Συμβεί Στα Πέριξ: Τραγούδια Για Τσίλιες...Και Μία Νύχτες, για το Φεστιβάλ Αθηνών που τη φιλοξένησε, για τον Γιώργο Νταλάρα που πρωταγωνίστησε, ή για την Εστουδιαντίνα Νέας Ιωνίας Μαγνησίας και τους Στέλιο Βαμβακάρη, Χρήστο Θηβαίο, Ζαχαρία Καρούνη, Χαρά Κεφαλά, Νίνα Λοτσάρη, Θέμη Σερμιέ, Ασπασία Στρατηγού, Μπάμπη Τσέρτο και Μάρθα Φριντζήλα, οι οποίοι συμμετείχαν. Όλοι οι παραπάνω έστησαν μια ωραία συναυλία-αφιέρωμα στις ουσίες, φροντισμένη στην εντέλεια και με ωραίες εναλλαγές τραγουδιών από πολλούς μουσικούς χώρους – όχι μόνο ρεμπέτικα δηλαδή, μα και ελαφρά, τραγούδια της σκηνής και της επιθεώρησης, ακόμα και rock, στην περίπτωση του “Η” του Παύλου Σιδηρόπουλου και του “Ένας Νέγρος Θερμαστής Από Το Τζιμπουτί”. Συναυλία η οποία πολύ σωστά βρήκε τον δρόμο της δημοσίευσης, σε μια έκδοση υποδειγματική, με διπλό cd, dvd, συνοδευτικά κείμενα και τους στίχους όλων των τραγουδιών, όπως και την ημερομηνία της πρώτης τους εκτέλεσης. Μπορεί όλα αυτά να εκδόθηκαν τελικά υπό το όνομα του Γιώργου Νταλάρα, προτού όμως σπεύσουν ορισμένοι...βιαστικοί να αρχίσουν τις γνωστές αντι-νταλαρικές τους κορώνες, ας κάνουν τον κόπο να δούνε τα όσα έκανε εδώ: τραγούδησε, έπαιξε ως απλός μουσικός, ανέλαβε τις ενορχηστρώσεις, διεύθυνε την παραγωγή της ηχογράφησης, επιμελήθηκε δε ακόμα και τη μουσική διδασκαλία.Από εκεί και πέρα υπάρχουν, ασφαλώς, τα συν και τα πλην, όπως σε κάθε συναυλία. Χωρίς βέβαια να γνωρίζω το παρασκήνιο της επιλογής των προσώπων ή να θέλω να υπονοήσω πως δεν στάθηκαν αξιοπρεπέστατα στη σκηνή του Ηρωδείου, νομίζω ότι θα μπορούσαν να βρίσκονται άλλοι τραγουδιστές στη θέση των καλών μα άγουρων ακόμα Ασπασίας Στρατηγού και Ζαχαρία Καρούνη ή του μερακλή Μπάμπη Τσέρτου, τον οποίο εκτιμώ ως μουσικό, σπάνια όμως νομίζω πως διακρίνεται για τις ερμηνευτικές του δεξιότητες. Κακώς, επίσης, πέρασαν θεωρώ στον δίσκο τα τραγούδια “Παλιά Στρατώνα”, “Άλα!”, “Το Τελευταίο Τραμ” και το “Για Τα Μάτια Π’ Αγαπώ” – όχι γιατί δεν είναι υπέροχα, αλλά γιατί, εφόσον επιλέχθηκε να τραγουδηθούν από όλους μαζί τους συμμετέχοντες, περισσότερο εξυπηρέτησαν μια αμιγώς σκηνική σύμβαση, παρά αντιμετωπίστηκαν ως τραγούδια, όπως οι υπόλοιπες επιλογές. Στα συν τώρα πρέπει να τοποθετηθεί – πρώτα και κύρια – ο Γιώργος Νταλάρας, ο οποίος παρέδωσε ωραίες εκτελέσεις σε πολλά τραγούδια, από τα οποία έτσι πρόχειρα διαλέγω, χάριν συντομίας, τη “Λιτανεία Του Μάγκα” του Βασίλη Τσιτσάνη (κορυφαία του στιγμή στη συναυλία), τη “Φωνή Του Αργιλέ” του Βαγγέλη Παπάζογλου ή τα λιγότερο γνωστά “Μαστουριά” και “Είμαι Πρεζάκιας”. Οπωσδήποτε κατόπιν η Εστουδιαντίνα, η οποία μπορεί συγκριτικά με την πρώτη της εμφάνιση στα πράγματα να «λείανε» λίγο την ηχητική της προσέγγιση (θέλοντας ίσως να μην ακούγεται απλώς αναβιωτική;), έχει όμως αναμφίβολα εξελιχθεί σε μια εξαιρετική ορχήστρα, που όμοιά της δεν νομίζω πως υπάρχει στα σημερινά πράγματα. Αλλά και ο Στέλιος Βαμβακάρης ήταν στα συν της παράστασης, κομίζοντας όχι μόνο την παρουσία του μα και κάτι από τη δωρικότητα του πατέρα του (ειδικά στον “Μαστούρα”), όπως ήταν και η Νίνα Λοτσάρη με τη Χαρά Κεφαλά, οι οποίες έλαμψαν στο δικό τους περιβάλλον, αποδίδοντας τις πιο ελαφρές-επιθεωρησιακές στιγμές, και ήταν βέβαια και η Μάρθα Φριντζήλα: τολμώ, μάλιστα, να πω πως αυτή έκλεψε την παράσταση, τόσο με τη γνήσια λαϊκή λεβεντιά με την οποία είπε το “Νέοι Χασικλήδες”, όσο και με τον λιτό και προσωπικό τρόπο που διάλεξε για να πει την “Ταμπακιέρα”, δείχνοντας επίγνωση του πόσο καταστροφικό θα ήταν (για την οποιανδήποτε τραγουδίστρια) να δοκιμάσει να αναμετρηθεί με τη Σοφία Βέμπο στο δικό της «γήπεδο».  

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured