«…Όποιος περνά τη χώρα της απόγνωσης παθαίνει αμνησία», έλεγε κάποτε ο Αγγελάκας σε έναν στίχο που μπορεί ίσως να περιγράψει μέρος και της σημερινής κοινωνικής κατάστασης. Αυτή η φράση μου ήρθε αυθόρμητα στο μυαλό όταν διάβαζα για το έργο του Βρετανού μουσικού James Kirby.
Ο Kirby μένει μόνιμα πλέον στο Βερολίνο, έγινε δε γνωστός στο ευρύτερο κοινό κυρίως μέσα από το project του V/Vm. Δεν μοιάζει ωστόσο να είναι ένας ακόμα στρατευμένος καλλιτέχνης που θέλει να πάει κόντρα στις υπάρχουσες παγκόσμιες πολιτικές συνθήκες. Αντιμετωπίζει αντίθετα τον εαυτό του περισσότερο σαν έναν επιστήμονα και μουσικό, γοητευμένο από τη σχέση της μνήμης με τη μουσική. Για να προσεγγίσουμε λοιπόν πιο σφαιρικά το πιο πρόσφατο έργο του An Empty Bliss Beyond This World, θα πρέπει να δούμε και το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται συνολικά η μουσική του Kirby. Δύο είναι λοιπόν τα ζητήματα που το ορίζουν: συναίσθημα και αμνησία.
Πάνω σε αυτό το «λευκό χαρτί» γράφει τη μουσική του ο καλλιτέχνης, με απώτερο σκοπό τη δημιουργία μιας ας πούμε «τεχνητής έκλαμψης» από το παρελθόν, ενός déjà vu στις μνήμες όσων σταδιακά χάνουν τις αναμνήσεις τους και την ταυτότητά τους. Με βάση τελευταίες έρευνες, οι ασθενείς της νόσου Αλτζχάϊμερ, παρά τη γενική απώλεια της μνήμης, μπορούν να θυμηθούν τραγούδια που άκουσαν στο παρελθόν κι αυτό μοιάζει να λειτουργεί θεραπευτικά –αφού με αυτόν τον τρόπο μπορούν να θυμούνται ξανά κάποιες παλιές αλλά και νέες πληροφορίες, όπως και γεγονότα.
Στο An Empty Bliss Beyond This World λοιπόν, ο Caretaker Kirby εμπνέεται από αυτήν τη διαπίστωση και ξεκινάει να ψάχνει στη δισκοθήκη του για μουσικές της δεκαετίας του 1920, του 1930 και του 1940, με μπόλικα «σκρατς» και με τη θολή λάμψη που φέρνουν μαζί τους οι αναμνήσεις εκείνων των εποχών –της ποτοαπαγόρευσης και του καμπαρέ, της Μεγάλης Ύφεσης και του σουίνγκ, του Ισπανικού εμφυλίου και του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Γραμμόφωνα και δίσκοι οι οποίοι παίζουν σε 78 στροφές και instrumental pop ακούσματα της εποχής όταν τα ζευγάρια χόρευαν σε ballrooms εμπλουτίζονται με λούπες, samples και με διακριτικά ηλεκτρονικά εφέ, καθώς ο Kirby υφαίνει ένα ζεστό, οικείο κουκούλι ρομαντισμού, νοσταλγίας και αναπόλησης, για εκείνους που κοιτούν πίσω.
Τα κομμάτια συχνά κόβονται απότομα, χωρίς να κάνουν το απαλό σβήσιμο (fade out) που συνηθίζεται, ίσως γιατί έτσι ο καλλιτέχνης θέλει να αναπαραστήσει –και να τονίσει– τον τρόπο με τον οποίο κερματίζονται οι αναμνήσεις των ανθρώπων με το Αλτζχάιμερ. Αυτό ωστόσο δεν φαίνεται να λειτουργεί καθόλου άσχημα μέσα στη ροή του δίσκου, ούτε και ξενίζει τον ακροατή. Όπως δεν ξενίζει και το γεγονός ότι κάποια από τα κομμάτια (“Mental Caverns Without Sunshine”, “An Empty Bliss Beyond This World”) επαναλαμβάνονται αυτούσια μέσα στον δίσκο.
«Η μουσική έχει τη δύναμη να ξεκλειδώσει μνήμες που βρίσκονται καλά κρυμμένες για καιρό μέσα μας», λέει ο Kirby. Οι δικές του μουσικές σε καμία περίπτωση δεν αφορούν μόνο όσους πάσχουν από Αλτζχάϊμερ: αφορούν κι εμάς που –προς το παρόν τουλάχιστον– μπορούμε να χρησιμοποιούμε τη μουσική για να δημιουργήσουμε καινούργιες μνήμες.